Από το ποίημα του Κάλβου «Εις
Σάμον», το οποίο αποτελείται από 24
στροφές, είναι ευρέως γνωστές οι τρεις πρώτες, οι οποίες ανθολογούνται στο βιβλίο Λογοτεχνίας της Β΄ Γυμνασίου και έχουν μελοποιηθεί από τον Μίκη Θεοδωράκη. Και από αυτές το απόφθεγμα που αποτελεί τους δυο τελευταίους στίχους της
πρώτης στροφής: «Θέλει αρετή και τόλμη η ελευθερία».
Πριν το σχολιάσω όμως στα
πεταχτά και το παρουσιάσω ολόκληρο, λίγα λόγια για τον Ανδρέα Κάλβο. Η Σαμπίνα, ζωγράφος και ένας από τους
βασικούς χαρακτήρες στο μυθιστόρημα του Μίλαν Κούντερα «Η αβάσταχτη ελαφρότητα
του είναι», ζωγραφίζει δυο επίπεδα στους πίνακές της: στο κέντρο του
κάθε πίνακα φαίνεται σα να σκίζεται ξαφνικά ο καμβάς και να «αποκαλύπτεται» από κάτω
ένα άλλο θέμα, ένας άλλος πίνακας εντελώς διαφορετικός. Κάπως έτσι είναι και ο
Κάλβος! Διότι ο Κάλβος είναι η ποίηση, εννοώ ότι εάν κάποτε ήθελε η ποίηση να
προσωποποιηθεί, θα ενσαρκωνόταν στον Κάλβο, με την έννοια ότι στην ποίησή του
αντιμετωπίζει και λύνει με ξεχωριστή φαντασία και επιτυχία όλα τα προβλήματα
που σχετίζονται με την ποιητική τέχνη, κατορθώνοντας με την ιδιαίτερη
προσέγγιση του να συγκεράσει αρμονικά στους στίχους του στοιχεία που κατά τα λοιπά είναι
ορκισμένοι εχθροί. Γιατί ο Κάλβος
έφτιαξε την ποίηση από την αρχή και την
έφτιαξε στα μέτρα του. Έφτιαξε μια καινούργια γλώσσα, τη δική του, συνθέτοντας λόγια και
δημοτικά στοιχεία. Κατασκεύασε ένα δικό του αρχαιοπρεπές στροφικό σύστημα σπάζοντας τον δεκαπεντασύλλαβο στα δυο. Κι ενώ διάλεξε τον νεοκλασικισμό ώστε
να ταιριάζει το ύφος των ποιημάτων του στο
σκοπό του, στην υψηλή ιδέα, δηλαδή την εξύμνηση της ελευθερίας των Ελλήνων, την οποία
επέλεξε να πραγματευτεί, έχει μπολιάσει - πιθανότατα αθέλητά του σε συνειδητό επίπεδο, αλλά ποσώς μας νοιάζει- τα ποιήματα του με στοιχεία ρομαντισμού, τα οποία ταιριάζουν περισσότερο στην ιδιοσυγκρασία του, κάνοντας τα έτσι να αποκτούν μια υπερρεαλιστική αύρα. Κάπως δηλαδή σαν τους πίνακες της Σαμπίνας που λέγαμε... Μετά από όλα αυτά, ποιος απορεί που οι σύγχρονοι του δεν τον κατάλαβαν και πέθανε ξεχασμένος σε μια αγγλική κωμόπολη χωρίς να υπάρχει κανένας
πίνακας που να έχει διασώσει τη μορφή του; Και σε ποιον φαίνεται παράξενο που οι επόμενες γενιές, αρχής γενομένης από τους μοντερνιστές ποιητές του 20ου αιώνα, τον
λάτρεψαν;
Το "Εις Σάμον" περιλαμβάνεται στην δεύτερη και
τελευταία ποιητική συλλογή του ποιητή, τα «Λυρικά», που εκδόθηκε στο
Παρίσι το 1826. Γράφτηκε με αφορμή την απόκρουση μιας τουρκικής επίθεσης στη
Σάμο, το 1824. Είναι γραμμένο
ακολουθώντας της δομή ενός ρητορικού λόγου, κατά τα ειωθότα στην νεοκλασικιστική ποίηση, και αποτελείται από 24 στροφές.
Ὅσοι τὸ χάλκεον χέρι βαρὺ τοῦ φόβου αἰσθάνονται, [...] |
Προσπαθώντας να τους πείσει, λοιπόν, ο Κάλβος, καταφεύγει στο μυθολογικό
παράδειγμα, γενόμενος κατά κάποιον τρόπο πρόδρομος της τεχνικής της «μυθικής αντιστοιχίας», διότι, όπως σωστά παρατηρεί,
πίσω από τον μύθο κρύβεται πάντα μια
αλήθεια. Προτάσσει έτσι το παράδειγμα του Ικάρου και πρέπει να σημειωθεί ότι είναι η πρώτη φορά που ο Ίκαρος
χρησιμοποιείται ως θετικό παράδειγμα,
συνήθως παρουσιάζεται ως παράδειγμα ύβρης. Όχι όμως για τον Κάλβο! Ο Ίκαρος, πραγματικός «Ελεύθερος Πολιορκημένος»,
τόλμησε να ρισκάρει για να ελευθερωθεί, Και ακόμα κι αν πέθανε, πέθανε ελεύθερος. Και κάπως έτσι ο μυθικός αντι-ήρωας γίνεται
παράδειγμα του πώς το ευ ζην που αναφέρθηκε πρώτη στροφή μπορεί να οδηγήσει σε έναν
έντιμο θάνατο που ταιριάζει σε ελεύθερους ανθρώπους. Διότι ακόμα κι αν πεθάνουν, διαλέγουν το πώς και το πότε θα πεθάνουν και το
κάνουν διεκδικώντας την ελευθερία του. Άρα πεθαίνουν μια φορά.
Αντίθετα, ο δειλός γίνεται σφάγιο στο τύραννο
και έτσι, ζώντας μέσα στο φόβο, ως σφάγιο, πεθαίνει πολλές περισσότερες φορές. Ο δε θάνατος του είναι άτιμος.
Οι επόμενες 18 στροφές αποτελούν το κυρίως
θέμα του ποιήματος. Αξιοποιώντας την γειτνίαση της με το Ικάριο Πέλαγος όπου σκοτώθηκε ελεύθερος ο Ίκαρος, ο ποιητής μεταβαίνει στην γειτονική Σάμο αβίαστα. Αφού περιγράψει τις ομορφιές του νησιού
και αναφερθεί εκτενώς στην προσφορά των Σαμιωτών στον πολιτισμό, αναρωτιέται πώς γίνεται ένα τέτοιο μέρος να ανέχεται την
δουλεία. Η ερώτηση δεν είναι πληροφορίας. Είναι πάσα στον εαυτό του που του επιτρέπει να απαντήσει μόνος του ότι δεν γίνεται και αυτό το αποδεικνύει
περίτρανα η αντίδραση των Σαμιωτών και η απόκρουση της τουρκικής επίθεσης, η
οποία άλλωστε αποτέλεσε την αφορμή του ποιήματος.
Κι έτσι, στις τρεις επιλογικές στροφές, ο Κάλβος προβλέπει ότι ξανάρχονται οι μέρες εκείνες της δόξας, διότι η νήσος και οι κάτοικοι της είναι ενάρετοι και τολμηροί και άξιοι διάδοχοι των
αρχαίων. Και βέβαια, αξίζει να σημειωθεί ότι οι Σαμιώτες είναι στα αλήθεια άξιοι των
επαίνων που τους επιδαψιλεύει ο Κάλβος! Διότι η Σάμος υπήρξε το μόνο, εκτός από τα Ψαρά, νησί του ανατολικού Αιγαίου που ξεσηκώθηκε και μάλιστα προσπάθησε να μεταφέρει την επανάσταση στη γειτονική Χίο, έστω με τα γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Κι ενώ απελευθέρωσαν το νησί τους, οι Σαμιώτες, υπήρξαν δυστυχώς θύμα των διπλωματικών διαβουλεύσεων που δεν περιέλαβαν την Σάμο
στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος, με
αποτέλεσμα η απελευθέρωση να αργήσει άλλα 80 χρόνια, μέχρι το 1912.
Το πιο γνωστό φανταστικό πορτρέτο του Κάλβου |
Ας ακούσουμε τώρα το μελοποιημένο κομμάτι το ποιήματος από ένα... ιστορικής σημασίας βίντεο. Είναι το πρώτο βίντεο που έφτιαξα ποτέ, για μια σχολική γιορτή.
Ακολουθεί το ποίημα ολόκληρο.
α´.
Ὅσοι τὸ χάλκεον χέρι
βαρὺ τοῦ φόβου αἰσθάνονται,
ζυγὸν δουλείας, ἂς ἔχωσι·
θέλει ἀρετὴν καὶ τόλμην
ἡ ἐλευθερία. 5
β´.
Αὐτὴ (καὶ ὁ μῦθος κρύπτει
νοῦν ἀληθείας) ἐπτέρωσε
τὸν Ἴκαρον· καὶ ἂν ἔπεσεν
ὁ πτερωθεὶς κ᾿ ἐπνίγη
θαλασσωμένος· 10
γ´.
Ἀφ᾿ ὑψηλὰ ὅμως ἔπεσε,
καὶ ἀπέθανεν ἐλεύθερος. -
Ἂν γένῃς σφάγιον ἄτιμον
ἑνὸς τυράννου, νόμιζε
φρικτὸν τὸν τάφον. 15
δ´.
Μοῦσα τὸ Ἰκάριον πέλαγος
ἔχεις γνωστόν. Νὰ ἡ Πάτμος,
νὰ αἱ Κορασσίαι, κ᾿ ἡ Κάλυμνα
ποὺ τρέφει τὰς μελίσσας
μὲ᾿ ἀθέριστα ἄνθη. 20
ε´.
Νὰ τῆς ἀλόης ἡ νῆσος,
καὶ ἡ Κῶς εὐτυχεστάτη,
ἥ τις τοῦ κόσμου ἐχάρισε
τὸν Ἀπελλῆν καὶ ἀθάνατον
τὸν Ἱπποκράτην. 25
στ´.
Ἰδοὺ καὶ ὁ μέγας τρόμος
τῆς Ἀσίας γῆς, ἡ Σάμος·
πλέξε δι᾿ αὐτὴν τὸν στέφανον
ὑμνητικὸν καὶ αἰώνιον
λυρικὴ κόρη. 30
ζ´.
Αὐτοῦ, ἐνθυμᾶσαι, ἐγέμιζες
τοῦ τέιου Ἀνακρέοντος
χαρμόσυνον κρατῆρα,
κ᾿ ἔστρωνες διὰ τὸν γέροντα
δροσόεντα ρόδα. 35
η´.
Αὐτοῦ, τοῦ Ὁμήρου ἐδίδασκες
τὰ δάκτυλα ῾νὰ τρέχουσι
μὲ᾿ τὴν ᾠδὴν συμφώνως,
ὅταν τὰ ἔργα ἱστόρει
θεῶν καὶ ἡρῴων. 40
θ´.
Αὐτοῦ, τὰ χρυσὰ ἔπη
ἐμψύχωνες ἐκείνου,
δι᾿ οὗ τὰ νέφη ἐσχίσθησαν
καὶ τῶν ἄστρων ἐφάνηκεν
ἡ ἁρμονία. 45
ι´.
Ὦ κατοικία Ζεφύρων,
ὅταν ἀλλοῦ τοῦ ἡλίου
καίουν τὰ βουνὰ ἡ ἀκτῖνες,
ἢ τὸν χειμῶνα ἡ νύκτα
κόπτῃ τὰς βρύσεις· 50
ια´.
Ἐσὺ ἀνθηρὸν τὸ στῆθος σου,
φαιδρὸν τὸν οὐρανὸν
ἔχεις, καὶ ἀπὸ τὰ δένδρα σου
πολλὴ πάντοτε κρέμεται
καρποφορία. 55
ιβ´.
Καθὼς προτοῦ νυκτώσῃ,
μέσα εἰς τὸν κυανόχροον
αἰθέρα, μόνος φαίνεται
λάμπων γλυκὺς ὁ ἀστέρας
τῆς Ἀφροδίτης. 60
ιγ´.
Καθὼς μυρτιὰ ὑπερήφανος
ἀπ᾿ ἄνθη φορτωμένη
καὶ ἀπὸ δροσιὰν ἀστράπτει,
ὅταν ἡ αὐγὴ χρυσόζωνος
τὴν χαιρετάῃ· 65
ιδ´.
Οὕτω τὸ κῦμα Ἰκάριον
κτυποῦσα ἡ βάρκα, βλέπει
σὲ εἷς τὰ νησία ἀνάμεσα
λαμπρὰν καὶ ὑψηλοτάτην,
καὶ ἀγαλλιάζει. 70
ιε´.
Τί ἐγίνηκαν ἡ ἡμέραι,
ὅτε εἰς τὰς κορυφὰς
τοῦ Κερκετέως δενδρόεντος
ἐχόρευον ἡ τέχναι
στεφανωμέναι. 75
ιστ´.
Ἔρχονται, ὦ μακαρία
νῆσος, ἔρχονται πάλιν·
τὸ προμηνύουσι τ᾿ ἄντρα σου
φλογώδη, ἐξ ὧν μυρίαι
μάχαιραι ἐκβαίνουν. 80
ιζ´.
Ὡς ἡ σφῆκες μαζόνονται
ἐπὶ τὰ ὀλίγα λείψανα
σπαραγμένης ἐλάφου,
ἢ ταύρου ὁποὺ ἐκατάντησε
δεῖπνον λεαίνης, 85
ιη´.
Ἀλλ᾿ ἂν βροντήσῃ ἐξαίφνης,
πετάουν εὐθὺς καὶ ἀφίνουσι
τὴν ποθητὴν τροφήν,
ὑπὸ τὰ δένδρα φεύγουσαι
καὶ ὑπὸ τοὺς βράχους· 90
ιθ .
Οὕτως, εἰς τὰ παράλια
ἀσιατικά, τὰ πλήθη
ἀγαρηνὰ ἀναρίθμητα
βλέπω ῾νὰ ἐπισωρεύονται,
ὅμως ματαίως. 95
κ .
Σάλπιγγα μεγαλόφθογγος
«οἱ Σάμιοι», κράζει, «οἱ Σάμιοι»
καὶ ἰδοὺ τὰ πόδια τρέμουσι
μυρίων ἀνδρῶν καὶ ἀλόγων
θορυβουμένων. 100
κα .
«Οἱ Σάμιοι»· - καὶ ἐσκορπίσθησαν
τῶν ἀπίστων αἱ φάλαγγες. -
Ἄ, τί, ὦ δειλοί, δὲν μένετε
῾νὰ ἰδῆτε, ἂν τὸ σπαθί μας
κοπτερὸν ἦναι; 105
κβ .
Ἔρχονται, πάλιν ἔρχονται
χαρᾶς ἡμέραι, ὦ Σάμος·
τὸ προμηνύουν οἱ θρίαμβοι
πολλοὶ καὶ θαυμαστοί,
ποὺ σὲ δοξάζουν. 110
κγ .
Νῆσος λαμπρὰ εὐδαιμόνει·
ὅτε ἡ δουλεία σὲ ἀμαύρονε,
σ᾿ εἶδον· ἄμποτε νἄλθω
῾νὰ φιλήσω τὸ ἐλεύθερον
ἱερόν σου χῶμα. 115
κδ .
Ἐὰν φιλοτιμούμεθα
῾νὰ τὴν ῾ξαναποκτήσωμεν
μ᾿ ἵδρωτα καὶ μὲ᾿ αἷμα,
καλὸν εἶναι τὸ καύχημα
τῆς ἀρχαίας δόξης. 120
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου