Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

Για τις αστειότητες "περί ευπρεπούς εμφάνισης" στους εσωτερικούς κανονισμούς των σχολείων

    Την άνοιξη του 1986 πήγαινα στη Β' Γυμνασίου.  Ήμουν από τους καλύτερους μαθητές της τάξης μου στο μικρό Γυμνάσιο Καρδαμύλης και ένας από του δύο που περάσανε μετά στο Πανεπιστήμιο. Δεν το λέω για να φλεξάρω, και άλλοι θα μπορούσαν αλλά διάλεξαν διαφορετικούς δρόμους. Το λέω για να δείξω ότι μου άρεσε το σχολείο. Παρόλα αυτά για ένα σαββατοκύριακο είχα αποφασίσει να το παρατήσω. Κι ο λόγος ήταν γιατί είχα βαρεθεί να μου κάνει παρατηρήσεις ο αναπληρωτής διευθυντής του Γυμνασίου για το πότε θα κουρευτώ- είχα μακριά μαλλιά από την 5η Δημοτικού. Ο οποίος βέβαια ήταν και είναι ένας πολύ καλός άνθρωπος (και καλός καθηγητής,  αν αναλογιστεί κανείς ότι αν και των ανθρωπιστικών σπουδών  από τα γεννοφάσκια μου,  τον καταλάβαινα όταν έκανε μάθημα- μαθηματικός είναι) και είχε τις καλύτερες προθέσεις! Ήμουν στα μάτια του κάτι ανάμεσα στον Γαρδέλη στα "Τσακάλια" και τον Πετρόχειλο  στους "Χούλιγκανς" και προσπαθούσε να με φέρει στον ίσιο δρόμο. Έτσι νόμιζε, τουλάχιστον. Και με έφερε κοντά στο να παρατήσω το σχολείο. Γιατί για μένα, τα μακριά μαλλιά είναι βασικό στοιχείο της ταυτότητάς μου ως ανθρώπου: κοντεύω τα πενήντα και τα έχω ακόμα, τα έκοψα ελάχιστες φορές και το 2008 που συναντηθήκαμε, ως συνάδελφοι πια (ήμουν αναπληρωτής σε ΕΠΑΛ της Καλαμάτας και γνωστός με έναν συνάδελφο που δούλευε στο σχολείο του), του έδειξα την πυκνή ακόμα τότε κόμη μου λέγοντάς του "όπως βλέπετε, δεν είχατε πάρα πολλές ελπίδες"... (Ναι, είμαι Μανιάτης. Δεν ξεχνάω τίποτα! 😛)
   Το γεγονός μου ήρθε στο νου όταν, αφού συζητήσαμε στο σχολείο για τον εσωτερικό κανονισμό
λειτουργίας (είναι πολύ τρέντι τελευταία να ψηφίζονται τέτοιοι, λες και τόσον καιρό συναντιόμασταν κάθε μέρα στο σχολείο μαθητές και καθηγητές και αναρωτιόμασταν -ξέρω γω- πώς θα λειτουργήσουμε σήμερα),  παρατήρησα, κοιτώντας στο Διαδίκτυο διάφορα σχέδια  κανονισμών, συχνές αναφορές περί "ευπρεπούς εμφανίσεως"- με αρχαιοπρεπή γενική, όχι ότι αλλάζει τίποτα. Εννοείται ότι ως άνθρωπος, πατέρας,  εκπαιδευτικός και επί μακρόν θύμα μπούλινγκ για την εμφάνισή μου (τους χαιρετισμούς μου στην Ελληνική Αστυνομία και ειδικά στο όργανο εκείνο συγκεκριμένα στο οποίο έπρεπε να δείξω τις σημειώσεις μου στη μυκηναϊκή διάλεκτο για να τον πείσω ότι γυρνούσα από τη Φιλοσοφική και δεν συνωμοτούσα για την διασάλευση της τάξης, τώρα τι κατάλαβε, ο θεός κι η ψυχή του),  θεωρώ αυτονόητο ότι τέτοιες αναχρονιστικές αναφορές οφείλουμε να μην επιτρέψουμε να συμπεριληφθούν στον εσωτερικό κανονισμό κανενός σχολείου. 
    Για πλειάδα λόγων. 
   Πρώτα από όλα,  κάτι τέτοιο είναι  παράνομο, αντισυνταγματικό και στρέφεται ενάντια στα ατομικά δικαιώματα. Το πώς ντύνεται ή κουρεύεται κανείς αποτελεί βασικό στοιχείο της ταυτότητάς του. Και κάθε άνθρωπος έχει το αναφαίρετο δικαίωμα να καλλιεργήσει και να εκφράσει την ταυτότητά του όπως επιθυμεί. Δεν χρειάζεται να πω πολλά. Αυτό αρκεί.  Και στο κάτω-κάτω, η διαφορετικότητα, η δυνατότητα  καλλιέργειάς της και η ανοχή προς αυτήν είναι δείκτες υγείας μιας κοινωνίας. Αναλογιστείτε μόνο το παράδειγμα με τις μάσκες που φοράμε δυο χρόνια τώρα λόγω της πανδημίας:  δεν φοράμε όλοι τις ίδιες, ο καθένας επιλέγει διαφορετική μάσκα ανάλογα με το ποιος είναι.  Εγώ, ας πούμε, πιστός στο ντοστογιεφσκικό δόγμα περί της ομορφιάς που θα σώσει τον κόσμο,  έσκασα  πέντε ευρώ το κομμάτι σε ένα σάιτ στην Κρήτη που τύπωνε πάνω στις μάσκες εικαστικά μοτίβα και πίνακες ζωγραφικής και αγόρασα μάσκες  που απεικονίζουν τους αγαπημένους μου πίνακες. Την διεύθυνση του σάιτ την έδωσα και σε αρκετούς ακόμα συναδέλφους, οι οποίοι  βέβαια παρήγγειλαν εντελώς
Ο γράφων στις αρχές Σεπτέμβρη,
 προοικονονομώντας την παρούσα σχολική χρονιά
 διαφορετικά μοτίβα. Κι η περίπτωσή αυτή είναι ένα μικρό παράδειγμα, που εύγλωττα όμως φανερώνει την ποικιλία που μπορεί κάποιος να δει στις μάσκες που φοράνε οι άνθρωποι.  Εάν λοιπόν έχουμε τη τάση για κάτι τόσο επουσιώδες και ευκαιριακό, όπως οι μάσκες,  να επιδεικνύουμε τόση φροντίδα, εύλογα καταλαβαίνει κάνεις πόση σημασία έχουν για καθέναν μας στοιχεία όπως το κούρεμα του ή οι ενδυματολογικές του επιλογές, που βασίζονται σε στοιχεία που δομούμε και καλλιεργούμε  από πολύ νεαρή ηλικία. Συνεπώς, με οποιαδήποτε ιδιότητά μας δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να παρέμβουμε στον τρόπο με τον οποίο κάποιος βλέπει και παρουσιάζει τον εαυτό του.
     Υπάρχει ακόμα μια παράμετρος που πρέπει να μας απασχολήσει.  Εκφράσεις όπως «με ευπρέπεια» κ.λπ. είναι ασαφείς. Τόσο που μπορούν να έχουν εξαιρετικά μεγάλος εύρος. Και μπορούν να μας οδηγήσουν σε συγκρούσεις με τελική κατάληξη να πνιγούμε στον βάλτο του νεοσυντηρητισμού.  Το επόμενο στάδιο ποιο είναι; Να ενεργοποιήσουμε τους νόμους περί τεντιμποϊσμού; Γιατί, ποιος καθορίζει, ας πούμε, τι είναι ευπρεπές και τι όχι; Και με ποια κριτήρια; Και με ποιο δικαίωμα την άποψη του αυτή προσπαθεί να την επιβάλλει;  Καθένας από εμάς έχει το δικαίωμα να έχει τη δική του αισθητική ή ηθική. Αλλά δεν έχει το δικαίωμα να την επιβάλλει στους άλλους και να περιμένει να ζουν αυτοί με βάση τις δικές του αντιλήψεις. 
    Το αντεπιχείρημα το οποίο χρησιμοποιείται σε αυτές τις περιπτώσεις είναι τι κάνεις εάν έρθει κάποιος με μαγιό. Το οποίο είναι αστείο... Τόσα χρόνια στο σχολείο κανένας από εμάς δεν έχει δει μαθητή να έρχεται μόνο με το μαγιό. Και βέβαια, το ότι οι υποστηρικτές  απόψεων τέτοιου είδους καταφεύγουν σε τέτοιες ακρότητες, υποδεικνύει έλλειψη ουσιαστικών επιχειρημάτων.  Ακόμα όμως και εάν έρθουμε αντιμέτωποι με μια τέτοια ακραία περίπτωση, πρέπει να έχουμε στο νου μας ότι είναι ακραία περίπτωση. Άρα, είναι προτιμότερο να το συζητήσουμε με τ@ν εν λόγω μαθητή/τρια παρά να γενικεύσουμε και να στήσουμε ένα ασφυκτικό πλαίσιο για όλους προληπτικά, το οποίο άνετα μπορεί να διολισθήσει σε αντιπαιδαγωγικές προσεγγίσεις που έχουν αποδοκιμαστεί εδώ και χρόνια, όπως,  ξέρω γω,  ο νόμος 4000 ή οι αποβολές για μαλλιά και σκουλαρίκια. Άλλωστε, στοιχειώδεις γνώσεις ψυχολογίας να έχει κανείς, μπορεί αβίαστα να καταλάβει ότι  τέτοιες ακρότητες αποτελούν τα αποτελέσματα άλλων παραγόντων. Άρα, σε κάθε περίπτωση, το λογικό είναι να αναζητήσουμε το αίτιο εξαιτίας του οποίου εκδηλώνεται μια τέτοια συμπεριφορά και όχι προφανώς να  προσπαθήσουμε να καταστείλουμε την εκδήλωσή της.  « Ναι, αλλά @ Χ  που πήγα να του/της μιλήσω, αντέδρασε και μου μίλησε άσχημα!» Αυτό συνήθως είναι το επιχείρημα το οποίο χρησιμοποιείται ως αντίλογος. Το οποίο πρώτα από όλα είναι - και αυτό - γενίκευση. Και μάλιστα απαράδεκτη. Διότι δε σημαίνει ότι  είναι ή θα είναι η αντίδραση όλων των μαθητών/τριών αυτή. Επιπλέον,  έχει μεγάλη σημασία ποιος θα μιλήσει στ@ν μαθητή/τρια, πώς θα μιλήσει και τι θα πει. (Συνήθως δε οι εκπαιδευτικοί που έχουν την τάση να κάνουν τέτοιες παρατηρήσεις αυτόκλητα τυχαίνει να μην είναι και γενικά πολύ δημοφιλείς ανάμεσα στους μαθητές... Για να μη μιλήσουμε για κάποιους που δεν έχουν καν το σθένος να εκφράσουν οι ίδιοι τις παρατηρήσεις τους και ζητάνε από άλλους συναδέλφους να παρέμβουν στη θέση τους π.χ. κάποιοι άντρες εκπαιδευτικοί "ενοχλούνται" από την εικόνα των μαθητριών αλλά ζητούν η παρατήρηση να γίνει από τις γυναίκες του συλλόγου.)
   Επεκτείνοντας τα παραπάνω, πρέπει να επισημανθεί ότι ο νεοσυντηρητισμός που υποθάλπεται, όπως είπαμε, πίσω από τέτοιες διατυπώσεις περί ευπρέπειας και τα λοιπά, γίνεται ο φερετζές συγκεκαλυμένου μισογυνισμού και ομοφοβίας. Σε όλες τις σχετικές  συζητήσεις περί ευπρέπειας στις οποίες έχω μετάσχει, όλα τα παραδείγματα που αναφέρθηκαν σχετίζονταν με το ντεκολτέ και τους μηρούς των κοριτσιών. Κανείς δεν αναφέρθηκε στα αγόρια που έρχονται με αθλητικές φανέλες ή σορτς ή αλλάζουν σε κοινή θέα μπλούζα, όταν ιδρώσουν από τη Γυμναστική. Και το πρόβλημα, βέβαια, δεν είναι το τι κάνουν τα αγόρια, αλλά ότι παρόμοιες (κι όχι ίδιες) ελευθερίες δεν αναγνωρίζονται στα κορίτσια. Σε κάθε περίπτωση δε, δεν αντιλαμβάνομαι ως καθηγητές ή καθηγήτριες, ως ενήλικοι και ως δάσκαλοι/ες, πώς και γιατί κοιτάμε τους μαθητές και τις μαθήτριές μας πιο χαμηλά από τα μάτια, ώστε να βλέπουμε και να ασχολούμαστε με το τι φοράνε.  Όσον αφορά τους μαθητές και την αντίδρασή τους εάν μαθήτριες είναι ντυμένες "αποκαλυπτικά",  έχω να πω ό,τι είπα και σε συνάδελφο που μου είπε (καλοπροαίρετα ίσως, αλλά ποιος νοιάζεται, δεν έχει σημασία) ότι τα αγοράκια τρελαίνονται από τις ορμόνες, όταν βλέπουν τα κορίτσια ντυμένα "προκλητικά":  η απάντηση δεν είναι να βάλουμε τα κορίτσια σε κλουβιά για να μην αναστατώνουν τα αγόρια, αλλά, προφανώς, να μάθουμε ως κοινωνία στα αγόρια πώς να διαχειριστούν τις ορμές τους. Όσον αφορά την ομοφοβία, υπάρχει ένα -όχι τόσο ευάριθμο όσο νομίζει κανείς- ποσοστό παιδιών τα οποία δε στεγάζονται  κάτω από την τυπική κατηγοριοποίηση της κοινωνίας όσον αφορά τον κοινωνικό ρόλο ή τις σεξουαλικές προτιμήσεις (Αν δεν το γνωρίζετε, αγαπητοί συνάδελφοι και γονείς, είναι γιατί δεν σας εμπιστεύονται αρκετά για να το φανερώσουν. Αλλά, και αυτό ακόμα είναι στοιχείο που δηλώνει ανισότητα, το να πρέπει κάποιο από αυτά τα παιδιά να αισθανθεί άνετα για να φανερώσει ποιο είναι, ενώ θα έπρεπε  εκ προοιμίου να έχει την άνεση να το κάνει αυτό). Είναι εύκολο, λοιπόν, να χρησιμοποιηθεί ως πρόφαση  η αναφορά  "περί ευπρεπούς" εμφάνισης ώστε να συνθλιβούν οι μικρές ελευθερίες που,  με τόσο κόπο, αγώνες και προσπάθεια, έχουν κατακτήσει τα παιδιά αυτά. Τα οποία είναι εξίσου μαθητές μας με τα υπόλοιπα και έχουμε το ίδιο καθήκον να σταθούμε αρωγοί τους. Συνεπώς, αφού είμαστε ως εκπαίδευση από τους βασικούς φορείς κοινωνικοποίησης, ο ρόλος που μας αναλογεί ως προς την καταπολέμηση του μισογυνισμού και της ομοφοβίας είναι μεγάλος και δεν μας παίρνει να παίζουμε με ου παικτοίς. 
    Άρα,  μια τέτοια προσέγγιση είναι αντιπαιδαγωγική για πολλούς λόγους.  Έχουμε να κάνουμε με παιδιά στην εφηβεία, μια εποχή κατά την οποία ο άνθρωπος δοκιμάζει διάφορους ρόλους και καλλιεργεί την ταυτότητα του, την ηθική του, τη σεξουαλικότητά του, την προσωπικότητά του εν γένει.  Δεν έχουμε δικαίωμα ως παιδαγωγοί να ναρκοθετήσουμε αυτή τη διαδικασία. Αλλά ακόμα κι αν θεωρήσουμε ότι κάποιες  ενδυματολογικές επιλογές είναι ακραίες,  το ενδεδειγμένο, όπως είπα και πιο πάνω,  είναι το να προσπαθήσουμε με παιδαγωγικούς όρους να λύσουμε το ζήτημα, συζητώντας και αναζητώντας την αιτία από πίσω. Χίλιες φορές είναι προτιμότερο αυτό από το να προβούμε εκ των προτέρων σε κατασταλτικά μέτρα για όλους. Και, βέβαια, και ωφελιμότερο. Γιατί, πιθανότατα, αν πιέσουμε  κάποιον θα αντιδράσει προς την αντίθετη κατεύθυνση. Και φαντάζομαι ότι σκοπός μας είναι να παραμείνουν οι μαθητές στο σχολείο και όχι να το παρατήσουν... Τέλος, με τέτοιες πρακτικές  δίνουμε στους μαθητές μας το λάθος μάθημα, ότι το "φαίνεσθαι" ταυτίζεται με το "είναι".  Το οποίο είναι λάθος από πολλές απόψεις, καθώς μηρυκάζει και ανακυκλώνει διάφορα στερεότυπα τα οποία δεν έχουν καμιά θέση στη σύγχρονη κοινωνία.  
    Όσον αφορά τα καλλιτεχνικά σχολεία δε, αναφορές περί ευπρέπειας δεν ταιριάζουν και για έναν παραπάνω λόγο, που σχετίζεται  με την ίδια την ύπαρξη και την ταυτότητα των σχολείων αυτών. Σε τέτοια σχολεία φοιτούν παιδιά  που είναι καλλιτεχνικές φύσεις. Οι καλλιτέχνες όμως είναι αντισυμβατικοί, για αυτό και είναι καλλιτέχνες άλλωστε. Άρα, το να θέσουμε  στον εσωτερικό κανονισμό ενός τέτοιου σχολείου το κομφορμιστικό πλαίσιο  λειτουργίας  που υποκρύπτουν τέτοιες πρακτικές, αποτελεί ουσιαστικά ένας είδος αυτοακύρωσης του καλλιτεχνικού σχολείου και αυτοχειριασμού της καλλιτεχνικής του φύσης. (Και να εκδηλώσω στο σημείο αυτό τη χαρά και την περηφάνεια μου για το σχολείο μου, το Μουσικό Σχολείο Ρόδου, στον εσωτερικό κανονισμό του οποίου δεν υπάρχουν τέτοιες αναφορές!).  Φαντάζομαι, για κανέναν μουσικό δεν είναι παιδαγωγικός στόχος που αξίζει να επιδιώξει το να τραγουδάνε  οι Γιοκαρίνηδες του μέλλοντος πώς κάναν αποστείρωση χρονάκια έξι σε βαρετό Μουσικό Σχολείο. 
   Κλείνοντας, το μόνο που μένει να πω είναι πως, όπως φαίνεται από τα παραπάνω, οι κανόνες που αφορούν την  εμφάνιση είναι καταχρηστικοί. Άρα μη δεσμευτικοί, ακόμα κι αν τους εντάξουμε στον κανονισμό ενός σχολείου. Άρα μάταιοι. Γιατί δεν μπορεί να υπερισχύει ο δικός μας ο κανονισμός έναντι του Συντάγματος  και των νόμων.  Αντίθετα, εάν τιμωρήσουμε κάποιον μαθητή για την εμφάνισή του, καθιστάμεθα εμείς ως εκπαιδευτικοί νομικά υπόλογοι σε όποιον γονιό θελήσει να κινηθεί νομικά απέναντί μας. (Και εγώ θα μπορούσα κάλλιστα να είμαι αυτός ο γονιός. Αν κάποιος στο σχολείο τους τιμωρήσει τα παιδιά μου για τον τρόπο που ντύνονται, είμαι διατεθειμένος να φτάσω μέχρι τη Χάγη.)
     Σκοπός μας, λοιπόν,  πρέπει να είναι να δημιουργήσουμε ένα ανοιχτό σχολείο  που θα  περιλαμβάνει όλ@. Στο κάτω-κάτω ποιος δάσκαλος θέλει να τα παιδιά του να γίνουν ένα ακόμη τούβλο στον τοίχο;

Δεν υπάρχουν σχόλια: