Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Κυριακή 28 Μαρτίου 2010

Πρόσφυγες…. Δεν έχω σπίτι ,δεν έχω ελπίδα… Ή μήπως έχω?

Το ζόρι βγάζει λάδι, λέει μια παροιμία. Οι Mικρασιάτες και Κωνσταντινοπολίτες ήταν «προκομμένοι» άνθρωποι και οι ιδιάζουσες και εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες υπό τις οποίες και στις οποίες βρέθηκαν στην Ελλάδα, τους ώθησαν να αναπτύξουν όλες τους τις ικανότητες.
  Αρχικά, έγιναν δεκτοί με συμπάθεια από τους ντόπιους, αλλά μετά άρχισαν να θεωρούνται υπαίτιοι για κάθε κακοδαιμονία της παθογενούς ελληνικής κοινωνίας του 1920. Όταν έγινε κατανοητό από όλους ότι αυτή η κατάσταση δεν ήταν προσωρινή, όπως πίστευαν, αντιμετωπίστηκαν από μεγάλο μέρος της κοινωνίας ως δυνάμει αντίπαλοι. Άλλωστε τους ξένιζε η διαφορετική προφορά των προσφύγων, οι διαφορετικές τους συνήθειες, ο διαφορετικός τους τρόπος ζωής εν γένει. Θεωρούσαν πόρνες τις γυναίκες, επειδή πλένονταν συχνά ('παστρικές') και ήταν αναγκασμένες να βγαίνουν από το σπίτι και να δουλεύουν, τους ονόμαζαν τουρκόσπορους, τους θεωρούσαν όλους εγκληματίες, γενικεύοντας τις απόπειρες μερικών να επιβιώσουν χρησιμοποιώντας μέσα που τοποθετούνται στα όρια της παρανομίας ή μετά από αυτά, τους εκμεταλλεύονταν πατώντας στην ανάγκη τους να επιβιώσουν.
Μέσα σε όλα αυτά, οι πρόσφυγες κατόρθωσαν όχι μόνο να αντέξουν, αλλά και να αφήσουν και το στίγμα τους στην ελληνική κοινωνία.
Στον αθλητισμό, ας πούμε, έδωσαν ιδιαίτερη ώθηση. Ενώ ως τότε στην Ελλάδα ο αθλητισμός ήταν προνόμιο μιας μικρής ελίτ, γνώρισε πλατιά ανάπτυξη, ιδίως το ποδόσφαιρο το οποίο το είχαν γνωρίσει – Οι Σμυρναίοι ειδικά- από Άγγλους ναύτες και το είχαν αγαπήσει. Ο Πανιώνιος και ο Απόλλων Σμύρνης (Αθηνών) υπήρξαν κατεξοχήν προσφυγικά σωματεία, με την έννοια ότι μεταφέρθηκε η έδρα τους από την Σμύρνη στη Αθήνα, ο ΠΑΟΚ και η ΑΕκ είναι «παιδιά» του κωνσταντινοπολίτικου σωματείου «Πέρα Κλάμπ», ο Ολυμπιακός υποστηρίχθηκε, κυρίως, από πρόσφυγες που ζούσαν στον Πειραιά, ενώ, τέλος, προσφυγικά σωματεία ιδρύθηκαν παντού όπου είχαν εγκατασταθεί πρόσφυγες (Νίκη Βόλου, Ιωνικός Νίκαιας, Απόλλων Καλαμαριάς).
Τα λεγόμενα σμυρναίικα ή/και πολίτικα τραγούδια βασίζονταν σε ανατολίτικες κλίμακες και κυριαρχούσε σε αυτά το βιολί και το ούτι.

 Από την μείξη αυτών των στοιχείων με τις μουσικές και τους ήχους των λαϊκών τάξεων και του περιθωρίου του Πειραιά δημιουργήθηκε ένα νέο είδος τραγουδιών, τα ρεμπέτικα, με κύριο όργανο το μπουζούκι και προεξάρχοντες τον Συριανό Μάρκο Βαμβακάρη, τον Ανέστη Δελιά, τον Στράτο Παγιουμτζή, και τον Γιώργο Μπάτη , οι οποίοι ίδρυσαν την «Ξακουστή τετράδα του Πειραιώς», την πρώτη ρεμπέτική κομπανία. Ο ήχος αυτός, με την συνδρομή του Τσιτσάνη, του Παπαιωάννου και άλλων, αποτέλεσε την βάση για την δημιουργία αυτού που ονομάζουμε, από το 1950 και ως τις μέρες μας, «λαϊκό» τραγούδι. (Το τραγουδάκι αυτό σχετίζεται και με την προηγούμενη ανάρτηση με τα άστρα και τα ζώδια...)
Παραβλέποντας, αλλά μην παραγνωρίζοντας, την συμβολή των προσφύγων στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και στην γυναικεία χειραφέτηση, ιδιαίτερα ωφελήθηκε απο την παρουσία τους η λογοτεχνία και οι τέχνες γενικότερα. Αρχικά, είναι διακριτή στα ελληνικά γράμματα μια επιμέρους λογοτεχνική ομάδα, η λεγόμενη «Αιολική Σχολή», επειδή τα μέλη της προέρχονται από την Μικρά Ασία και όλο η ένα κομμάτι του έργου τους αναφέρεται στην Μικρά Ασία (Ο Βενέζης, με την «Γαλήνη» και το «Νούμερο 31328», Ο Κόντογλου, με το «Αιβαλί η πατρίδα μου», ο Στρατής Δούκας με την «Ιστορία ενός αιχμαλώτου»). Ο Κόντογλου υπήρξε ακόμα ζωγράφος και αγιογράφος, δάσκαλος πολλών μεγάλων ζωγράφων, όπως του Τσαρούχη, και , μεταξύ άλλων, φιλοτέχνησε και τις τοιχογραφίες (ήταν το γκράφιτι της εποχής) του Ευαγγελισμού, Καθεδρικού Ναού της Ρόδου. Υπήρχαν ακόμα ο Κοσμάς Πολίτης (Στου Χατζηφράγκου), ο νομπελίστας ποιητής Γιώργος Σεφέρης , η Διδώ Σωτηρίου (Οι νεκροί περιμένουν, Ματωμένα χώματα) και άλλοι.
Τέλος η κατάσταση που είχε διαμορφωθεί στην Ελλάδα μετά τον θάνατο της Μεγάλης Ιδέας, την μικρασιατική καταστροφή και την προσφυγιά , οδήγησε στην δημιουργία της πρώτης «χαμένης γενιάς» της ελληνικής λογοτεχνίας, που- με κυριότερο εκπρόσωπο τον Κώστα Καρυωτάκη, που γνώριζε από πρώτο χέρι τις δυσκολίες των προσφύγων όντας, ως δημόσιος υπάλληλος, αρμόδιος για θέματα που τους αφορούσαν- θέλησε να απαγκιστρωθεί από το κλίμα μίμησης του Παλαμά, (εγώ το θυμάμαι το βιντεάκι σαν αυτό που θα φτιάχνατε.... εσείς? τ)το οποίο κυριαρχούσε ως τότε, να περιγράψει διαμαρτυρόμενη το νοσηρό και απαισιόδοξο κλίμα τη εποχής και έγινε τελικά το προγεφύρωμα για την σύγχρονη λογοτεχνία.
Τέλος , και επί τροχάδην, οι πρόσφυγες ήταν ουσιαστικά ,προστάτες και σωματοφύλακες της Πρώτης Ελληνικής Δημοκρατίας (1924-1936), καθώς, θεωρώντας υπεύθυνους για τα δεινά τους τους αντιβενιζελικούς και τον βασιλιά, υποστήριξαν σθεναρά τον Βενιζέλο και τα δημοκρατικά κόμματα.
Αναφορές στην κατάσταση των προσφύγων την εποχή εκείνη και προεκτάσεις της παρουσία τους στην ελληνική κοινωνία κάνει το παρακάτω τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου (αφιερωμένο στον Καρυωτάκη που αυτοκτόνησε σαν εκείνη την μέρα εκεί κοντα..)


ΖΕΪΜΠΕΚΙΚΟ   

Στίχοι: Διονύσης Σαββόπουλος
Μουσική: Διονύσης Σαββόπουλος
Από το Δίσκο: Βρώμικο ψωμί / 1972 (επανέκδοση σε CD 1996)
Πρώτη ερμηνεία: Σωτηρία Μπέλλου / Διονύσης Σαββόπουλος

Μ' αεροπλάνα και βαπόρια
και με τους φίλους τους παλιούς
τριγυρνάμε στα σκοτάδια
κι όμως εσύ δε μας ακούς

Δε μας ακούς που τραγουδάμε
με φωνές ηλεκτρικές
μες στις υπόγειες στοές
ώσπου οι τροχιές μας συναντάνε
τις βασικές σου τις αρχές

Ο πατέρας μου ο Μπάτης (Απρόσιτη μητέρα μορφή από χώμα και ουρανό
ήρθε απ' τη Σμύρνη το '22 ( θα χαθώ απ'τα μάτια σου τα δυο)
κι έζησε πενήντα χρόνια (μες στον κόσμο)
σ' ένα κατώι μυστικό (σαν πρόσφυγας σ'ένα κατώι μυστικό)

Σ' αυτόν τον τόπο όσοι αγαπούνε (αν αγαπούνε)
τρώνε βρώμικο ψωμί (τρώνε βρώμικο ψωμί)
(του λόγου σου οι πιστοί)
κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε (κι οι πόθοι τούς ακολουθούνε υπόγεια διαδρομή)
υπόγεια διαδρομή

Χθες το βράδυ είδα ένα φίλο
σαν ξωτικό να τριγυρνά
πάνω στη μοτοσικλέτα
και πίσω τρέχανε σκυλιά

Σήκω ψυχή μου δώσε ρεύμα
βάλε στα ρούχα σου φωτιά (σαν τον Μάρκο)
βάλε στα όργανα φωτιά ( βάλε στα όργανα φωτιά)
να τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα (να κλείσει η λαβωματιά μα τιναχτεί σαν μαύρο πνεύμα)
η τρομερή μας η λαλιά (η τρομερη μας η λαλιά

Δεν υπάρχουν σχόλια: