ΟΚ. Από την πρώτη σχολική ηλικία και τα πομπώδη και στομφώδη εμβατήρια το μάθαμε και το εμπεδώσαμε: Η Ελλάδα ποτέ δεν πεθαίνει. Ωραία! Και μετά;
Πραγματικός φίλος σου δεν είναι εκείνος που λέει πόσο καλυτερότερος είσαι ό,τι κι αν κάνεις, πόσο τέλειος πλάσμα είσαι και τι ωραία που τα κάνει όλα, ακόμα κι αν κάνεις λάθος ή κάνεις βλακείες. Πραγματικός σου φίλος είναι εκείνος που όταν την κάνεις την κουτσουκέλα σου τη λέει, εκείνος που προσπαθεί να σε εμποδίσει να κάνεις λάθος και εκείνος που σου τα ψέλνει όταν χρειάζεται και για όσο χρειάζεται. Το ίδιο ισχύει και για την φιλοπατρία. Η πατρίδα στην οποία ανήκεις είναι στοιχείο της ταυτότητάς σου. Την αγαπάς για αυτό που είναι, όπως με την οικογένειά σου. Με τα καλά της, που οφείλει να προσπαθήσεις να διατηρήσεις και να βελτιώσεις, και με τα κακά της, που οφείλεις να προσπαθήσεις να τα διορθώσεις. Και αυτό το στοιχείο είναι καθοριστικό για τη σχέση που πρέπει να αναπτύσσεις μαζί της. Να λες, με άλλα λόγια, ότι την αγαπάς επειδή είναι η καλύτερη όλων και να αισθάνεσαι περήφανος για αυτό, δεν είναι πάρα πολύ υγιές ή ωφέλιμο και είναι περισσότερο προσβολή προς αυτήν. Όχι μόνο για το ωφελιμιστικό του πράγματος (και για το σύμπλεγμα κατωτερότητας από το οποίο φαίνεται ότι πάσχεις καθώς με τα κόλυβα του Λεωνίδα κάνεις κηδεία- γίνε πρώτα εσύ Λεωνίδας και μετά νοιώσε περήφανος), αλλά και γιατί λατρεύοντας μια ωραιοποιημένη εικόνα της πατρίδας σου, της Ελλάδας εν προκειμένω, αυτό που παραδέχεσαι έμμεσα είναι ότι δε σου αρέσει η πραγματική της και προσπαθείς να την εξωραΐσεις. Κι αυτό είναι το στοιχείο που καθιστά εμετικό το τραγούδι που εγκαινιάζει την εποχή της παρακμής του Διονύση Σαββόπουλο με «των Ελλήνων τις κοινότητες» που «φτάνουν σ’ άλλους Γαλαξίες».Η παραπάνω παράγραφος είναι προπομπός και πρόλογος μιας σειράς δημοσιεύσεων με τίτλο «Ανθελληνικόν», στις οποίες θα παρουσιάζονται με ελάχιστο ή καθόλου σχολιασμό, τραγούδια με θέμα ό,τι ΔΕΝ είναι το τραγούδι του Σαββόπουλου που λέγαμε. Αντίθετα, ασκούν κριτική στην δυσώδη και εφιαλτική ενίοτε καθημερινότητα της χώρας πίσω από τα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» καθώς και την νοοτροπία (που ήδη εδώ και εκατό χρονια έχει ψέξει ο Παλαμάς με τον στίχο «των Ευρωπαίων περίγελος και των αρχαίων παλιάτσοι») της στείρας προγονολατρείας και του συμπλέγματος κατωτερότητας απέναντι στη Δύση που έχει διαποτίσει το σύγχρονο ελληνικό κράτος από την ίδρυσή του μέχρι και τις μέρες μας.
Και για αρχή θα βάλω την «Ελένη» του Θάνου Μικρούτσικου και της Χαρούλας Αλεξίου, σε στίχους του Μπάμπη Τσικληρόπουλου, ένα τραγούδι το οποίο συνομιλεί με το καθαυτό εθνικό μας εμβατήριο. Διότι η Ελλάδα μπορεί να μην πεθαίνει, αλλά τι γίνεται με τους Έλληνες; Με άλλα λόγια: Να πεθαίνεις για την Ελλάδα είναι άλλο και άλλο εκείνη να σε πεθαίνει και εκεί που λες αλλάξανε τα πράγματα και σηκώνεις να αρπάζει, κλέβει το όνειρό σου και να του κάνει χαρακίρι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου