"Άξιον Εστί": Υπήρξε μία από τις κορυφαίες ποιητικές δημιουργίες του Ελύτη, το έργο με το οποίο απέκτησε σημαίνουσα θέση στην εθνική λογοτεχνία, προσφέροντας ταυτόχρονα μία «συλλογική μυθολογία» και ένα «εθνικό έργο».Εκδόθηκε το 1959 και το 1963 μελοποιήθηκε εμπνευσμένα από το Μίκη Θεοδωράκη.
Η λογοτεχνική κριτική υπογράμμισε την αισθητική αξία του, καθώς και την τεχνική του αρτιότητα. Η γλώσσα του επαινέθηκε για την κλασσική ακρίβεια της φράσης, .ενώ η αυστηρή δόμησή του χαρακτηρίστηκε ως άθλος που «δεν αφήνει να διαφανεί πουθενά ο παραμικρός βιασμός της αυθόρμητης έκφρασης».
Η λογοτεχνική κριτική υπογράμμισε την αισθητική αξία του, καθώς και την τεχνική του αρτιότητα. Η γλώσσα του επαινέθηκε για την κλασσική ακρίβεια της φράσης, .ενώ η αυστηρή δόμησή του χαρακτηρίστηκε ως άθλος που «δεν αφήνει να διαφανεί πουθενά ο παραμικρός βιασμός της αυθόρμητης έκφρασης».
Απαρτίζεται από τρία τμήματα . Τη «Γένεση», τα «Πάθη» και το «Δοξαστικό». Η σύνθεση του ποιήματος είναι διαρθρωμένη πάνω στα μέρη της θείας λειτουργίας. Αποδίδεται με θαυμαστό τρόπο η ατομική και η συλλογική μοίρα. Ο ποιητής κατορθώνει να συγκεράσει και να εκφράσει ατομικά και συλλογικά πάθη, μέσα από έναν ποιητικό λόγο στον οποίο ακούγονται καθαρά οι φωνές της αρχαίας, της μεσαιωνικής και της νεώτερης παράδοσης. Διακρίνονται, και στην γλώσσα και στην μορφή, επιρροές από την Παλαιά και Καινή Διαθήκη, τον Ερωτόκριτο, τους εκκλησιαστικούς ύμνους (και κυρίως αυτούς του Ρωμανού του Μελωδού), τον Σολωμό και τον Κάλβο, το δημοτικό τραγούδι, τον Παπαδιαμάντη και τον Μακρυγιάννη.
Το ίδιο σχήμα, της έκφρασης του ατομικού μέσα από το συλλογικό και το αντίθετο, υπάρχει και στα «Πάθη». Ο ποιητής αφηγείται τα πάθη του Έθνους (πόλεμος, Κατοχή) μέσω της ατομικής του εμπειρίας.
Στο «Δοξαστικό» αποθεώνεται υμνούμενος ο μικρός κόσμος (και μέσω της σύνδεσης που έχει επιτευχθεί και ο μέγας), τα πάθη και την γέννηση του οποίου, έχει ήδη τραγουδήσει. Εάν η "Γένεση" είναι η Ζωή και τα «Πάθη» ο Θάνατος, το «Δοξαστικό » αποτελεί μαζί Ανάσταση και Αθανασία. Το κακό επαναστρέφεται σε καλό και ανακαλείται εκστατικά κάθε τι το οποίο «Άξιον εστί», αξίζει δηλαδή.
Για το πρώτο απόσπασμα του βιβλίου τα κλειδιά ερμηνείας είναι η σειρά των τελικών δευτερευουσών προτάσεων και η πολυσημία της λέξης "κόσμος" στο τελευταίο στίχο, ο οποίος αποτελεί και την κατακλείδα -επωδό στην ενότητα της "Γένεσης". (Μπορείτε να δείτε έναν πολύ πλατύτερο σχολιασμό του ύμνου και σύγκριση της κοσμογονίας που περιγράφει με εκείνη από τον "Ζητιάνο" Καρκαβίτσα εδώ.) Στο βιβλίο περιέχεται το μεγαλύτερο μέρος του τρίτου ύμνου της "Γένεσης" στο οποίο περιγράφεται η γέννηση της θάλασσας και των νησιών εντελώς τελολογικά ως ένα μέρος ενός θεϊκό σχεδίου. Ένας τόπος ο οποίος είναι φτιαγμένος για τον άνθρωπο και με τον οποίο ο άνθρωπος είναι αναπόσπαστα δεμένος, γιατί προέρχεται από αυτόν, είναι προέκταση του και αξεδιάλυτο μέρος του. Κι είναι φτιαγμένος με τέτοιο τρόπο που, παρά την απόλυτη συνάφεια και συμβατότητα στα όρια της ταύτισης που αναφέρθηκε παραπάνω, δεν οδηγεί τον άνθρωπο σε πνευματικό τέλμα και σε στείρα μαλθακή μακαριότητα. Γιατί οι φαινομενικές ελλείψεις του είναι στην πραγματικότητα τα εργαλεία, τα κίνητρα του ανθρώπου να εμβαθύνει και να φτάνει στην ουσία των πραγμάτων και παράλληλα ("άλλοτε από τον ίδιο ουρανό" λέει κάπου ο Καββαδίας) να μην φοβάται να ξανοίγεται στο άπειρο, να κρατά ετοιμοπόλεμο και ελεύθερο το πνεύμα του...
Κατόπιν αυτών, το συμπέρασμα της επωδού έρχεται χωρίς χάσματα, αβίαστα, λογικά και αναπόφευκτα... Τα νησιά αυτά, αν και μικρά, είναι ένας πλήρης κόσμος απέραντης ομορφιάς (κόσμος= στολίδι) και ένας ολοκληρωμένος κόσμος απίστευτης τελειότητας (κόσμος= σύμπαν) για όλους τους ανθρώπους (άντε, να το τραβήξω και λίγο παραπάνω, κόσμος= πλήθος, πολλοί άνθρωποι μαζεμένοι). Δείτε, αν θέλετε, σε παλιότερη ανάρτηση του ιστολογίου το αφιερωμένο στη "Γένεση" βιντεάκι της "Εκπαιδευτικής τηλεόρασης". Την οπτικοποίηση της μελοποίησης του αποσπάσματος θα την παραθέσω κι εδώ.
Το δεύτερο απόσπασμα του σχολικού βιβλίου προέρχεται από τα "Πάθη". Ας το ακούσουμε λίγο μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη σε ένα πρόχειρο βιντεάκι που έφτιαξα, επενδυμένο με εικαστικές δημιουργίες του ποιητή.
Ο τόνος εδώ δεν είναι πανηγυρικός και χαρούμενος, μα σκοτεινός. Και με τις δυο έννοιες. Και δυσκολονόητος και σοβαρός/ μελαγχολικός. Πλην η μελαγχολία που υπάρχει είναι αυτή της γνώσης της σοβαρότητας μιας κατάστασης κι όχι εκείνη της παραίτησης... Το ποιητικό υποκείμενο εδώ εστιάζει στο άλλο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό της ελληνικής φύσης. Τα ψηλά και απόκρημνα βουνά. Τα βουνά αντιμετωπίζονται στο ποίημα ως θεματοφύλακας και εκφραστής της μνήμης, ως σύμβολο σταθερότητας και διαχρονικά και συγχρονικά. Από την μια, δηλαδή, συμβολίζουν το ενιαίο και το αδιάσπαστο της ελληνικότητας ("καλότυχα είναι τα βουνά ποτέ τους δεν γερνάνε...") και από την άλλη, τόσο την αδάμαστη και την αδούλωτη ψυχή των κατοίκων της χώρας όσο και τους μαχητές της (κάθε) Αντίστασης ενάντια στον (κάθε) κατακτητή... Και από τα βουνά είναι εκπορεύεται η τελική ανάσταση...
Διότι, όπως και αλλού (κι ίσως προφητικά) στο "Άξιον Εστί" λέει ο Ελύτης ("Τα Πάθη, Ζ'" ), ο ίδιος ο τόπος είναι αυτός που δεν δέχεται την υποταγή...
"ΗΡΘΑΝ ντυμένοι "φίλοι" αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας.
"Αυτά τα δέντρα δεν βολεύονται με λιγότερο ουρανό... "
Για το πρώτο απόσπασμα του βιβλίου τα κλειδιά ερμηνείας είναι η σειρά των τελικών δευτερευουσών προτάσεων και η πολυσημία της λέξης "κόσμος" στο τελευταίο στίχο, ο οποίος αποτελεί και την κατακλείδα -επωδό στην ενότητα της "Γένεσης". (Μπορείτε να δείτε έναν πολύ πλατύτερο σχολιασμό του ύμνου και σύγκριση της κοσμογονίας που περιγράφει με εκείνη από τον "Ζητιάνο" Καρκαβίτσα εδώ.) Στο βιβλίο περιέχεται το μεγαλύτερο μέρος του τρίτου ύμνου της "Γένεσης" στο οποίο περιγράφεται η γέννηση της θάλασσας και των νησιών εντελώς τελολογικά ως ένα μέρος ενός θεϊκό σχεδίου. Ένας τόπος ο οποίος είναι φτιαγμένος για τον άνθρωπο και με τον οποίο ο άνθρωπος είναι αναπόσπαστα δεμένος, γιατί προέρχεται από αυτόν, είναι προέκταση του και αξεδιάλυτο μέρος του. Κι είναι φτιαγμένος με τέτοιο τρόπο που, παρά την απόλυτη συνάφεια και συμβατότητα στα όρια της ταύτισης που αναφέρθηκε παραπάνω, δεν οδηγεί τον άνθρωπο σε πνευματικό τέλμα και σε στείρα μαλθακή μακαριότητα. Γιατί οι φαινομενικές ελλείψεις του είναι στην πραγματικότητα τα εργαλεία, τα κίνητρα του ανθρώπου να εμβαθύνει και να φτάνει στην ουσία των πραγμάτων και παράλληλα ("άλλοτε από τον ίδιο ουρανό" λέει κάπου ο Καββαδίας) να μην φοβάται να ξανοίγεται στο άπειρο, να κρατά ετοιμοπόλεμο και ελεύθερο το πνεύμα του...
Κατόπιν αυτών, το συμπέρασμα της επωδού έρχεται χωρίς χάσματα, αβίαστα, λογικά και αναπόφευκτα... Τα νησιά αυτά, αν και μικρά, είναι ένας πλήρης κόσμος απέραντης ομορφιάς (κόσμος= στολίδι) και ένας ολοκληρωμένος κόσμος απίστευτης τελειότητας (κόσμος= σύμπαν) για όλους τους ανθρώπους (άντε, να το τραβήξω και λίγο παραπάνω, κόσμος= πλήθος, πολλοί άνθρωποι μαζεμένοι). Δείτε, αν θέλετε, σε παλιότερη ανάρτηση του ιστολογίου το αφιερωμένο στη "Γένεση" βιντεάκι της "Εκπαιδευτικής τηλεόρασης". Την οπτικοποίηση της μελοποίησης του αποσπάσματος θα την παραθέσω κι εδώ.
Διότι, όπως και αλλού (κι ίσως προφητικά) στο "Άξιον Εστί" λέει ο Ελύτης ("Τα Πάθη, Ζ'" ), ο ίδιος ο τόπος είναι αυτός που δεν δέχεται την υποταγή...
"ΗΡΘΑΝ ντυμένοι "φίλοι" αμέτρητες φορές οι εχθροί μου το παμπάλαιο χώμα πατώντας.
Και το χώμα δεν έδεσε ποτέ με τη φτέρνα τους. Έφεραν το Σοφό, τον Οικιστή και το Γεωμέτρη, Βίβλους γραμμάτων και αριθμών, την πάσα Υποταγή και Δύναμη, το παμπάλαιο φως εξουσιάζοντας. Και το φως δεν έδεσε ποτέ με τη σκέπη τους.
Ούτε μέλισσα καν δε γελάστηκε το χρυσό ν' αρχινίσει παιχνίδι ούτε ζέφυρος καν, τις λευκές να φουσκώσει ποδιές. Έστησαν και θεμελίωσαν στις κορφές, στις κοιλάδες, στα πόρτα πύργους κραταιούς κι επαύλεις ξύλα κι άλλα πλεούμενα, τους Νόμους, τους θεσπίζοντας τα καλά και συμφέροντα, στο παμπάλαιο μέτρο εφαρμόζοντας. Και το μέτρο δεν έδεσε ποτέ με τη σκέψη τους.
Ούτε καν ένα χνάρι θεού στην ψυχή τους σημάδι δεν άφησε ούτε καν ένα βλέμμα ξωθιάς τη μιλιά τους δεν είπε να πάρει. Έφτασαν ντυμένοι "φίλοι" αμέτρητες φορές οι εχθροί μου, τα παμπάλαια δώρα προσφέροντας. Και τα δώρα τους άλλα δεν ήτανε παρά μόνο σίδερο και φωτιά. Στ' ανοιχτά που καρτέραγαν δάχτυλα μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά. Μόνον όπλα και σίδερο και φωτιά
".
Κι είναι πολύ ενδεικτικό και χαρακτηριστικό ότι η ίδια σκέψη υπάρχει και στον Ρίτσο, έναν ποιητή προερχόμενο από ένα διαφορετικό ποιητικό σύμπαν κα υποστηρικτή μιας διαφορετικής θεώρησης της ζωής.
5 σχόλια:
Εξαιρετικό !!!
Σ' ευχαριστώ!
Ωραίοι οι στίχοι και τα σχόλια, αλλά οι φιγούρες των δήθεν αντιστασιακών και πράγματι εξολοθρεφτών κάθε αληθινού αντιστασιακού,για το χατήρι της δικτατορίας του προλεταριάτου, ήταν ατόπιμα...
"Μαύρα κοράκια, με νύχια γαμψά..."
Αν τουλάχιστον ξέραμε πως γράφεται το "ατόπιμα" πριν αρχίζσουμε τα σχόλια...
Δημοσίευση σχολίου