Στο "Τσάπλιν", την καλή αλλά αδιάφορη κατά τα άλλα -και πέραν της πολύ καλής ερμηνείας του Ρόμπερτ Ντάουνι Τζούνιορ, η οποία προτάθηκε για Όσκαρ και έσωσε την κινηματογραφική του καριέρα-, βιογραφία του Τσάρλιν Τσάπλιν που γύρισε ο Σερ Ρίτσαρντ Ατένμπορο στις αρχές της δεκαετίας του '90, υπάρχει μια καταπληκτική σκηνή:
Ο Τσάρλι Τσάπλιν πηγαίνει σε ένα βεστιάριο για να διαλέξει ρούχα για έναν καινούργιο κινηματογραφικό χαρακτήρα που είχε φτιάξει για να γλυτώσει την κινηματογραφική του καριέρα. Ο χώρος ήταν ασφυκτικά γεμάτος από ρούχα και αξεσουάρ και η κάμερα υποκαθιστώντας τη ματιά του Τσάρλι Τσάπλιν εστιάζει σε διάφορα αντικείμενα που λαμπυρίζουν, όπως στα σύγχρονα βιντεοπαιχνίδια λαμπυρίζουν τα αντικείμενα που πρέπει να μαζέψει ο παίχτης ώστε να ολοκληρώσει την αποστολή, για να τον βοηθήσουν: Ένα στρογγυλό μαύρο καπέλο, ένα μουστάκι, ένα μαύρο κουστούμι, ένα ζευγάρι μυτερά παπούτσια. Ο Σαρλό έχει μόλις γεννηθεί και τα υπόλοιπα είναι Ιστορία... (Το τρέιλερ έχει ένα κομματάκι από τη σκηνή...
)
)
Μια τέτοια εμπειρία πρέπει να βίωσε ο Δημήτρης Ζερβουδάκης πίσω στα τέλη της δεκαετίας του '80. Το πολύ καλό συγκρότημα στο οποίο μετείχε τη δεκαετία του '80 οι "Νέοι Επιβάτες" είχε μόλις διαλυθεί και ήταν σε αβεβαιότητα όσον αφορά την καριέρα του. Μια μέρα ήταν επίσκεψη σε ένα φίλο του και χάζευε την βιβλιοθήκη του. Ένα βιβλίο έπεσε τυχαία από ένα ράφι και ενώ το σήκωνε έριξε μια ματιά στη σελίδα η οποία τυχαία είχε ανοίξει. Ήταν ένα βιβλίο με ποιήματα του Καββαδία και το ποιήμα στο οποίο είχε ανοίξει τυχαία το βιβλίο ήταν το "Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ". Ο Ζερβουδάκης μαγνητίστηκε από τα λόγια του ποιητή, μελοποίησε το ποίημα, το συμπεριέλαβε στον πρώτο του δίσκο το 1989 και έγινε μεγάλη επιτυχία, εγκαινιάζοντας για τον δημιουργό του μια μουσική καριέρα που κρατάει μέχρι και σήμερα...
Καταπληκτική η μελοποίηση, δεν λέω, και άψογη και η ερμηνεία, και τον ευχαριστώ τον
Ζερβουδάκη και που μου έμαθε το ποίημα αλλά και για τα άλλα ωραία τραγούδια που έγραψε στη συνέχεια και τα ακούσαμε πιθανότατα εξαιτίας της μελοποίησης αυτής. Όμως κατέφυγε και σε μια σειρά από ευκολίες ... (Εμένα δεν με πειράζει, προσωπικά πάντως. Η μελοποίηση είναι άψογη!)
Ζερβουδάκη και που μου έμαθε το ποίημα αλλά και για τα άλλα ωραία τραγούδια που έγραψε στη συνέχεια και τα ακούσαμε πιθανότατα εξαιτίας της μελοποίησης αυτής. Όμως κατέφυγε και σε μια σειρά από ευκολίες ... (Εμένα δεν με πειράζει, προσωπικά πάντως. Η μελοποίηση είναι άψογη!)
Πρώτα από όλα, τιτλοφόρησε το τραγούδι του "Γράμμα σε ένα ποιητή", ενώ το ποίημα έχει τίτλο "Γράμμα στον ποιητή Καίσαρα Εμμανούηλ". Ο ποιητής δεν αναφέρεται γενικά κι αόριστα σε κάποιον ποιητή. Το έγραψε το 1932 ως απάντηση σε μια φράση που είχε γράψει ο ποιητής Καίσαρας Εμμανουήλ άγνωστό που, η φράση δεν υπάρχει στα ποιήματα του ή σε κάποιο άλλο κείμενο, ενδεχομένως να την είχε πει ο ίδιος τον Καββαδία ή να την είχε γράψει σε κάποια επιστολή του : "Φαίνεται πια πως τίποτα - τίποτα δεν μας σώζει..." Και κείνος προτείνει στο ποίημα του ως μέσο σωτηρίας τα θαλάσσια ταξίδια πέρα από τις γραμμές των οριζόντων. Πάντως η φήμη που κυκλοφορούσε (στους φοιτητικούς κύκλους τουλάχιστον πως ο Καββαδίας έγραψε το ποίημα μετά το
θάνατο ενός νεαρού ποιητή που αυτοκτονησε μέσα σε σε ένα σωρό χαρτιά και
βιβλία αφήνοντας για τελευταίο μήνυμα τη φράση που λέγαμε είναι
γοητευτική αλλά ανυπόστατη. Ο Καίσαρας Εμμανουήλ την επόμενη χρονιά προλόγισε το "Μαραμπού", την πρώτη ποιητική συλλογή του Καββαδία και πέθανε από ζάχαρο το 1970στα 68 του χρόνια.
Έπειτα, ο Ζερβουδάκης έχει αντικαταστήσει τον πληθυντικό ευγενείας στον οποίο είναι γραμμένο το ποίημα με ενικό, υποθέτω για λόγους οικειότητας, γεγονός που τον αναγκάζεις ενίοτε να "πειράζει" λίγο κάποιους στίχους ώστε να του "βγουν" οι συλλαβές ή το μέτρο. Π.χ. ο Καββαδίας γράφει "εσείς τσιγάρα Κάμελ να καπνίζετε " κι ο Ζερβουδάκης τραγουδάει "εσύ τσιγάρα Κάμελ να καπνίζεις, ναι",
Τέλος, στην μελοποίηση του δεν περιλαμβάνει και τις δεκατέσσερις στροφές του ποιήματος και σε κάποιες αλλάζει τη σειρά. Χρησιμοποιεί ως κουπλέ αρχικά την 1η , τη 2η στροφή και μετά την 3η και την 4η, και ως ρεφρέν την 9η παρέα τη με την 6η, ενώ στην επανάληψη μετά την δεύτερη φορά την ζευγαρώνει με την 11η τελειώνοντας, είναι αλήθεια, το τραγούδι εντυπωσιακά.
Οπότε ας δούμε ολόκληρο το ποίημα με τα σωστά λόγια
ΓΡΑΜΜΑ ΣΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΚΑΙΣΑΡΑ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
«Φαίνεται πια πως τίποτα – τίποτα δεν μας σώζει…»
ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
ΚΑΙΣΑΡ ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ
Ξέρω εγώ κάτι που μπορούσε, Καίσαρ, να σας σώσει.
Κάτι που πάντα βρίσκεται σ’ αιώνια εναλλαγή,
κάτι που σχίζει τις θολές γραμμές των οριζόντων,
και ταξιδεύει αδιάκοπα την ατέλειωτη γη.
Κάτι που θα ‘κανε γοργά να φύγει το κοράκι,
που του γραφείου σας πάντοτε σκεπάζει τα χαρτιά.
να φύγει κρώζοντας βραχνά, χτυπώντας τα φτερά του,
προς κάποιαν ακατοίκητη κοιλάδα του Νοτιά.
Κάτι που θα’ κανε τα υγρά, παράδοξά σας μάτια,
που αβρές μαθήτριες τ’ αγαπούν και σιωπηροί ποιηταί,
χαρούμενα και προσδοκία γεμάτα να γελάσουν
με κάποιο τρόπο που, ως λεν, δε γέλασαν ποτέ.
Γνωρίζω κάτι, που μπορούσε, βέβαια, να σας σώσει.
Εγώ που δε σας γνώρισα ποτέ… Σκεφτήτε… Εγώ.
Ένα καράβι… Να σας πάρει, Καίσαρ… Να μας πάρει…
Ένα καράβι, που πολύ μακριά θα τ’ οδηγώ.
Μιά μέρα χειμωνιάτικη θα φεύγαμε.
– Τα ρυμουλκά περνώντας θα σφυρίζαν,
τα βρωμερά νερά η βροχή θα ράντιζε,
κι’ οι γερανοί στους ντόκους θα γυρίζαν.
Οι πολιτείες ξένες θα μας δέχονταν,
οι πολιτείες οι πιό απομακρυσμένες
κι’ εγώ σ’ αυτές αβρά θα σας εσύσταινα
σαν σε παλιές, θερμές μου αγαπημένες.
Τα βράδια, βάρδια κάνοντας, θα λέγαμε
παράξενες στη γέφυρα ιστορίες,
γιά τους αστερισμούς ή γιά τα κύματα
γιά τους καιρούς, τις άπνοιες, τις πορείες.
Όταν πυκνή ομίχλη θα μας σκέπαζε,
τους φάρους θε ν’ ακούγαμε να κλαίνε
και τα καράβια αθέατα θα τ’ ακούγαμε,
περνώντας να σφυρίζουν και να πλένε.
Μακριά, πολύ μακριά να ταξιδεύουμε,
κι’ ο ήλιος πάντα μόνους να μας βρίσκει.
εσείς τσιγάρα «Κάμελ» να καπνίζετε,
κι εγώ σε μια γωνιά να πίνω ουϊσκυ.
Και μιά γριά στο Αννάμ, κεντήστρα στίγματος,
– μιά γριά σ’ ένα πολύβουο καφενείο –
μιά αιμάσσουσα καρδιά θα μου στιγμάτιζε,
κι’ ένα γυμνό, στο στήθος σας, κρανίο.
Και μιά βραδιά στη Μπούρμα, ή στη Μπατάβια
στα μάτια μιάς Ινδής που θα χορέψει
γυμνή στα δεκαεφτά στιλέτα ανάμεσα,
θα δήτε – ίσως – τη Γκρέτα να επιστρέψει.
Καίσαρ, από ένα θάνατο σε κάμαρα,
κι’ από ένα χωμάτινο πεζό μνήμα,
δε θα ‘ναι ποιητικώτερο και πι’ όμορφο,
ο διάφεγγος βυθός και τ’ άγριο κύμα;
Λόγια μεγάλα, ποιητικά, ανεκτέλεστα,
λόγια κοινά, κενά, «καπνός κι αθάλη»,
που ίσως διαβάζοντας τα να με οικτείρετε,
γελώντας και κουνώντας το κεφάλι.
Η μόνη μου παράκληση όμως θα ‘τανε,
τους στίχους μου να μην ειρωνευθήτε.
Κι’ όπως εγώ για έν’ αδερφό εδεήθηκα,
για έναν τρελόν εσείς προσευχηθήτε.
Νίκος Καββαδίας, Μαραμπού, Κέδρος 1982
(πρώτη έκδοση, Περιοδικό «Ο Κύκλος» 1933)
(πρώτη έκδοση, Περιοδικό «Ο Κύκλος» 1933)
Κλείνοντας δυο παρατηρήσεις:
1) Ο κατεξοχήν μελοποιητής [sic] του Καββαδία πάντως, o Θάνος Μικρούτσικος, μπορεί να μην το μελοποίησε ποτέ, ονόμασε ωστόσο από μια φράση του ποιήματος "Γραμμές των οριζόντων"την δεύτερη δουλειά του πάνω στα ποιήματα του Καββαδία.
2) Ο Καββαδίας με το ποίημα του αυτό και στη συνέχεια η μελοποίηση του παρέσυραν στη αθανασία τον ξεχασμένο σήμερα ποιητή Καίσαρα Εμμανουήλ, όπως ο Καρυωτάκης την Λάμαρη ή την Δίπλα - Μαλάμου κι η Ρίτα Μπούμη- Παππά έκανε μέσω των αδερφών Κατσιμίχα γνωστό στην Ελλάδα τον Μυλόζ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου