«Η τιμή και το χρήμα» αποτελεί έργο κομβικής
σημασίας στη σταδιοδρομία του Κωνσταντίνου Θεοτόκη και ο όρος να ειδωθεί όχι
μόνο από την άποψη της σπουδαιότητας αλλά και χωροταξικά, θα λέγαμε, δηλαδή με
περισσότερο κυριολεκτική σημασία…
Γιατί
εδώ ο κοινωνικός του προβληματισμός είναι μπολιασμένος με τον στέρεο και γλαφυρό νατουραλισμό των
πρώιμων «Κορφιάτικων ιστοριών», διανθισμένος με την έμμονη στην ψυχογραφία των ύστερων έργων, ενώ ένας από τους χαρακτήρες του, η Ρήνη, με την ανατροπή της στο τέλος της
νουβέλας, αποκτά σχεδόν μεσιανιστικές διαστάσεις, προδίδοντος την πρώιμη
ενασχόληση του με την αρχαία ινδική γραμματεία και τη γερμανική φιλοσοφία.
Ήδη
από τον τίτλο φαίνεται η προβληματική του έργου. Η τιμή και το χρήμα αποτελούν τους δυο πόλους
γύρω από τους οποίους περιστρέφεται η υπόθεση. Αποσιωπάται όμως ο τρίτος, η αγάπη, και αυτό δεν είναι τυχαίο. Να
σημειώσουμε παράλληλα πως μια από τις σημασίες της λέξης "τιμή" είναι αυτή της
χρηματικής αξίας, οπότε ο γράφων θεωρεί ευστοχότερο το τίτλο της
κινηματογραφικής ταινίας που βασίζεται
στο έργο, της «Τιμής της αγάπης»,
γιατί αυτός φανερώνει και τους τρείς πόλους
της προβληματικής του έργου. Δεν πιστεύω ωστόσο ότι θα έπρεπε να κατηγορήσουμε τον Θεοτόκη για
κάτι, γιατί ο άνθρωπος δεν ήθελε να γράψει μια αισθηματική ιστορία, αντίθετα
πρόθεση του ήταν, πιστεύω, να δείξει πόσο,
συνθλιμμένη στις μυλόπετρες της τιμής και του χρήματος που θέτει η
κοινωνία, η αγάπη στο τέλος δεν νικά (ή μήπως νικά;), αντίθετα με την γνωστή
επιστολή του Αποστόλου Παύλου.
α ξεκινήσω σκιαγράφηση τον χαρακτήρων, αντίθετα από τη συνήθη πρακτική, με τους δυο δευτερεύοντες χαρακτήρες, τον πατέρα της Ρήνης και το θείο του Ανδρέα. Γιατί με τις πράξεις ή τις μη-πράξεις τους καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της υπόθεσης.
α ξεκινήσω σκιαγράφηση τον χαρακτήρων, αντίθετα από τη συνήθη πρακτική, με τους δυο δευτερεύοντες χαρακτήρες, τον πατέρα της Ρήνης και το θείο του Ανδρέα. Γιατί με τις πράξεις ή τις μη-πράξεις τους καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της υπόθεσης.
Ο πατέρας της Ρήνης είναι ένας άνθρωπος χαμηλών τόνων, ηττημένος, που αντιμετωπίζει στωικά την χλεύη της γυναίκας
του, μπεκρής. Περιφέρεται μέσα στην θλίψη και τις ενοχές του και, σαν χορός αρχαίας τραγωδίας, συναισθάνεται και συμ-παθεί αλλά
δεν μπορεί να επηρεάσει τη δράση. Προσφέρει
αμέριστα την συναισθηματική του υποστήριξη, εντοπίζει από την αρχή το πρόβλημα και το θέτει στις
σωστές του διαστάσεις -πράγμα φυσικό, έτσι όπως είναι εκ της αδυναμίας του
αποστασιοποιημένος από τη ζωή της
οικογένειας- αλλά τις σωστές προτάσεις του αδυνατεί να υποστηρίξει… Είναι όμως
άνθρωπος καλών προθέσεων…
Ο θείος
του Αντρέα είναι ένας άνθρωπος που προκρίνει την τιμή της ξεπεσμένης
οικογένειας τους κι ολοένα υπενθυμίζει το
χρέος του (υλικό και ηθικό, να ακόμα μια λέξη που η ηθική και η
οικονομία συναντιέται) στον Αντρέα, με σκοπό να τον πείσει να παντρευτεί
μια πλούσια με προίκα και να γλυτώσει το σπίτι του, που ανάγεται σε σύμβολο της οικογενειακής
τιμής . Οι παρεμβάσεις του όμως δεν είναι τόσο καταλυτικές, με αποτέλεσμα ο ήδη
άβουλος και αναποφάσιστος Αντρέας,
βαρώντας μια στο καρφί και μια στο πέταλο, να τα χάσει όλα. Και τη γυναίκα που αγαπάει και το σπίτι. Και την αγάπη και την τιμή.
Είναι, όμως, ο θείος άνθρωπος καλών
προθέσεων…
Η σιόρα Επιστήμη αναλαμβάνει σε μια
ανδροκρατούμενη κοινωνία τον ρόλο του άντρα. Μεταξύ μας, και με βάση το
χαρακτήρα και τις ικανότητες της, το απολαμβάνει. Αλλά δεν της αρέσει το αναγκαστικό του πράγματος,
το οφειλόμενο στην αδυναμία του αντρός της. Για αυτό και τον προσβάλλει με όλους
τους τρόπους μέσα στους τοίχους της
οικογενειακής εστίας. Εκτός όμως τα πράγματα αλλάζουν. Αντιμετωπίζοντας τις
κοινωνικές σχέσεις σαν ένα ρινγκ με
βελούδινα γάντια, γίνεται το τείχος προστασίας της οικογένειας της και της τιμής αυτής. Αυτό είναι που την
ενδιαφέρει. Η τιμή της οικογένειας με βάση τις κοινωνικές νόρμες. Επειδή είναι
μια παραφωνία σ’ αυτές και δίνει αφορμή για σχόλια, σιχαίνεται τον άντρα της.
Αυτές έχοντας υπόψη, προσπαθεί να μην ακουστεί τίποτα ηθικά επιλήψιμο για τις
κόρες της. Κι αυτές επικαλείται όταν, αρνούμενη να δώσει τα παραπάνω χρήματα
στον Αντρέα, του λέει πως, αφού εξέθεσε
τη Ρήνη, οφείλει να την παντρευτεί. (Οι καιροί όμως αλλάζουν και δεν το έχει
καταλάβει….) Το πλάνο της ζωής της, το magnus opus της είναι η αποκατάσταση όλων των κορών της –
πράγμα που την οδηγεί στην άρνηση της να
ρίξει τα άλλα της παιδιά και να δώσει τα παραπάνω χρήματα που ζητάει ο Αντρέας- και, έχοντας συνείδηση του κοινωνικού
πλαισίου, γνωρίζει πως τα χρήματα είναι αναγκαία γι' αυτό. Έτσι, δε διστάζει να
αναμιχθεί (όπως και ο Αντρέας άλλωστε) σε
παράνομες πράξεις. Γιατί οι νόμοι της, απούσας κατά τα άλλα, πολιτείας
το μόνο πράγμα που κάνουν είναι να
στέκονται εμπόδιο στην πραγμάτωση του σκοπού της. Κι αυτή η απουσία της
πολιτείας είναι που την αναγκάζει στο τέλος να ενδυθεί τον ρόλο του άντρα και της οπλίζει με το μαχαίρι το χέρι στην ανόητη και άτσαλη προσπάθεια να
προασπιστεί αυτοδικώντας την τιμή της
οικογένειας… Στο τέλος τα χάνει όλα. Και οδηγείται σιδηροδέσμια στη φυλακή, και
παραχωρεί και τα χρήματα που πεισματικά σε όλη την νουβέλα αρνιόταν να δώσει,
αναθεματίζοντάς τα παράλληλα. Παρά ταύτα
όμως και κάτω από το σκληρό
κέλυφος που αναγκάστηκε να φτιάξει για
να επιβιώσει, η αγάπη για την οικογένειά της υπαγορεύει τις πράξεις της. Και
ναι! Έχει τις καλύτερες προθέσεις…
Ο Ανδρέας είναι ωραίο παιδί. Κι ως γνωστόν,
οι ωραίοι έχουν χρέη!
Του Ανδρέα τα χρέη όμως δεν είναι τέτοια σαν αυτά που
υπαινίσσεται το τραγούδι. Αρχικά τουλάχιστον! Γιατί ο Αντρέας κουβαλάει στους ώμους του αμαρτίες γονέων. Πρέπει να προασπιστεί την οικογενειακή τιμή (άλλου είδους τιμή αυτή, εφόσον
είναι γόνος ξεπεσμένης αριστοκρατικής οικογένειας) από χρέη για τα οποία δεν
ευθύνεται. Η διάσωση του σπιτιού του από την κατάσχεση αποτελεί το τελευταίο
σύνορο διασφάλισης της τιμής αυτής. Κι είναι διατεθειμένος για να το καταφέρει, να χρησιμοποιήσει κάθε νόμιμο (γάμος με πλούσια νύφη, εφόσον στην εποχή αυτή η προικοθηρία είναι
όχι μόνο νόμιμη αλλά και ηθική και κοινωνικά επαινετή πρακτική) και παράνομο
(λαθρεμπόριο, για τους ίδιους λόγους με την σιόρα Επιστήμη) μέσο.
Η γνωριμία με τη Ρήνη και ο έρωτάς τους λειτουργεί για αυτόν σαν πειρασμός, που διαλύει την ευαίσθητη κι εύθραυστη ισορροπία του και του ανατρέπει το πλάνο της ζωής του. Αδύναμος να διαλέξει ανάμεσα στο πρέπει και το θέλω, βραχυκυκλώνει και πελαγοδρομεί σε αλλεπάλληλα ήξεις-αφήξεις. Σε ένα από αυτά κλέβει τη Ρήνη, πράγμα που σημαίνει ότι η προοπτική του συμβατικού γάμου με πλούσια νύφη αποκλείεται. Αντί όμως να σταθεί στο ύψος της επιλογής του και να την υποστηρίξει, και αυτή και τις συνέπειές της, αποφασίζει να διεκδικήσει και τον σκύλο και την πίτα. Ποντάροντας στο γεγονός ότι η Ρήνη, έχοντας συνάψει ερωτική σχέση εκτός γάμου και περιμένοντας και παιδί, είναι κοινωνικά απόκληρη, αν δεν την αποκαταστήσει, εκβιάζει τη σιόρα Επιστήμη να του δώσει τα χρήματα που του λείπουνε για να ξεχρεώσει το σπίτι του. Μετά τις συνεχόμενες αρνήσεις της, εγκαταλείπει την έγκυο κι ατιμασμένη (οξύμωρο, μιας και ο ίδιος ό,τι κάνει το κάνει για την τιμή του) από τον ίδιο Ρήνη στο υποθηκευμένο σπίτι του και φεύγει περιμένοντας το μοιραίο, την κατάσχεση του σπιτιού του και την απώλεια της τιμής του, εφόσον οι παράνομες δραστηριότητές του δεν του αποφέρουν όσα χρειάζεται. Την παραμονή της κατάσχεσης η τύχη φαίνεται να του χαμογελά, μετά την αποτυχημένη επίθεση της σιόρας Επιστήμης και την ακόλουθη συναίνεσή της στα όσα ζητάει. Περιχαρής ο Αντρέας νομίζει ότι τα κέρδισε όλα. Όμως, λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο. Χάνει και το σπίτι του και τη Ρήνη κι αναθεματίζει κι αυτός τα «τάλαρα». Ας πρόσεχε… Κρίμα τις καλές του προθέσεις…
Η γνωριμία με τη Ρήνη και ο έρωτάς τους λειτουργεί για αυτόν σαν πειρασμός, που διαλύει την ευαίσθητη κι εύθραυστη ισορροπία του και του ανατρέπει το πλάνο της ζωής του. Αδύναμος να διαλέξει ανάμεσα στο πρέπει και το θέλω, βραχυκυκλώνει και πελαγοδρομεί σε αλλεπάλληλα ήξεις-αφήξεις. Σε ένα από αυτά κλέβει τη Ρήνη, πράγμα που σημαίνει ότι η προοπτική του συμβατικού γάμου με πλούσια νύφη αποκλείεται. Αντί όμως να σταθεί στο ύψος της επιλογής του και να την υποστηρίξει, και αυτή και τις συνέπειές της, αποφασίζει να διεκδικήσει και τον σκύλο και την πίτα. Ποντάροντας στο γεγονός ότι η Ρήνη, έχοντας συνάψει ερωτική σχέση εκτός γάμου και περιμένοντας και παιδί, είναι κοινωνικά απόκληρη, αν δεν την αποκαταστήσει, εκβιάζει τη σιόρα Επιστήμη να του δώσει τα χρήματα που του λείπουνε για να ξεχρεώσει το σπίτι του. Μετά τις συνεχόμενες αρνήσεις της, εγκαταλείπει την έγκυο κι ατιμασμένη (οξύμωρο, μιας και ο ίδιος ό,τι κάνει το κάνει για την τιμή του) από τον ίδιο Ρήνη στο υποθηκευμένο σπίτι του και φεύγει περιμένοντας το μοιραίο, την κατάσχεση του σπιτιού του και την απώλεια της τιμής του, εφόσον οι παράνομες δραστηριότητές του δεν του αποφέρουν όσα χρειάζεται. Την παραμονή της κατάσχεσης η τύχη φαίνεται να του χαμογελά, μετά την αποτυχημένη επίθεση της σιόρας Επιστήμης και την ακόλουθη συναίνεσή της στα όσα ζητάει. Περιχαρής ο Αντρέας νομίζει ότι τα κέρδισε όλα. Όμως, λογαριάζει χωρίς τον ξενοδόχο. Χάνει και το σπίτι του και τη Ρήνη κι αναθεματίζει κι αυτός τα «τάλαρα». Ας πρόσεχε… Κρίμα τις καλές του προθέσεις…
Η Ρήνη είναι ο ξενοδόχος που λέγαμε. Σε
αντίθεση με τους άλλους χαρακτήρες της νουβέλας που λειτουργούν καθ’ όλη τη διάρκειά της σε συγκεκριμένα πλαίσια, η Ρήνη εξελίσσεται ως ανθρώπινη προσωπικότητα και λογοτεχνικός χαρακτήρας. Την πρώτη μεταμόρφωση την προκαλεί ο έρωτας (Η
ίδια όμως είναι μέσα της έτοιμη να ανταποκριθεί). Άμεσος, καταλυτικός,
καθαγιαστικός, εξακολουθητικός και, εν
τέλει, απελευθερωτικός. Φλεγόμενη από τη
δύναμη της αγάπης της η Ρήνη, δεν διστάζει να αδιαφορήσει για τα κοινωνικά στερεότυπα, βάζει στο σπίτι της
τον Αντρέα, αφήνεται να την κλέψει, μένει έγκυος στο παιδί του… Εκλιπαρεί την
μάνα της αρχικά να δώσει όσα χρήματα χρειάζεται για να μη χάσει την ευτυχία της,
τονίζοντας την εργατικότητά της («δουλευτήδες
είμαστε κι οι δυο») που θα αποτρέψει να αδικηθούν τα αδέρφια της. Πλην μάταια. Η επίμονη άρνηση της μάνας της δεν
την πτοεί. Με το ίδιο επιχείρημα ("δουλευτήδες είμαστε κι οι δυο, ποιον έχουμε
ανάγκη") ζητάει από τον Ανδρέα να παραιτηθεί από τις αξιώσεις του χάριν του
έρωτά τους. Πλην μάταια. Χρυσό κορίτσι, θα της άξιζε ένα συμβατικά ευτυχισμένο
τέλος. Κι έρχεται η δεύτερη μεταμόρφωση, υπαγορευμένη κι αυτή από τον έρωτα,
ομού με την μητρότητα… Η Ρήνη αρνείται τον Ανδρέα, παρά τον έρωτα της και
εξαιτίας του έρωτά της, με τον ίδιο αμετάκλητο και τελεσίδικο τρόπο με τον οποίο αρνείται
το Φροσί τον «Γιάννη, το φονιά» στο ομώνυμο τραγούδι.
Γιατί δε θέλει αυτός ο έρωτας να γίνει αντικείμενο αγοραπωλησίας, αρνείται αυτόν το έρωτα που την απελευθέρωσε να τον περιορίσει μέσα στα όρια ενός συμβιβασμού. Αρνείται, εν πολλοίς και οξυμώρως, την αγάπη για να τη διαφυλάξει… Κι αποφασίζει να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της γιατί – και ο ενικός δεν είναι τυχαίος- «δουλεύτρα είμαι εγώ, ποιον έχω ανάγκη». Στο τέλος, έχει χάσει πια και την τιμή της και την αγάπη… Μόνο που ήταν επιλογή της! Αν φεύγει για την Αθήνα το κάνει, φρονώ, όχι από φόβο για την καταλαλιά του κόσμου – οι πράξεις της είναι δηλωτικές της άποψής της για τα κοινωνικά στερεότυπα- μα για να προφυλάξει το παιδί της από αυτήν. Κι αν αρνείται τον έρωτά της, το κάνει για να τον κρατήσει αγνό κι αμόλυντο. Και δεν κατηγορεί ούτε τα «τάλαρα» ούτε κανέναν. Γιατί η Ρήνη, που η μάνα της «αδύναμο μέρος» την ανεβάζει, «αδύναμο μέρος» την κατεβάζει σ’ όλο το κείμενο, δε μένει στις προθέσεις. Πράττει κιόλας. Και "πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί» της, έχοντας μάλιστα πει και το «Μεγάλο Όχι».
Γιατί δε θέλει αυτός ο έρωτας να γίνει αντικείμενο αγοραπωλησίας, αρνείται αυτόν το έρωτα που την απελευθέρωσε να τον περιορίσει μέσα στα όρια ενός συμβιβασμού. Αρνείται, εν πολλοίς και οξυμώρως, την αγάπη για να τη διαφυλάξει… Κι αποφασίζει να μεγαλώσει μόνη της το παιδί της γιατί – και ο ενικός δεν είναι τυχαίος- «δουλεύτρα είμαι εγώ, ποιον έχω ανάγκη». Στο τέλος, έχει χάσει πια και την τιμή της και την αγάπη… Μόνο που ήταν επιλογή της! Αν φεύγει για την Αθήνα το κάνει, φρονώ, όχι από φόβο για την καταλαλιά του κόσμου – οι πράξεις της είναι δηλωτικές της άποψής της για τα κοινωνικά στερεότυπα- μα για να προφυλάξει το παιδί της από αυτήν. Κι αν αρνείται τον έρωτά της, το κάνει για να τον κρατήσει αγνό κι αμόλυντο. Και δεν κατηγορεί ούτε τα «τάλαρα» ούτε κανέναν. Γιατί η Ρήνη, που η μάνα της «αδύναμο μέρος» την ανεβάζει, «αδύναμο μέρος» την κατεβάζει σ’ όλο το κείμενο, δε μένει στις προθέσεις. Πράττει κιόλας. Και "πέρα πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί» της, έχοντας μάλιστα πει και το «Μεγάλο Όχι».
Όλοι λοιπόν οι ήρωες βλέπουμε πως έχουν
αγαθές προθέσεις. Ο Θεοτόκης εκκινά από τη βασική αρχή του νατουραλισμού ότι οι
άνθρωποι δεν είναι ελεύθεροι γιατί είναι έρμαιο των επιθυμιών τους και των
εξωτερικών συνθηκών. Σφάλλουν οι ήρωες; Αναμφίβολα. Όλοι; Το αυτό. Ο πατέρας της Ρήνης φταίει που αφέθηκε να
γίνει αδύναμος κι άφησε απροστάτευτη την
οικογένεια του. Ο θείος του Αντρέα
φταίει που, ενώ τον επηρέασε αρνητικά απέναντι στην Ρήνη, δεν κατόρθωσε να τον
πείσει τουλάχιστον να φανεί συνεπής απέναντι στα πρέπει του. Η σιόρα Επιστήμη
φταίει γιατί απαξιώνοντας τον ήδη αδύναμο άνδρα της στερεί από την οικογένειά της ακόμα ένα στήριγμα, γιατί, κι ενώ είχε όλες τις ενδείξεις από την κόρη
της, άφησε να αναπτυχθεί μια τέτοια σχέση ανάμεσα στη Ρήνη και τον Ανδρέα -σχέση ασύμβατη για την κοινωνικού χαρακτήρα έννοια της τιμής την οποία προασπίζει, γιατί άφησε τον σκοπό (η ευτυχία
της οικογένειάς της) να καλυφθεί από το μέσο (χρήματα), γιατί, μονοκόμματη και απροσάρμοστη, δεν κατάφερε να ελιχθεί με τον απαιτούμενο
τρόπο στις δημιουργηθείσες συνθήκες ώστε να πάρει τις σωστές αποφάσεις, γιατί με τη σπασμωδική της κίνηση να μαχαιρώσει τον Αντρέα και με την επερχόμενη φυλάκισή της στερεί την οικογένειά της από το μοναδικό
της (όπως η ίδια είχε φροντίσει) στήριγμα, γιατί καταλήγει να βασίζει την διάσωση
της στην συνδρομή του Αντρέα- που δεν τον λες κι υπόδειγμα αποφασιστικότητας ή
σύνεσης. Ο Αντρέας φταίει που ποτέ δεν κατάφερε να διαλέξει ανάμεσα στο πρέπει και το θέλω, που δεν είχε τη
σοφία του στωικού να αποδεχθεί το αναπόφευκτο, που ερωτοτροπούσε εκ του ασφαλούς, που χρησιμοποίησε τον έρωτά του σαν μέσο
εκβιασμού, που παράτησε την έγκυο αγαπημένη του στο υποθηκευμένο σπίτι. Κι η
Ρήνη φταίει. Όχι με βάση τα μέτρα της εποχής, αυτά η ίδια επέλεξε να τα
αγνοήσει. Η Ρήνη φταίει (για να προσθέσουμε και μια φροϋδική πινελιά, ευχαριστώ τη gia-des για την επισήμανση) διότι διάλεξε
να παραδώσει εν λευκώ την καρδιά της σε έναν άντρα σαν τον πατέρα της, με την ίδια ατολμία και αδυναμία. Που θέλει
αλλά δεν μπορεί. Συμφωνώ με την Σαπφώ, ο
έρωτας είναι «αμάχανον όρπετον», αλλά καλό είναι, άμα είναι να δώσουμε κάπου την καρδιά μας,
να τη δώσουμε σε κάποιον που θα και την εκτιμήσει και δεν θα την ποδοπατήσει.
Οι ήρωες λοιπόν σφάλλουν, αλλά δεν τους
λείπει ούτε η ηθική ούτε η αγάπη. Η αμαρτία τους κατάγεται από την αρχαία τραγωδία και όχι από
τη χριστιανική ηθική. Σφάλλουν από λάθος υπολογισμό κι όχι από κακία, δρώντας όμως αναμενόμενα και άρα νομοτελειακά, συνεπώς μοιραία.
Δεν φταίνε οι ίδιοι, τόσοι ήτανε, για να θυμηθώ και λίγο τον Αναγνωστάκη. Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε εν είδει παρέκβασης να αναφερθώ στην παρόμοιας προβληματικής ταινία «Σπίτι από άμμο και ομίχλη».
Δεν φταίνε οι ίδιοι, τόσοι ήτανε, για να θυμηθώ και λίγο τον Αναγνωστάκη. Στο σημείο αυτό θα μου επιτρέψετε εν είδει παρέκβασης να αναφερθώ στην παρόμοιας προβληματικής ταινία «Σπίτι από άμμο και ομίχλη».
Δυο συντριμμένοι από τη ζωή και εν πολλοίς συμπαθείς ήρωες, μια νεαρή
αμερικανίδα και ένας εξόριστος Πέρσης αξιωματούχος του Σάχη, συγκρούονται – δικαστικά
στην αρχή- για ένα σπίτι, αυτό που
κατασχέθηκε από την κοπέλα λόγω
γραφειοκρατικού λάθους και αγόρασε ο εξόριστος αξιωματούχος έναντι πινακίου
φακής. Για αυτήν. είναι αναγκαίο το σπίτι για να διαφυλάξει την
οικογενειακή μνήμη και να διατηρήσει έτσι την ταυτότητά της. Για αυτόν, το σπίτι είναι ο ύστατος τρόπος να
ζήσει την οικογένεια του, καθώς ως επιχειρηματίας καταστράφηκε οικονομικά,
πράγμα που η οικογένειά του δε γνωρίζει. Προτίθεται να το πουλήσει στο
τετραπλάσιο της αξίας του. Η σύγκρουση αυτών των δυο ταλαιπωρημένων ανθρώπων γιγαντώνεται και η τραγωδία θα είναι
αναπόφευκτη, εκτός εάν κάποιος από τους δυο, σε οποιοδήποτε σημείο της δράσης,
μπορέσει να βρει τη νηφαλιότητα ν' αποφύγει το επόμενο σφάλμα (που κι εδώ
υπαγορεύεται από τις καλύτερες προθέσεις). Θα το κάνει; Δεν θα σας πω για την
ταινία, δείτε την.
Για να γυρίσουμε στην «Τιμή και το χρήμα», το ίδιο ακριβώς ισχύει κι εδώ. Εάν οποιοσδήποτε από τους ήρωες, σε οποιοδήποτε σημείο της ιστορίας απέφευγε το σφάλμα, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό και κατά πάσα πιθανότητα, ευτυχέστερο (άρα αδιάφορο δραματουργικά και δεν θα ασχολούμασταν τώρα μαζί του). Κανείς δεν το κάνει, μαχούμενος παράλληλα για την ηθική και προασπιζόμενος την τιμή και την υπόληψη του, όπως τις βλέπει από την πλευρά του. Ο Ανδρέας και ο θείος του για την τιμή της καταγωγής τους. Η Σιόρα Επιστήμη για την τιμή της οικογένειάς της και των θυγατέρων της. Η Ρήνη για την τιμή της αγάπη της. Μόνο που η ηθική τους -πλην της Ρήνης- είναι δοτή, δημιουργήθηκε ερήμην τους και εξαρτάται από τις κοινωνικές υπαγορεύσεις. Και για να την προασπίσουν, κάνουν στα αισθήματά τους αυτό που έκανε ο πρωτομάστορας στη γυναίκα του (κι όχι ότι έκανε ο Πεζόστρατος στον "Ερωτόκριτο" ), τουλάχιστον η Σιόρα Επιστήμη και ο Αντρέας. Τα θυσιάζουν, τα θέτουν σε δεύτερη μοίρα τόσο που εξαφανίζονται από τον ορίζοντα. Κανείς από τους ήρωες δε στερείται αισθημάτων και το βασικό ελατήριο όλων - κι όχι μόνο της Ρήνης για τα αισθήματα της οποίας θα μιλήσουμε παρακάτω- κάθε άλλο παρά ταπεινό είναι, εφόσον πρόκειται για την αγάπη η οποία όντως ανάγεται στον τρίτο πόλο γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η δράση. Το τρίτο όμως και σε σειρά σπουδαιότητας ή σε επίπεδο πράξης. Η σιόρα Επιστήμη επειδή αγαπάει την κόρη της και τα άλλα της παιδιά αγωνίζεται. Ο θείος του Αντρέα αγαπάει την Ρήνη, για αυτό και την παζαρεύει. Κι από αγάπη για την οικογένειά του θέλει να την απαλλάξει από τα χρέη που κηλιδώνουν την τιμή της. Ο πατέρας της Ρήνης αγαπάει την κόρη του και νοιώθει ότι είναι θύμα των συνθηκών και των περιστάσεων, πλην δεν μπορεί να βοηθήσει. Ο θείος του Αντρέα τον αγαπάει και θέλει να αποκαταστήσει την τιμή της οικογένειας του. Για όλους αυτούς, όμως, για να εκδηλωθεί η αγάπη, υπάρχουν προαπαιτούμενα. Η ικανοποίηση της τιμής. Και ο μόνος τρόπος που ξέρουν είναι το χρήμα. Τα «τάλαρα».
()
Στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι η σχέση του Ανδρέα και της σιόρας Επιστήμης με τα χρήματα κάθε άλλο παρά φετιχιστική είναι. Δεν είναι ούτε τσιγκούνηδες, ούτε παραδόπιστοι. Αν η σιόρα Επιστήμη κάθεται και χαϊδεύει το ερμάρι που τα κρύβει κι όλο τα μετράει, δεν είναι επειδή τα λατρεύει αυτά καθαυτά. Το κάνει επειδή οραματίζεται αυτό που αντιπροσωπεύουν, τα βλέπει δηλαδή ως μέσο για την ικανοποίηση του βασικού σκοπού της, την αποκατάσταση όλων των παιδιών της, γεγονός που προσπορίζει τιμή. Κι αν ο Αντρέας καταφεύγει σε τόσο σκληρά παζάρια, δεν το κάνει για να τα κλείσει αυτός σε ένα ερμάρι και να τα λατρεύει. Το κάνει για να διασώσει την τρωθείσα τιμή της οικογένειάς του. Μόνο που και οι δυο στην πορεία ξεχνούν τον σκοπό. Κι όταν αντιλαμβάνονται την πλάνη τους -καθυστερημένα κι αυτοί, όπως ο Κρέοντας στην «Αντιγόνη» - αντιδρούν με την ίδια φράση: «Ανάθεμα τα τάλαρα».
Για να γυρίσουμε στην «Τιμή και το χρήμα», το ίδιο ακριβώς ισχύει κι εδώ. Εάν οποιοσδήποτε από τους ήρωες, σε οποιοδήποτε σημείο της ιστορίας απέφευγε το σφάλμα, το αποτέλεσμα θα ήταν διαφορετικό και κατά πάσα πιθανότητα, ευτυχέστερο (άρα αδιάφορο δραματουργικά και δεν θα ασχολούμασταν τώρα μαζί του). Κανείς δεν το κάνει, μαχούμενος παράλληλα για την ηθική και προασπιζόμενος την τιμή και την υπόληψη του, όπως τις βλέπει από την πλευρά του. Ο Ανδρέας και ο θείος του για την τιμή της καταγωγής τους. Η Σιόρα Επιστήμη για την τιμή της οικογένειάς της και των θυγατέρων της. Η Ρήνη για την τιμή της αγάπη της. Μόνο που η ηθική τους -πλην της Ρήνης- είναι δοτή, δημιουργήθηκε ερήμην τους και εξαρτάται από τις κοινωνικές υπαγορεύσεις. Και για να την προασπίσουν, κάνουν στα αισθήματά τους αυτό που έκανε ο πρωτομάστορας στη γυναίκα του (κι όχι ότι έκανε ο Πεζόστρατος στον "Ερωτόκριτο" ), τουλάχιστον η Σιόρα Επιστήμη και ο Αντρέας. Τα θυσιάζουν, τα θέτουν σε δεύτερη μοίρα τόσο που εξαφανίζονται από τον ορίζοντα. Κανείς από τους ήρωες δε στερείται αισθημάτων και το βασικό ελατήριο όλων - κι όχι μόνο της Ρήνης για τα αισθήματα της οποίας θα μιλήσουμε παρακάτω- κάθε άλλο παρά ταπεινό είναι, εφόσον πρόκειται για την αγάπη η οποία όντως ανάγεται στον τρίτο πόλο γύρω από τον οποίο περιστρέφεται η δράση. Το τρίτο όμως και σε σειρά σπουδαιότητας ή σε επίπεδο πράξης. Η σιόρα Επιστήμη επειδή αγαπάει την κόρη της και τα άλλα της παιδιά αγωνίζεται. Ο θείος του Αντρέα αγαπάει την Ρήνη, για αυτό και την παζαρεύει. Κι από αγάπη για την οικογένειά του θέλει να την απαλλάξει από τα χρέη που κηλιδώνουν την τιμή της. Ο πατέρας της Ρήνης αγαπάει την κόρη του και νοιώθει ότι είναι θύμα των συνθηκών και των περιστάσεων, πλην δεν μπορεί να βοηθήσει. Ο θείος του Αντρέα τον αγαπάει και θέλει να αποκαταστήσει την τιμή της οικογένειας του. Για όλους αυτούς, όμως, για να εκδηλωθεί η αγάπη, υπάρχουν προαπαιτούμενα. Η ικανοποίηση της τιμής. Και ο μόνος τρόπος που ξέρουν είναι το χρήμα. Τα «τάλαρα».
()
Στο σημείο αυτό να επισημάνω ότι η σχέση του Ανδρέα και της σιόρας Επιστήμης με τα χρήματα κάθε άλλο παρά φετιχιστική είναι. Δεν είναι ούτε τσιγκούνηδες, ούτε παραδόπιστοι. Αν η σιόρα Επιστήμη κάθεται και χαϊδεύει το ερμάρι που τα κρύβει κι όλο τα μετράει, δεν είναι επειδή τα λατρεύει αυτά καθαυτά. Το κάνει επειδή οραματίζεται αυτό που αντιπροσωπεύουν, τα βλέπει δηλαδή ως μέσο για την ικανοποίηση του βασικού σκοπού της, την αποκατάσταση όλων των παιδιών της, γεγονός που προσπορίζει τιμή. Κι αν ο Αντρέας καταφεύγει σε τόσο σκληρά παζάρια, δεν το κάνει για να τα κλείσει αυτός σε ένα ερμάρι και να τα λατρεύει. Το κάνει για να διασώσει την τρωθείσα τιμή της οικογένειάς του. Μόνο που και οι δυο στην πορεία ξεχνούν τον σκοπό. Κι όταν αντιλαμβάνονται την πλάνη τους -καθυστερημένα κι αυτοί, όπως ο Κρέοντας στην «Αντιγόνη» - αντιδρούν με την ίδια φράση: «Ανάθεμα τα τάλαρα».
Τα χρήματα λοιπόν είναι ο υπαίτιος «που δυο
ψυχές δεν βρήκαν καταφύγιο»,
διαπίστωση που συνάδει και με το προαναφερθέν light motive της νουβέλας. Μόνο που η πρόθεση του συγγραφέα
δεν είναι σκέτα ηθογραφική κι ο σκοπός του δεν είναι να δείξει μόνο ποιο είναι το πρόβλημα αλλά και
να ερευνήσει την γενεσιουργό αιτία του και να ασκήσει κριτική στην κοινωνία.
Γιατί αυτή είναι κατ’ ουσίαν υπεύθυνη με τις δομές και τα στερεότυπά της. Που
διδάσκει τους ανθρώπους πώς να βγάζουν τον χειρότερο εαυτό τους. Που τους
καθιστά υπόδουλους στις συμβάσεις τόσο, ώστε να απ-ανθρωποποιούνται. Που τους σκλαβώνει με τις
ανισότητες και τον υλισμό της και τους εξαναγκάζει να καταφεύγουν σε κάθε μέσο για να επιβιώσουν. Που κάνει τον άνθρωπο αντικείμενο αγοραπωλησίας. Που…
Σ’ αυτά
τα πλαίσια, η φιγούρα της Ρήνης
εξυψώνεται σε διαχρονικό σύμβολο του ανθρώπου με την καθολική έννοια, του ανθρώπου που οραματίζεται ο
συγγραφέας για τους χρόνους που θα ‘ρθουν και, σε πολλά σημεία, περιμένουμε κι
εμείς ακόμα σήμερα. Και μάλιστα σε δυο επίπεδα.: στο πρακτικό και στο ηθικό. Στο
πρακτικό, γιατί η Ρήνη παύει να είναι άβουλη (κι άρα "μοιραία" που λέγαμε παραπάνω), παίρνει τη μοίρα της στα χέρια
της και αποφασίζει η ίδια τι είναι το καλύτερο για αυτήν και το παιδί της,
βασιζόμενη στην εσωτερική φωνή της συνείδησής της κι όχι στις επιταγές μιας χρεωκοπημένης
και απ-ανθρωποιημένης κοινωνίας. Στο ηθικό, γιατί, ας μη γελιόμαστε, η Ρήνη,
αυτή που με τόση αποφασιστικότητα την υπερασπίστηκε, δεν θυσίασε την αγάπη της.
Το κουφάρι της αγάπης του Ανδρέα θυσίασε, νεκρής ήδη από τις παλινωδίες του. Κι έτσι, κατόρθωσε να διαφυλάξει τη δική της αγάπη αμόλυντη από συμβιβασμούς, παραδίδοντας πολύτιμη παρακαταθήκη
που διδάσκει πώς πρέπει οι άνθρωποι να απαιτούν το όνειρό τους. Καθάριο κι
ακέραιο.
Οπότε, μήπως δικαίως έθεσα υπό αίρεση την
αρχική διαπίστωση ότι η αγάπη στο τέλος ηττάται?
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου