Ακολουθώντας μια απλουστευμένη εκδοχή της θεωρίας του Γιάκομπσον για τη γλώσσα, μπορούμε να ξεκινήσουμε λέγοντας ότι για να μιλήσουμε με κάποιον, να κάνουμε μια πράξη επικοινωνίας, απαιτούνται τα εξής: Ένας Πομπός που εκφέρει ένα Μήνυμα, το οποίο έχει μια συγκεκριμένη Μορφή και ένα ορισμένο Περιεχόμενο, απευθυνόμενος προς έναν Δέκτη, χρησιμοποιώντας έναν Κώδικα επικοινωνίας και ένα Κανάλι. Σε κάθε πράξη επικοινωνίας υπάρχουν τα συγκεκριμένα στοιχεία και κάθε ένα απο αυτά σχετίζεται με μια λειτουργία της γλώσσας...
Από όλες αυτές τις λειτουργίες, εμείς θα ασχοληθούμε εδώ με δύο: την αναφορική, που σχετίζεται με το Περιεχόμενο του μηνύματος, και την ποιητική, που σχετίζεται με τη Μορφή του μηνύματος (Από δω και πέρα θα γράφω τις λέξεις "μορφή", "περιεχόμενο" κ.τ.λ. χωρίς να είναι κεφαλαίο το πρώτο γράμμα...)
Ας δούμε ένα παράδειγμα :
"Τα ίδια! Βαριέμαι, κύριε Παπαδημητρίου!" λέει ο Κώστας (πομπός) στον γείτονα του (δέκτη) που τον ρωτάει τι κάνει. Εδώ υπερισχύει η αναφορική λειτουργία της γλώσσας και ο ο κύριος Παπαδημητρίου εστιάζει στο περιεχόμενο του μηνύματος... Ο Κώστας πλήττει, ανιά, δε βρίσκει κανένα ενδιαφέρον σε ό,τι κάνει, γιατί είναι συνεχώς το ίδιο... (Ας του δώσουμε λίγη "Αδρεναλίνη", λοιπόν, να... πάρει τα ίσα του )
Αν η φράση ήταν "Δεν την παλεύω, ρε μεγάλε" και μιλούσε ο Κώστας στον κολλητό του τον Γιώργο, θα είχε αλλάξει το επικοινωνιακό πλαίσιο και θα είχε γίνει επιλογή διαφορετικής κοινωνικής (αργκό) γλωσσικής ποικιλίας, αλλά και πάλι θα υπερίσχυε η αναφορική λειτουργία της γλώσσας. Ο Γιώργος θα εστίαζε στο περιεχόμενο του μηνύματος.
Ας δούμε,τώρα, τι λέει το ποιητικό υποκείμενο (πομπός) στο ποίημα του Καβάφη "Μονοτονία":
Τη μια μονότονην ημέραν άλλη
μονότονη, απαράλλακτη ακολουθεί. Θα γίνουν
τα ίδια πράγματα, θα ξαναγίνουν πάλι
οι όμοιες στιγμές μας βρίσκουνε και μας αφήνουν.
Μήνας περνά και φέρνει άλλο μήνα.
Aυτά που έρχονται κανείς εύκολα τα εικάζει
είναι τα χθεσινά τα βαρετά εκείνα.
Και καταντά το αύριο πια σαν αύριο να μη μοιάζει.
Ο δέκτης του ποιήματος θα καταλάβει, βέβαια, το περιεχόμενο του ποιήματος. Ανία και πλήξη και βαρεμάρα προκαλεί η συνεχής και αδιάκοπη επανάληψη των ίδιων πραγμάτων. Ωστόσο, το μήνυμα, που είναι ευκρινές και συγκεκριμένο, αποδίδεται με μια ιδιαίτερη μορφή - στη χρήση ή τη σημασία των λέξεων- και στη μορφή είναι που θα εστιάσει ο αναγνώστης κυρίως. Όχι στο "τι λέει", αλλά στο "πώς το λέει". Αυτή η λειτουργία της γλώσσας, η ποιητική, είναι εκείνη που επικρατεί στην ποίηση (βασικά, στη λογοτεχνία γενικά, αλλά εδώ εγώ για ποίηση θα μιλάω).
Ας δούμε τώρα έναν στίχο του Οδυσσέα Ελύτη: "Κάπου μεταξύ Τρίτης και Τετάρτης χάθηκε η πραγματική σου μέρα". Αντιλαμβανόμαστε την ιδιαίτερη φροντίδα για τη μορφή. Τι λέει, όμως? Μεταξύ Τρίτης και Τετάρτης δεν υπάρχει κάποια μέρα. Πώς χάθηκε η μέρα μου εκεί? Και τι εννοεί πραγματικά? Δεν υπάρχουν οι μέρες μου? Χρειάζεται να το ψάξει λίγο καλύτερα ο δέκτης για να αποκτήσει το μήνυμα του στίχου περιεχόμενο ή, μάλλον, για να αποκαλυφθεί το περιεχόμενο που κρύβεται επιμελώς πίσω από την ιδιαίτερη μορφή... Οι μέρες που ζεις είναι ψεύτικες, γιατί χάνεις την ουσία των πραγμάτων στο ενδιάμεσο των ημερών που αφήνεις να περνούν αδιάκοπα και μονότονα και σε σκοτώνει η πλήξη. Βλέπουμε ότι κι εδώ υπερισχύει η ποιητική λειτουργία της γλώσσας, ωστόσο το περιεχόμενο του μηνύματος δεν είναι καθόλου εμφανές ή συγκεκριμένο. Τόσο που θα μπορούσε κάποιος να μου πει - καθότι δεν τον ρώτησα προσωπικά τον Ελύτη τι εννοούσε (Αλλά και να τον ρωτούσα, δεν θα είχε κάποια αξία. Θρυλείται πως κάποτε πήγαν δυο φοιτητές που μάλωναν για την ερμηνεία ενός ποιήματος του και τον ρώτησαν τι εννοούσε. Κι αυτός εντυπωσιάστηκε και τους είπε πως τίποτα από τα δυο δεν του 'χε περάσει από το μυαλό)- καθώς δεν είναι ξεκάθαρο το νόημα του στίχου, πως είμαι άσχετος και το ποίημα καθόλου δε μιλάει για αυτό. Και θα είχε δίκιο (όχι ως προς το άσχετος). Γιατί πλέον έχουμε μπει στα χωράφια της νεότερης ή νεωτερικής ή μοντέρνας ποίησης, στην οποία το ποίημα επιδέχεται πολλών υποκειμενικών ερμηνειών. Έχει, δηλαδή, πολλά περιεχόμενα και, μάλιστα, αυτό είναι που του προσδίδει ιδιαίτερη αξία... Το να μπορεί κάθε αναγνώστης να "ξαναγράφει" το ποίημα κάθε φορά διυλίζοντάς το μέσα από τις εμπειρίες του.
Φαίνεται εδώ ξεκάθαρα, λοιπόν, η εσωτερική διαφορά ανάμεσα στην παραδοσιακή (το ποιήμα του Καβάφη, ως ένα σημείο) και την νεωτερική ποίηση:
- Στην νεωτερική ποίηση υπάρχει συνειρμική ανάπτυξη των νοημάτων και/ ή έκφραση τους μέσω συμβόλων και χωρίς λογική αλληλουχία.
Για τις εξωτερικές διαφορές της παραδοσιακής και της νεωτερική ποίησης, θαρρώ πως ένας Καβάφης δεν είναι κατάλληλος.
Από τη μια έχουμε το παρακάτω πολύ γνωστό ποιηματάκι για ένα εκκλησάκι στο οποίο δεν πατάει ψυχή (εγώ χρησιμοποιώ τώρα την αναφορική λειτουργία της γλώσσας, ο ποιητής την ποιητική):
Εις το βουνό ψηλά εκεί
είν’ εκκλησιά ερημική·
το σήμαντρό της δεν κτυπά...
―δεν έχει ψάλτη ουδέ παπά!
είν’ εκκλησιά ερημική·
το σήμαντρό της δεν κτυπά...
―δεν έχει ψάλτη ουδέ παπά!
Το ποιηματάκι αυτό ας πούμε ότι αντιπροσωπεύει την παραδοσιακή ποίηση.
Τώρα συγκρίνετέ το με τα "Γυάλινα Γιάννινα" του Μιχάλη Γκανά ή το "Πρωινό Άστρο" του Γιάννη Ρίτσου ή το "Στο παιδί μου" του Αναγνωστάκη ή τη "Γένεση " από το "Άξιον Εστίν" του Ελύτη. Η διαφορά είναι εύγλωττη και ξεκάθαρη... (Σημείωση: Ο Καρυωτάκης (Μια δέσμη από τριαντάφυλλα) σηματοδοτεί τη μετάβαση από την παραδοσιακή στην νεωτερική ποίηση για την ελληνική λογοτεχνία)
- Τα νεωτερικά ποίηματα δεν έχουν συγκεκριμένο μέτρο. Ο ρυθμός είναι εσωτερικός και σχετίζεται με την εναλλαγή των νοημάτων
- Τα ποιήματα της νεωτερικής ποίησης δεν έχουν ομοιοκαταληξία
- Οι στίχοι δεν έχουν ίσο αριθμό συλλαβών
- Οι στροφές (αν υπάρχουν) δεν έχουν ίσο αριθμό στίχων
- Χρησιμοποιούνται αντιποιητικές λέξεις ή λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου... Και κάθε φορά που συμβαίνει αυτό, όλες οι λέξεις ενός ποιήματος -όσο αντιποιητικές ή καθημερινές τις βρίσκουμε, αδιάφορο- γίνονται ποιητικές: θα φταίει η ποιητική λειτουργία της γλώσσας μάλλον!
- Η στίξη δεν υπάρχει ή, άν υπάρχει, η χρήση της είναι ιδιάζουσα
Διαφορές νεωτερικής και παραδοσιακής ποίησης.
Η παραδοσιακή ποίηση διακρίνεται από τα εξής χαρακτηριστικά.
- Οργάνωση στίχων σε στροφές με σταθερό αριθμό στίχων, με πιο συνηθισμένη την τετράστιχη στροφή.
- Οι στίχοι έχουν ορισμένο αριθμό συλλαβών, και ορισμένο μέτρο, άρα καθορισμένο και εξωτερικό ρυθμό.
- Οι στίχοι έχουν ομοιοκαταληξία, συνήθως.
- Τα σημεία στίξης χρησιμοποιούνται κανονικά.
- Χρησιμοποιούνται ιδιαίτερες, σπάνιες και «ποιητικές λέξεις».
- Ο λόγος είναι καλλιεργημένος και, μερικές φορές ιδιαίτερος, αλλά αφήνει να φανεί ξεκάθαρα το νόημα του ποιήματος.
- Το ποίημα παρουσιάζεται στην τέλεια και ολοκληρωμένη του μορφή.
- Τα ποιήματα δεν οργανώνονται σε σταθερές, όσον αφορά τον αριθμό των στίχων, στροφές , αλλά σε άνισες μεταξύ τους στροφικές ενότητες, ενώ ορισμέναποιήματα αποτελούν ένα και μοναδικό στροφικό σύνολο.
- Ο στίχος είναι ελεύθερος. Δεν έχει ορισμένο και σταθερό αριθμό συλλαβών, δεν υπάρχει ομοιοκαταληξία, δεν υπάρχει μέτρο. Κάθε στίχος έχει δικό του ρυθμό.
- Δεν υπάρχει σταθερός ενιαίος εξωτερικός ρυθμός , αλλά η ενότητα του ποιήματος επιτυγχάνεται από την ύπαρξη ενός, κρυμμένου συχνά, εσωτερικού ρυθμού, που βασίζεται στην εναλλαγή και την συνάφεια των νοημάτων.
- Τα ποιήματα θυμίζουν συχνά τον πεζό λόγο.
- Είναι σπάνια και ιδιάζουσα, όταν υπάρχει, η χρήση των σημείων στίξης.
- Χρησιμοποιούνται συχνά «αντιποιητικές» λέξεις, λέξεις του καθημερινού λεξιλογίου, λέξεις της επιστημονικής ορολογίας.
- Εκφραστική τόλμη. Δημιουργία λεκτικών συνόλων που αποτελούνται από συνδυασμούς λέξεων και εννοιών αταίριαστων.
- Η νεωτερική ποίηση δεν έχει λογικό ειρμό, είναι κρυπτική και υπαινικτική. Δίνει λίγα στοιχεία για το θέμα της. Έτσι επιδέχεται (και επιθυμεί ) πολλές ερμηνείες.
- Παρακολουθούμε κατά κάποιο τρόπο την γέννηση του ποιήματος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου