Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Θάλασσα του πρωιού - Κωνσταντίνος Καβάφης

  Διακαής μου πόθος υπήρξε να ασχοληθώ με το ποίημα του Καβάφη "Θάλασσα του πρωιού", το οποίο θεωρώ ως το χαμόγελο της Μόνας Λίζας στην  υπαινικτική εκ προοιμίου καβαφική ποίηση.
   Πρόκειται, ας πούμε, για ένα ποίημα το οποίο στην πρώτη ανάγνωση αντιστέκεται ως προς την ένταξη σε μια από τις τρεις κατηγορίες (φιλοσοφικά/διδακτικά, αισθησιακά/ερωτικά, ιστορικά) στις οποίες ταξινομούνται τα ποιήματα του Καβάφη.. Κι έπειτα είναι και ο τίτλος του ποιήματος, στοιχείο πολύ σημαντικό στο καβαφικό ποιητικό σύμπαν. Παραπέμπει στην φύση, ένα θέμα που ως γνωστόν απουσιάζει από την ποίηση του Καβάφη,  ποιητή των κλειστών χώρων. 



  Σε πρώτο επίπεδο πάντως, έχουμε ένα ποιητικό υποκείμενο ( Ας υποθέσουμε ότι γυρίζει σπίτι του χαράματα μετά από μια συμποσιακού τύπου νύχτα, γεμάτη εκλεκτές συζητήσεις ή/και εκλεκτές ηδονές, ή χρόνια μετά ξαναθυμάται  που γύριζε στο σπίτι του μετά από νύχτες τέτοιους είδους) που παραχωρητικά  προτρέπει τον εαυτό του να σταθεί κι εκείνο (Άρα όπως και άλλοι. Ποιοι άραγε;) και να δει τη φύση. Αντικρύζει την πρωινή θάλασσα κάτω απ' τον ανέφελο, γαλάζιο ουρανό, βαμμένη στα μαβιά χρώματα της ανατολής του ήλιου και πλαισιωμένη από την  άμμο που χρυσίζει, ένα θέαμα εξαίσιο και μεγαλόπρεπο, το οποίο προσέχουμε ότι ο φειδωλός στην χρήση επιθέτων Καβάφης τονίζει με δυο επίθετα και, μάλιστα, με δυο φθαρμένα, τυπικά θα λέγαμε, επίθετα... "Όλα ωραία και μεγάλα φωτισμένα". Καβαφική ειρωνεία μυρίζομαι...  Η  ίδια αυτοπαρότρυνση  της ποιητικής φωνής να σταθεί και να παρατηρήσει τη φύση επανεμφανίζεται στη δεύτερη στροφή, κι εδώ στην αρχή και με την ίδια παραχωρητική διάθεση. Αυτή τη φορά συμπληρώνεται με την προσθήκη ακόμα μιας προτροπής, να ξεγελάσει τον εαυτό της ώστε να νομίσει ότι όντως τα βλέπει αυτά (κάτι που εντός της παρενθέσεως παραδέχεται ότι αλήθεια συνέβη για μια στιγμή και γνωρίζουμε ότι ο Καβάφης στις παρενθέσεις των ποιημάτων του ανασηκώνει το παραβάν, παραμερίζοντας για λίγο τα προσωπεία του, κι εκφράζει την προσωπική του στάση του για το  θέμα που θίγεται ) και δεν προβάλλει επάνω τους τις φαντασίες της, τις αναμνήσεις της και τα ινδάλματα της ηδονής. Η μαγεία λοιπόν της φύσης, του εξωτερικού χώρου, ακόμα κι αν είναι απτή και πραγματική,  αποδεικνύεται  στην πράξη ανίκανη να υπερισχύσει της ενδεχομένως πλάστης ως εξιδανικευμένης (καθώς στην φαντασία μας τα πράγματα τα πλάθουμε όπως τα θέλουμε, οι αναμνήσεις μας τείνουν να εξωραΐζουν τα γεγονότα εκ των υστέρων και το ίνδαλμα είναι μια ωραιοποιημένη αντανάκλαση κάποιου πράγματος) μαγείας του εσωτερικού, του ψυχικού κόσμου. Του κόσμου των σκέψεων, των ηδονών και των φαντασιώσεων, στοιχείων δηλαδή καθαρά ανθρώπινων...
  Άρα, πρόκειται για ένα με επιμέλεια υπαινικτικό, αισθησιακό/ερωτικό ποίημα του Καβάφη; Μπορεί. Πιθανότατα, μάλλον. Σε δεύτερο επίπεδο πάντως,  είναι ένα ποίημα για την ποίηση. Ο Καβάφης, προβάλλει, αιτιολογεί και  υπερασπίζεται τον ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα της ποίησης του κι αποκαλύπτει τον ποιητικό του δρόμο. Η "θάλασσα του πρωιού" λειτουργεί ως σύμβολο της ποιητικής τεχνικής (κι όχι πια τέχνης) της εποχής του, με την επιλογή συγκεκριμένων θεμάτων και μοτίβων, δάνειων από τη φύση συχνότατα και παρουσιασμένων με ένα αναληθή και υπερβολικό τρόπο ("ωραία και μεγάλα φωτισμένα"). Αυτού του είδους την ποίηση ο ποιητής την αντιλαμβάνεται (και άρα η παρένθεση είναι επιπλέον και  μια αναφορά στα πρώτα παρνασσιστικά και συμβολιστικά ποιήματα που έγραψε και τα αποκήρυξε ή τα ξαναέπλασε με βάση τις υστερότερες ηθικές και αισθητικές του επιλογές), αλλά την θεωρεί ανεπαρκή και χρεοκοπημένη. Ο ίδιος επιλέγει να δώσει έμφαση στον άνθρωπο και στη ναλήθεια του  και, προσκαλώντας μας στο ποιητικό του εργαστήρι, μας αποκαλύπτει το πρωτογενές υλικό της ποίησης του, την  φαντασία (με την έννοια και της σκέψης και της φαντασίωσης), την ανάμνηση και την ηδονή, όλα ανθρώπινα χαρακτηριστικά... Για' αυτό,  μας λέει, "στις χαραυγές ξεχνιέμαι"...

   Παράλληλα, φαίνεται να απορρίπτει τον στείρο φορμαλισμό της παραδοσιακής ποίησης. Από τους νόμους και τους κανόνες της κρατάει μόνο ότι του είναι αναγκαίο. Το μέτρο, για να δώσει ένα ρυθμικό βηματισμό στο στίχο, και το χωρισμό σε στροφές επειδή εξυπηρετεί τις προθέσεις του. Στην πρώτη στροφή θίγει ένα ζήτημα και στην δεύτερη το επεκτείνει, για να το αναιρέσει και να το τοποθετήσει στις σωστές του βάσεις.   

Υ.Γ.: Η ερμηνεία του ποιήματός είναι δάνεια ή εμπνευσμένη (δεν ξέρω ποιο από τα δυο) από τις παραδόσεις  του καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο Στέφανου Διαλυσμά . Την θυμάμαι  ακόμα σχεδόν 20 χρόνια μετά... Γιατί άραγε; (Κι αυτό είναι γνήσια απορία κι όχι υπαινιγμός κάποιου είδους...)

Δεν υπάρχουν σχόλια: