Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Κυριακή 15 Σεπτεμβρίου 2024

Το τέλος ενός καλοκαιρινού έρωτα: "Όλα τα πήρε το καλοκαίρι" (Οδυσσέας Ελύτης)

Ο Ελύτης πάντως το είχε προοικονομήσει ήδη από τους "Προσανατολισμούς", την πρώτη του ποιητική συλλογή: "Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι".  Και το επαναδιατύπωσε ως πραγματικότητα πια στα "Ρω του Έρωτα": "Όλα τα πήρε το καλοκαίρι"...  
  "Τα ρω του έρωτα" είναι ποιητική συλλογή του Ελύτη που εκδόθηκε το 1972 και αποτελείται από στίχους που έγραψε ο ποιητής προορισμένους να γίνουν τραγούδια. Ένας από τους στίχους αυτούς είναι και το "Όλα τα πήρε το καλοκαίρι", το οποίο έτυχε μιας καταπληκτικής μελοποίησης από τον Δημήτρη Παπαδημητρίου, την οποία ακούμε από ένα βίντεο που έφτιαξα πολύ παλιά, με ζωγραφιές (εδώ είναι όλες) που έφτιαξαν τα  τρομερά  παιδιά μιας παλιάς Α' Γυμνασίου του Γυμνασίου Αρχαγγέλου, που  έγιναν σήμερα φοβεροί τριαντάρηδες, τουλάχιστον τα τέσσερα πέντε παιδιά με τα οποία έχω κρατήσει κάποια επαφή. 
   Το ποίημα αναφέρεται σε έναν καλοκαιρινό έρωτα που δεν άντεξε την άφιξη του φθινοπώρου και εντάσσεται στην κατηγορία των κειμένων εκείνων που εκφράζουν τη θλίψη για το καλοκαίρι που τελειώνει και την νοσταλγία όσα συνέβησαν κατά την διάρκειά του ([περισσότερα τέτοια τραγούδια περιλαμβάνονται στην ανάρτηση με τις ζωγραφιές των παιδιών του Αρχαγγέλου, σύνδεσμο για την οποία έβαλα λίγο πριν). Γιατί το καλοκαίρι είναι συνυφασμένο με την ξενοιασιά, την χαλαρότητα, το σπάσιμο της ρουτίνας και τις διακοπές. Οι μέρες είναι μεγάλες και γεμάτες φως κι οι άνθρωποι μετράνε μπάνια, παγωτά και... φιλιά, ανάλογα με την ηλικία τους. Το φθινόπωρο, αντίθετα, η γαλήνια θάλασσα του καλοκαιριού έχει γίνει πια σκοτεινιασμένη κι αγριεμένη, οι μέρες μικραίνουν, τα παιδιά γυρνάνε στο σχολείο, οι μεγάλοι στις δουλειές κι όλοι μαζί βυθίζονται στη ρουτίνα της καθημερινότητας.
Φθινόπωρο 
 Στα πλαίσια αυτά, έναν έρωτα που θα γεννηθεί μέσα το καλοκαίρι το πιο πιθανό είναι να μην τον προλάβει το φθινόπωρο. Γιατί τα καλοκαιρινά ζευγαρώματα  είναι σχέσεις με ημερομηνία λήξης. Μπορεί η ερωτική διάθεση να είναι ειλικρινής και  να έχει ένταση, αλλά δεν έχει βάθος. Χρόνου, κυρίως...   Κι έτσι συμβαίνει και στο ποίημα του Ελύτη.
 
Πριν... 
 Η ιστορία στην οποία αναφέρεται το ποιητικό υποκείμενο έχει ήδη συμβεί και έχει τελειώσει, όπως φανερώνει η φράση "Όλα τα πήρε το καλοκαίρι" η οποία τίθεται ως τίτλος του ποιήματος και χρησιμοποιείται στην αρχή κάθε στροφής και  εν είδει ρεφραίν στο τέλος της. Η λέξη "όλα" δείχνει το ολοκληρωτικό, τελεσίδικο και αδιαμφισβήτητο τέλος της ερωτικής σχέσης και ταυτόχρονα επιτείνει την αίσθηση της απώλειας. Το ποίημα αποτελείται από μια σειρά από καλοκαιρινές ακουστικές, οπτικές και κινητικές εικόνες που σε πρώτο επίπεδο σηματοδοτούσαν την ορμή της επιθυμίας του καλοκαιρινού έρωτα "τότε", υπό το πρίσμα όμως του "τώρα" σηματοδοτούν την  ξεχειλίζουσα θλίψη του ποιητικού υποκειμένου που βιώνει πλέον το τέλος του έρωτα. Χαρακτηριστικό στοιχείο είναι η απουσία των ρημάτων, γεγονός που φανερώνει την αίσθηση αδράνειας και στασιμότητας που βιώνει το ποιητικό υποκείμενο. Τότε από χαρά για αυτό που βίωνε, τώρα από θλίψη, επειδή γνωρίζει ότι έχει τελειώσει. Έτσι, όλες οι καλοκαιρινές εικόνες αναιρούνται, γιατί τις ακυρώνει  το "πήρε", το ρήμα που εννοείται και είναι ουσιαστικά το μοναδικό ρήμα του ποιήματος, το οποίον επιπλέον βρίσκεται σε αόριστο, πράγμα που σημαίνει ότι η ενέργεια του δεν έχει διάρκεια. Όπως και ερωτική σχέση. 
  Στην πρώτη στροφή κυριαρχούν οι εικόνες απηχούν την ορμή και την δύναμη του έρωτα που ξέρουμε -κι ας ξέρουμε- από τον πρώτο στίχο ότι τον πήρε το καλοκαίρι. Το ποιητικό υποκείμενο αναθυμάται την εικόνα των μαλλιών της αγαπημένης του, καθώς ανεμίζουν άγρια στα καλοκαιρινά μελτέμια, αντικατοπτρίζοντάς της τρικυμία της ερωτικής επιθυμίας. Έπειτα, το χρόνο της γλυκιάς αναμονής
Μετά! 
μέχρι να έρθει εκείνη στα καλοκαιρινά ραντεβού που έκλειναν. Στη συνέχεια, κι αφού ξαναθρηνήσει ότι το καλοκαίρι πήρε τα πάντα, αναθυμάται τα μαύρα μάτια της αγαπημένης, το μαντήλι το οποίο έδενε στα μαλλιά της και το εκκλησάκι στο οποίο συναντιόντουσαν, μια έμμεση αναφορά όλα αυτά ότι η ερωτική ιστορία διαδραματίστηκε σε κάποιο κυκλαδίτικο νησί. Και η πρώτη στροφή κλείνει φανερώνοντας ότι σε όλα αυτά που πήρε το καλοκαίρι συμπεριλαμβάνεται κι έρωτας τους που ξεφούσκωσε, κι ας φαινόταν ότι ο ένας δεν μπορούσε χωρίς τον άλλο, το οποίο τους έκανε τότε να κρατιούνται χέρι με χέρι, όπως κάνουν οι πολύ ερωτευμένοι, γεγονός που επιτείνει την θλίψη του. 
  Στη δεύτερη στροφή, οι θαλασσινές καλοκαιρινές εικόνες συμβολίζουν το αόριστο, το ασαφές το μετέωρο, το ρευστό και το μάταιο εν τέλει της ερωτικής ιστορίας, η οποία δεν τελικά τόσο δυνατή ώστε να νικήσει το τέλος του καλοκαιριού. Όλα τα πήρε το καλοκαίρι λοιπόν, γιατί τα λόγια που ειπώθηκαν δεν ήτανε σαφή και σβήσανε, δεν κρατήσανε, ίσως και να μείναν αναπάντητα. Και τα πανιά στο καράβι
Μετά!
του έρωτά τους δεν ήταν γερά, σκιστήκανε μετά το τέλος του καλοκαιριού και το ταξίδι τους δεν άντεξε τα πρωτοβρόχια, τελείωσε νωρίς και άδοξα και πήγανε πέρα, μακριά τα μεγάλα λόγια. Γιατί τελικά ο έρωτάς τους ήταν παροδικός σαν τον αφρό των κυμάτων που διαλύεται καθώς χτυπάει στη στεριά. Κι οι ερωτικοί όρκοι έμειναν μετέωροι και μισοί, κι ας ειπώθηκαν την ώρα που το ζευγάρι  τρεμούλιαζε από ερωτική επιθυμία. Τώρα, τους κάνει να τρέμουν το κρύο του φθινοπώρου και τους διαλύει. Ο παρατατικός "έτρεμαν" που αναφέρεται στους όρκους και ουσιαστικά αποτελεί το μοναδικό άλλο ρήμα  που υπάρχει στο ποίημα φανερώνει την ένταση του συναισθήματος και ίσως την ειλικρίνεια των όρκων  του ερωτευμένου ζευγαριού, αλλά αναιρείται, όπως είπαμε πιο πριν από το αόριστο που ακολουθεί: Όσο κι αν περπατούσαν χέρι χέρι λέγοντας όρκους που έτρεμαν στο αέρα, το καλοκαίρι που τέλειωσε τα πήρε όλα και μαζί την ερωτική τους σχέση, την οποία πια το  ποιητικό υποκείμενο μπορεί πια μόνο να νοσταλγεί. Και έτσι  το τελευταίο δίστιχο δηλώνει πια το οριστικό και αναπόφευκτο του τέλους. 
  Το ποίημα, λοιπόν, είναι μια λυρική απεικόνιση της ισχύος αλλά και της  αβεβαιότητας του έρωτα και για να το δείξει αυτό ο ποιητής χρησιμοποιεί ως καθρέφτη των συναισθημάτων του ανθρώπου τη φύση, πιο συγκεκριμένα το καλοκαίρι και το φθινόπωρο. Η κάθε μία εποχή επηρεάζει τον άνθρωπο διαφορετικά. Η λαμπρότητα και η ζέστη του καλοκαιριού δημιουργεί στους ανθρώπους συναισθήματα χαράς και αισιοδοξίας και τους ωθεί να κάνουν διάφορα πράγματα, τα οποία ενδεχομένως σε άλλες περιπτώσεις να μην τολμούσαν. Το φθινόπωρο, αντίθετα, συμβολίζει την απότομη προσγείωση στην πραγματικότητα, όταν οι άνθρωποι προσπαθούν να κάνουν πράγματα ανέφικτα, πέρα από τις δυνάμεις του κι αποτυγχάνουν παταγωδώς. 
  Κλείνοντας με το ποίημα, να πω ότι την μουσικότητά του  ενισχύουν η απλή αλλά λυρική γλώσσα του, το ειλικρινές ύφος, η ρευστή ομοιοκαταληξία του καθώς και το δακτυλικό μέτρο στο οποίο είναι γραμμένο το οποίο το καθιστά βαλσάκι με λέξεις. 
  Όπως είπα στην αρχή, το ποίημα του Ελύτη ανήκει στην ευρύτερη εκείνη κατηγορία κειμένων που εκφράζουν την θλίψη για το τέλος του καλοκαιριού, πολλά από τα οποία υπενθυμίζω ότι μπορείτε να δείτε στην ανάρτηση στην οποία αναφέρθηκα πιο πάνω. Θεωρώ ωστόσο ότι το τραγούδι του Νίκου Γράψα "Το τέλος ενός καλοκαιρινού έρωτα" σε στίχους της Κατερίνα Πετράκου είναι το πιο συγγενές με την ατμόσφαιρα του ποιήματος του Ελύτη.
   Ο τίτλος του τραγουδιού είναι σε πρώτο επίπεδο περιγραφικός του περιεχομένου του. Μιλάει για έναν έρωτα, έναν έρωτα που γεννήθηκε το καλοκαίρι, έναν έρωτα που γεννήθηκε το καλοκαίρι τώρα έχει τελειώσει. Αποτελεί όμως ουσιαστικά το βασικό του ερμηνευτικό κλειδί, γιατί κατά τα λοιπά απουσιάζει εντελώς και η παραμικρή άλλη αναφορά στο καλοκαίρι. Από την βροχή στο τζάμι που αναφέρεται στην τελευταία στροφή καταλαβαίνουμε ότι η εποχή πια είναι φθινόπωρο ή χειμώνας και ότι  το.. στιχικό υποκείμενο αναθυμάται και νοσταλγεί  τον χαμένο καλοκαιρινό έρωτα βιώνοντας  τώρα θλίψη για την απώλειά του. 
    Στην πρώτη στροφή το λυρικό εγώ  φαίνεται να αισθάνεται ενοχή για το τέλος του έρωτα, θεωρώντας
ότι εκείνο ευθύνεται για το τέλος του. Έτσι, σπάει μέσω της μνήμης τα δεσμά του χρόνου και ξαναζεί την κομβική εκείνη στιγμή που κάπως δεν ανταποκρίθηκε στις επιθυμίες  και τα θέλω του αγαπημένου προσώπου, οδηγώντας έτσι στη διάλυση της σχέσης. 
  Συνεχίζοντας να κατηγορεί τον εαυτό του, ζητάει συγγνώμη από το αγαπημένο πρόσωπο γιατί εγκλωβίστηκε σε δοσμένες συμπεριφορές που δεν είναι κατ' ανάγκη δικές του, αλλά  που γίναν στοιχεία της ταυτότητας του από τις πολλές φορές που τις επανέλαβε. Κι έτσι δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στη ειλικρινή επιθυμία του να ζήσει τον έρωτά όπως του άξιζε. 
    Στην τρίτη στροφή, αναλογίζεται τα μεγάλα λόγια που είχε πει βιώνοντας τον έρωτα στο παρόν του, τα οποία τώρα αποδεικνύεται ότι δεν είχανε κανέναν βάρος, ήταν "έπεα πτερόεντα", τα πήρε ό άνεμος γιατί δεν είχανε καμιά αξία,  ίσως γιατί δεν βρήκαν ανταπόκριση, κι έτσι χάσαν το νόημα του και γίναν σκέτοι ήχοι.
   Έτσι το λυρικό εγώ, απομένει να κοιτάει τις σταγόνες από την συνεχόμενη βροχή να κυλούνε στο τζάμι. Ακόμα κι αυτές όμως του μεγεθύνουν το αίσθημα της απουσίας που νιώθει  και τις ζηλεύει. Γιατί εκείνες θα ενωθούν με το ποτάμι και θα εκπληρώσουν τον σκοπό τους, θα ολοκληρωθούν. Εκείνο όμως δεν θα ενωθεί ποτέ πια με το αγαπημένο πρόσωπο με αποτέλεσμα να αισθάνεται λειψό κι ανολοκλήρωτο. 
  
Υ.Γ.:

(Όλες μας  οι αναρτήσεις για το ποίημα: εδώ , εδώ κι εδώ   )

Δεν υπάρχουν σχόλια: