Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Τετάρτη 3 Ιουνίου 2020

Ζωγραφίζουμε ποιήματα (Η Τελευταία ever δημιουργική εργασία της Β' Λυκείου του Μουσικού Σχολείου Ρόδου )

Ο κοροναϊός δεν στάθηκε ικανός να ανακόψει την δημιουργικότητα των μαθητών της Β΄Λυκείου και να εμποδίσει την πραγματοποίηση της δημιουργικής τους εργασίας στη Λογοτεχνία.
   Έτσι μετά τους κριτικούς (εδώ, εδώ, εδώ, εδώ, εδώ κι εδώ ),  του συνθέτες (εδώ) και τους σκηνοθέτες (εδώ) σήμερα είναι η σειρά των ζωγράφων! Στα πλαίσια της δημιουργικής τους εργασίας τα παιδιά μπορούσαν να διαλέξουν ένα ποίημα και να το απεικονίσουν εικαστικά, όπως και έκαναν. Και επειδή ήμασταν κλεισμένοι στα σπίτια μας, τις φωτογράφισαν τις ζωγραφιές και μου τις έστειλαν.
   Η ανάρτηση αυτή έχει την ιδιαιτερότητα ότι δεν είναι απλά η τελευταία δημιουργική εργασία της χρονιάς αλλά και ότι, εκτός συγκλονιστικού απροόπτου, κλείνει ένα κύκλο πέντε χρόνων καθώς είναι η τελευταία γενικά που έβαλα και μου έδωσαν στα παιδιά  που τα έχω αδιάλειπτα από την Α΄Γυμνασίου και κάναμε διάφορα δημιουργικά αυτά τα πέντε χρονιά. Του χρόνου πάνε στη Γ΄Λυκείου η οποία τέτοιες πολυτέλειες δεν σηκώνει κι όπου εγώ έχω αποφασίσει να μην κάνω μάθημα διότι είναι επιθυμία μου να είμαι δάσκαλος κι όχι προγυμναστής.  Και καθώς τα γράψω αυτά μια μικρή συγκίνηση με πιάνει, αγαπημένα μου  πολυτάλαντα παιδιά, καθώς όπως χαριτολογώντας έχω πει και σε κάποιους από τους γονείς σας  μετά από όλα αυτά είστε πολύ δικά τους παιδιά και λίγο δικά μου. Χαίρομαι που σας γνώρισα και υπήρξα δάσκαλος σας και σας ευχαριστώ για όσα μοιραστήκαμε αυτά τα χρόνια.
 Και για να μη μας πάρουν τα ζουμιά πάμε στις ζωγραφιές...
Πρώτα βέβαια. παρατίθεται το σύνηθες βίντεο που φτιάχνω με αυτές... Κανονικά θα έπρεπε ως μουσική υπόκρουση να βάλω την μελοποίηση του ποιήματος "Καταρχήν" από τα Διάφανα Κρίνα, αλλά το έχω χρησιμοποιήσει ήδη σε μια παρόμοια εργασία άλλης αγαπημένης τάξης την οποία μπορείτε να δείτε εδώ. (Δείτε κι αυτή) Οπότε επέλεξα να εκπληρώσω ένα παλιό μου όνειρο, να χρησιμοποιήσω το ονομαστο "Adagio in G Minor" του Αλμπινόνι σε ένα βίντεο...
Ακολουθούν οι ζωγραφιές των παιδιών σε αλφαβητική του ονόματός τους σειρά, εκτός από τις τελευταίες γιατί μου δόθηκαν όταν είχα ήδη αρχίσει να δουλεύω την ανάρτηση. 
"Ο ποιητής κι Μούσα"- Νίκος Εγγονόπουλος 

Ακίρα: Οδυσσέας Ελύτης -   "Άξιον Εστίν, Γένεσις, Ύμνος Β΄"

ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ αλήθεια που ήμουνα Ο πολλούς αιώνες πριν
Ο ακόμη χλωρός μες στη φωτιά Ο Αχειροποίητος
            με το δάχτυλο έσυρε τις μακρινές
            γραμμές
        ανεβαίνοντας κάποτε ψηλά με οξύτητα
        και φορές πιο χαμηλά οι καμπύλες απαλές
            μία μέσα στην άλλη
στεριές
 μεγάλες που ένιωσα
να μυρίζουνε χώμα όπως η νόηση

            Τόσο ήταν αλήθεια
            που πιστά μ' ακολούθησε το χώμα
        έγινε σε μεριές κρυφές πιο κόκκινο
        και άλλου με πολλές μικρές πευκοβελόνες
        Ύστερα πιο νωχελικά
            οι λόφοι οι κατωφέρειες
άλλοτε και το χέρι αργό σε ανάπαυση
            τα λαγκάδια οι κάμποι
        κι άξαφνα πάλι βράχοι άγριοι και γυμνοί
δυνατές πολύ παρορμήσεις
        Μια στιγμή που εστάθηκε να στοχαστεί
            κάτι δύσκολο ή κάτι το υψηλό:
            ο Όλυμπος, ο Ταΰγετος
            �Κάτι που να σου σταθεί βοηθός
            και αφού πεθάνεις� είπε
        Και στις πέτρες μέσα τράβηξε κλωστές
        κι απ' τα σπλάχνα της γης ανέβασε σχιστόλιθο
        ένα γύρο σ' όλη την πλαγιά τα πλατιά στερέωσε σκαλοπάτια
        Εκεί μόνος απίθωσε
            κρήνες λευκές μαρμάρινες
            μύλους ανέμων
            τρούλους ρόδινους μικρούς
            και ψηλούς διάτρητους περιστεριώνες
Αρετή με τις τέσσερις ορθές γωνίες

Κι επειδή συλλογίστηκεν
ωραία που είναι στην αγκαλιά ο ένας του άλλου
        γέμισαν έρωτα οι μεγάλες γούρνες
        αγαθά σκύψανε τα ζώα μοσκάρια και αγελάδες
        σαν να μην ήτανε στον κόσμο πειρασμός κανένας
και να μην είχαν γίνει ακόμη τα μαχαίρια
�Η ειρήνη θέλει δύναμη να την αντέξεις� είπε
        και στροφή γύρω του κάνοντας μ' ανοιχτές παλάμες έσπειρε
            φλόμους κρόκους καμπανούλες
            όλων των ειδών της γης τ' αστέρια
        τρυπημένα στο ένα φύλλο τους για σημείο καταγωγής
            και υπεροχή και δύναμη    

ΑΥΤΟΣ
ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!








Αναστασία Ζ.: Ζωή Καρέλλη   -  "Του Καλοκαιριού" 
Το ξανθό παλικάρι του καλοκαιριού
έχει μια γαλανή γραμμή πάνω στο λείο μέτωπο.
Στα καστανά του μάτια κρατάει τις αχτίδες του ήλιου
μισοκλείνοντας τα σκιερά βλέφαρα,
ψιλοπαίζοντας τις βλεφαρίδες αχτιδωτές.
Ηλιοψημένο στυλώνει το λαμπρό κορμί,
αμέριμνα χαμογελά και άσκοπα.
Φαντάζουν κάτασπρα τα δόντια του,
μοιάζουν τ' άσπρα χαλίκια καθαροπλυμένα,
στ' ακρογιάλι του γαλάζιου και κρυστάλλινου νερού






Κατερίνα Κ. : Κώστας Καρυωτάκης  - "[Είμαστε κάτι...]"
Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.*

Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.

Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.







Κατερίνα Σ. : Νίκος Καββαδίας - "Το πούσι"

Έπεσε το πούσι* αποβραδίς
το καραβοφάναρο χαμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
μες στην τιμονιέρα να με δεις.
Κάτασπρα φοράς κι έχεις βραχεί,
πλέκω σαλαμάστρα* τα μαλλιά σου.
Κάτου στα νερά του Port Pégassu*
βρέχει πάντα τέτοιαν εποχή.
Μας παραμονεύει ο θερμαστής
με τα δυο του πόδια στις καδένες*.
Μην κοιτάς ποτέ σου τις αντένες*
με την τρικυμία· θα ζαλιστείς.
Βλαστημά ο λοστρόμος τον καιρό
κι είν' αλάργα* τόσο η Τοκοπίλα*.
Από να φοβάμαι και να καρτερώ
κάλλιο περισκόπιο* και τορπίλα*.
Φύγε! Εσέ σου πρέπει στέρεα γη.
Ήρθες να με δεις κι όμως δε μ' είδες·
έχω απ' τα μεσάνυχτα πνιγεί
χίλια μίλια πέρ' απ' τις Εβρίδες*.







Μαργένα : Μαρία Πολυδούρη -  "Γιατί μ΄αγάπησες" 
Δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ' αγάπησες.

Μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες στο στόμα,
μόνο γι' αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κι έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.

Μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,
περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα*,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κοίταξαν.

Μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες
και στη ματιά σου να περνάει
είδα τη λυγερή σκιά μου ως όνειρο
να παίζει, να πονάει,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.

Γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες
και μου άπλωσες τα χέρια
κι είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα
– μια αγάπη πλέρια,
γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες.

Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε
γι' αυτό έμεινεν ωραίο το πέρασμά μου.
Σα να μ' ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά* μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.

Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα,
γι' αυτό η ζωή μού εδόθη.
Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη*.
Μόνο γιατί μ' αγάπησες γεννήθηκα.

Μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα χέρια.
Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.

Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες
έζησα, να πληθαίνω
τα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες*,
κι έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ' αγάπησες.








Μαρίττα και Μανώλης: Ράινερ Μαρία Ρίλκε (Μετάφραση Κωστής Παλαμάς) - "Σβήσε τα μάτια μου..."
Σβήσε τα μάτια μου· μπορώ να σε κοιτάζω,
τ’ αυτιά μου σφράγισέ τα, να σ’ ακούω μπορώ.
Χωρίς τα πόδια μου μπορώ να ’ρθω σ’ εσένα,
και δίχως στόμα, θα μπορώ να σε παρακαλώ.
Κόψε τα χέρια μου, θα σε σφιχταγκαλιάζω,
σαν να ήταν χέρια, όμοια καλά, με την καρδιά.
Σταμάτησέ μου την καρδιά, και θα καρδιοχτυπώ
με το κεφάλι.
Κι αν κάμεις το κεφάλι μου σύντριμμα, στάχτη, εγώ
μέσα στο αίμα μου θα σ’ έχω πάλι.

Η Μαρίττα και ο Μανώλης έφτιαξαν το ακόλουθο πάουερ πόιντ με τις ζωγραφιές τους το οποίο μπορείτε να δείτε εδώ.
Ωστόσο, επειδή μπορεί και να μη φαίνεται καλά,ας  τις δούμε κι αυτές... 








Μάρτα : Μαρία Πολυδούρη -  "Κοντά σου"

Κοντά σου δεν αχούν άγρια οι ανέμοι.
Κοντά σου είναι η γαλήνη και το φως.
Στου νου μας τη χρυσόβεργην ανέμη
ο ρόδινος τυλιέται στοχασμός.

Κοντά σου η σιγαλιά σα γέλιο μοιάζει
που αντιφεγγίζουν μάτια τρυφερά
κι αν κάποτε μιλάμε, αναφτεριάζει,
πλάι μας κάπου η άνεργη χαρά.

Κοντά σου η θλίψη ανθίζει σα λουλούδι
κι ανύποπτα περνά μες στη ζωή.
Κοντά σου όλα γλυκά κι όλα σα χνούδι,
σα χάδι, σα δροσούλα, σαν πνοή.







Ραφαήλ: Οδυσσέας Ελύτης - "Το Άξιον Εστί"
α) "Ύστερα και οι άνεμοι όλοι της φαμίλιας μου έφτασαν
τ' αγόρια με τα φουσκωμένα μάγουλα
και τις πράσινες πλατιές ουρές όμοια Γοργόνες
            και άλλοι γέροντες γνώριμοι παλαιοί
            οστρακόδερμοι γενειοφόροι"


β) "ΑΥΤΟΣ
ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας!"



γ) "  Τότε είπε και γεννήθηκεν η θάλασσα
        Και είδα και θαύμασα
Και στη μέση της έσπειρε κόσμους μικρούς κατ' εικόνα
και ομοίωσή μου:
            Ίπποι πέτρινοι με τη χαίτη ορθή
            και γαλήνιοι αμφορείς
            και λοξές δελφινιών ράχες
η Ίος η Σίκινος η Σέριφος η Μήλος"


δ)  "Μια φοράν ακόμη
        στα νερά της Γέρας ν' ακουμπά τα δάχτυλα
        και τα πέντε ν' ανάβουνε χωριά
            ο Παπάδος ο Πλακάδος ο Παλαιόκηπος
            ο Σκόπελος και ο Μεσαγρός
        εξουσία και κλήρος της γενιάς μου."


ε) " Κι ότι ήμασταν σιμά πολύ στα μέρη όπου δεν έχει καθημερινές
και σκόλες, μήτε αρρώστους και γερούς, μήτε φτωχούς και πλού-
σιους, το καταλαβαίναμε. Γιατί κι ο βρόντος πέρα, κάτι σαν καταιγίδα
πίσω απ' τα βουνά, δυνάμωνε ολοένα, τόσο που καθαρά στο τέλος να
διαβάζουμε το αργό και το βαρύ των κανονιών, το ξερό και το γρήγο-
ρο των πολυβόλων"


Τζένη:  Κωνσταντίνος Καβάφης - "Το πρώτο σκαλί"











Ελισάβετ: Κώστας Καρυωτάκης- "[Είμαστε κάτι...]
Είμαστε κάτι ξεχαρβαλωμένες
κιθάρες. Ο άνεμος, όταν περνάει,
στίχους, ήχους παράφωνους ξυπνάει
στις χορδές που κρέμονται σαν καδένες.*

Είμαστε κάτι απίστευτες αντένες.
Υψώνονται σα δάχτυλα στα χάη,
στην κορυφή τους τ' άπειρο αντηχάει,
μα γρήγορα θα πέσουνε σπασμένες.

Είμαστε κάτι διάχυτες αισθήσεις,
χωρίς ελπίδα να συγκεντρωθούμε.
Στα νεύρα μας μπερδεύεται όλη η φύσις.

Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.









Ραφαέλα: Κώστας Καρυωτάκης "[Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα...]"
Σαν δέσμη από τριαντάφυλλα
είδα το βράδυ αυτό.
Κάποια χρυσή, λεπτότατη
στους δρόμους ευωδιά.
Και στην καρδιά
αιφνίδια καλοσύνη.
Στα χέρια το παλτό,
στ' ανεστραμμένο πρόσωπο η σελήνη.
Ηλεκτρισμένη από φιλήματα
θα 'λεγες την ατμόσφαιρα.
Η σκέψις, τα ποιήματα,
βάρος περιττό.

Έχω κάτι σπασμένα φτερά.
Δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε
το καλοκαίρι αυτό.
Για ποιαν ανέλπιστη χαρά,
για ποιες αγάπες,
για ποιο ταξίδι ονειρευτό.











Όλγα : Γιάννης Ρίτσος- "Ανυπότακτη πολιτεία ΙΙ" 
ΙΙ
Η πολιτεία περνάει μέσ' απ' τα φώτα της.
Η πολιτεία ανάβει τις φουφούδες της μεσοκαλόκαιρα στις
γωνιές των δρόμων.
Η πολιτεία μοσκοβολάει ψημένο καλαμπόκι.
Α, πολιτεία, πολιτεία, αγαπημένη μου,
5με τους κεραυνούς σου μυστικά αποθηκευμένους
στους υπόνομους
κάτου στα υπόγεια, βαθιά βαθιά, με το χτικιό, με τη φτώχεια,
με την τρέλα.
Α πολιτεία μου του τίμιου ιδρώτα,
η νύχτα σου με το εκδρομικό της σακίδιο στον ώμο της
γυρνώντας απ' την Κυριακή προς τη Δευτέρα, με
τις πευκοβελόνες στα μαλλιά της
10και με το κοκκινόχωμα στα χέρια της — Ανυπόταχτη, ανυπό-
ταχτη, ανυπόταχτη,
σπιθίζοντας την οργή σου κάτου απ' τ' άπληστα ρουθούνια
των εμπόρων
φτιάχνοντας σκάλες με τα δεκανίκια των ανάπηρων
για ένα πολύ ψηλό σπίτι
για ένα πολύ ψηλό βουνό
15για έναν πολύ ψηλό ουρανό
να φτάσεις το πόμολο του ήλιου
και ν' ανοίξεις την πόρτα στον κόσμο.
Ακούστε αυτό το τρίξιμο της πόρτας
μέσα σ' όλη την έκταση της νύχτας
πάνου απ' τους γλόμπους των θυρωρείων, πάνου απ'
τις πινακίδες
20όπου χασμουριούνται τα κλειδιά των απόστρατων.
Αχ πολιτεία αλλοπαρμένη με τα ροζιασμένα χέρια σου.
Ακούστε αυτό το τρίξιμο της πόρτας.
Δυο εργάτες με τις φόρμες τους περνούν πιασμένοι σβέρκο
σβέρκο.
Ένα κορίτσι αφήνει χάμου τους κουβάδες του
για να μπορέσει να χαμογελάσει.
25Οι στύλοι του τηλέγραφου δρασκελούν με τα μακριά τους
πόδια το σκοτάδι.
Άνθρωποι με σκυφτό κεφάλι γυρνούν κοιτάζοντας το χώμα
σαν να μετράν τη γη και το μάκρος των τάφων και το μάκρος
του ίσκιου τους
σα να ψάχνουν για το κλειδί του σπιτιού τους και για την
καρδιά τους.
Ο αγέρας μιας πυρκαγιάς φουσκώνει τα σκισμένα τους
πουκάμισα.
30Α, πολιτεία, πολιτεία. Έχετε δει μια πολιτεία πιο γυμνασμένη
στο θυμό και στην πείνα και στον έρωτα;
Μια πολιτεία πιο αγαπημένη;
Πολιτεία μου,
οι ταμπέλες στα σταυροδρόμια σου δεν είναι πια γερμανικές,
αμερικάνικες είναι. Πότε λοιπόν θα διαβάσουμε τα ονόματα
των οδών σου στη γλώσσα μας;
Όλα τα παράθυρα προσηλωμένα στο ρολόι της καρδιάς σου —
35ποιαν ώρα περιμένουν; πιο δευτερόλεπτο;
ποια μυστική προθεσμία περιμένουν;
Ναι, θα τον ρίξουμε μια μέρα ανάσκελα τον πόνο.
Ακούστε αυτό το τρίξιμο της πόρτας. Ελάτε
να βοηθήσουμε την πολιτεία που κοιλοπονάει τα μετάλλινα
παιδιά της.
40Εσύ είμαι εγώ.
Εσύ κι εγώ, είμαστε εμείς.
Οι άξονες έχουν πολύ τεντωμένα τα νεύρα τους
κι έχουν πολλά τραγούδια που δεν τα 'παν ακόμα.
Ποιος φταίει που λείπει το τραγούδι μας;
45Εσύ κι εγώ κι εμείς.
Πολιτεία του κατραμιού και του θυμού και του ασβέστη,
φταίμε εμείς.
Ακούστε το τρίξιμο της πόρτας. Ελάτε.
"Άνθρωποι με σκυφτό κεφάλι γυρνούν κοιτάζοντας το χώμα..."
Υ.Γ.:
Ωρεβουράρ, καμάρια μου και να θυμάστε να ανοίξτε το παράθυρο στο φως...





Δεν υπάρχουν σχόλια: