Μιας και σαν σήμερα πέθανε το 1975 ο Νίκος Καββαδίας, ας ασχοληθούμε σήμερα με κάτι δικό του, το ποίημα "Γυναίκα", που περιλαμβάνεται στην εκδοθείσα το 1975, μετά το θάνατο του ποιητή συλλογή "Τραβέρσο", έχει ωστόσο χρονική και τοπική ένδειξη "Ινδικός Ωκεανός, 1951" .
Το ποίημα αναφέρεται στην γυναίκα στη γενική και διαχρονική της ουσία και την αρχετυπική της
εκδοχή, όπως αυτή εκφράζεται από την αρχή του χρόνου και τις προϊστορικές σπηλαιογραφίες της Αλταμίρας (γλωσσικός ακτιβισμός) μέχρι σήμερα. Και σε όλους του χώρους, από το Σινικό Τείχος μέχρι τα θεμέλια των Πυραμίδων. Το ποίημα είναι μεν ένας ύμνος στην γυναίκα σε όλες τις εκφάνσεις, ταυτόχρονα όμως η σχέση μαζί της περιγράφεται να είναι συγκρουσιακή. Καθώς αντιπροσωπεύει τον υπέρτατο πειρασμό για τον ναυτικό, όντας ο αντίθετος πόλος σε σχέση με τη ζωή που έχει επιλέξει. Το στοιχείο αυτό διαπλέκεται με την συνήθη σύγκρουσή στεριάς και θάλασσας που αποτελεί βασικό μοτίβο της ποιητικής του Καββαδία η οποία εκφράζεται στο ποίημα συμβολικά με διάφορους τρόπους, για παράδειγμα, μέσω του φιδιού και της σμέρνας αλλά και του γλάρου που χυμάει να στραβώσει το δελφίνι. Αλλά και πιο ξεκάθαρα στο σημείο που λέει ότι το χάδι της στα λιγοστά μαλλιά του μπορεί να τον δελέασε, αλλά αυτό πια δεν ισχύει, δεν είχε διάρκεια. Καθίσταται δηλαδή η γυναίκα κίνδυνος για το ναυτικό, μήπως με την μυστηριακή γοητεία της τον δελεάσει και τον απομακρύνει από την θάλασσα. Για αυτό στο τέλος εξυμνεί τον αγοραίο έρωτα στα λιμάνια ως υπέρτατη εκδήλωση της μυστηριακής γοητείας της γυναίκας. Γιατί μέσω του αγοραίου έρωτα, μπορεί ο ναυτικός να αφεθεί στην γοητεία αυτήν που το ασκεί η γυναίκα και να την βιώσει χωρίς να κινδυνεύσει να απολέσει το βασικό προορισμό της ζωής του, τα ταξίδια και την θάλασσα.
"πρώτη φορά, σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα" |
Το ποίημα είναι ένα από εκείνα που μελοποίησε ο Μικρούτσικος στον "Σταυρό του Νότου" και ξεκινάει με την αγαπημένη φράση του Θάνου Μικρούτσικου, η οποία κατά την γνώμη του συνοψίζει το νόημα της ποίησης του Καββαδία: "Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία". Όπως είχε αναφέρει, με αυτόν τον στίχο ο ποιητής παραινεί τους ανθρώπους να παλέψουν για το αδύνατο, να παλέψουν να δαμάσουν το πιο άγριο ζώο και να χορέψουν στο φτερό του. Ο τελευταίος δίσκος του, που κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του, όλος μη τυχαίως ονομάζεται έτσι ακριβώς: "Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία"
Ωστόσο, δεν το μελοποίησε ολόκληρο. Ίσως αυτό να οφείλεται στο γεγονός ότι η "Γυναίκα" είναι το πιο άτακτο μετρικά και στιχουργικά ποίημα του ποιητή, έχοντας ποικιλία αριθμού συλλαβών ανά στίχο, Το πιο πιθανό είναι πάντως, με μια πρόχειρη ματιά, ότι ο Μικρούτσικος διάλεξε εκείνα τα σημεία στα οποία η γυναίκα ως σύμβολο διαγράφεται πιο ξεκάθαρα. Σε κάθε περίπτωση από τις εννιά στροφές του ποιήματος επιλέγει να μελοποιήσει την 1η, την 2η, την 4η, την 5η και την 9η στροφή. Η "Γυναίκα" ευτύχησε ως μελοποίηση να είναι εκπληκτική σε όλες τις δισκογραφημένες εκδοχές της. Η μελωδία και το ρυθμικό σχήμα αλλάζουν σε κάποια σημεία στις εκτελέσεις των υπόλοιπων καββαδιακών δίσκων του Μικρούτσικους αλλά η επιλογή των στίχων που περιλαμβάνονται στην μελοποίηση δεν αλλάζει. Κι επειδή είναι όλες καταπληκτικές, θα τις βάλω και τις τέσσερις:
1) Σταυρός του Νότου
2) Οι γραμμές των οριζόντων
3) Σταυρός του Νότου 2005
4) Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία
Πρέπει να σημειωθεί πάντως, ότι υπάρχει ακόμα μια μελοποίηση του ποιήματος, του Χάρη Παπαδόπουλου, με την φωνή του Βασίλη Λέκκα. Στην μελοποίηση αυτή μελοποιούνται οι ακόλουθες στροφές: 1η, 4η, 5η, 7η και 9η. Δεν ξέρω εάν έχει δισκογραφηθεί.
Ακολουθεί ολόκληρο το ποίημα.
Γυναίκα
Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα.
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία.
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.
Από παιδί βιαζόμουνα, μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε, σήμερα δε με ορίζει.
Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούντζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;
Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη, αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά, σε μια σπηλιά, στην Αλταμίρα.
Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ που μ' είδες.
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες.
Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.
Πράσινο. Αφρός, θαλασσινό βαθύ και βυσσινί.
Γυμνή. Μονάχα ένα χρυσό στη μέση σου ζωστήρι.
Τα μάτια σου τα χώριζαν εφτά Ισημερινοί
μες στου Giorgione το αργαστήρι.
Πέτρα θα του 'ριξα και δε με θέλει το ποτάμι.
Τι σου 'φταιξα και με ξυπνάς προτού να φέξει.
Στερνή νυχτιά του λιμανιού δεν πάει χαράμι.
Αμαρτωλός που δε χαρεί και που δε φταίξει.
Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου, χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου