Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Τρίτη 11 Ιουνίου 2013

"Θάνατος στην εφηβεία". Ένα μονόπρακτο από τους Παναγιώτη, Ιωάννα και Χριστίνα, μαθητές της Α' Λυκείου Μεθάνων

Μετά τις "Αναμνήσεις", λοιπόν, ήρθε η ώρα για τη δημοσίευση του θεατρικού έργου με τίτλο "Θάνατος στην εφηβεία". 
Ναι, πρόκειται για ακόμα μια εμφάνιση του θρυλικού
 





 με σήμα -προφανώς- το αρκουδάκι














Πρόκειται για το θεατρικό έργο που έγραψε στα πλαίσια της διδασκαλίας την ενότητας "Θέατρο" για το μάθημα της Λογοτεχνίας η δεύτερη ομάδα μαθητών της Α'  Λυκείου Μεθάνων, η οποία αποτελείται από την Ιωάννα, την Χριστίνα και τον Παναγιώτη.


Ο θάνατος της εφηβείας

Σκηνή 1η
(Στο παντοπωλείο, γνωριμία Άγγελου - Χρήστου)
Χρήστος: Όπα, ρε φίλε, πρόσεχε , υπάρχουν κ ι άλλοι εδώ!
Άγγελος: Συγγνώμη, δεν σε πρόσεξα.
Χρήστος.: Τι έχεις; Δεν φαίνεσαι και πολύ καλά!
Άγγελος: Εεε… Έχω κι εγώ τα προβλήματα μου
Χρήστος: Κορίτσι;
Άγγελος: (Γνέφει καταφατικά)
Χρήστος: Ο καλύτερος τρόπος είναι να κάνεις μια νέα αρχή. (Παύση) Ξέρω ένα μέρος που θα σε κάνει να ξεχαστείς από τα προβλήματα. Σαββάτο βράδυ, στο Κλαμπ 22,  στις 11:00. Σου δίνω και τον αριθμό μου για ό,τι χρειαστείς…
Άγγελος: Καλά, φίλε. Ευχαριστώ για την πρόταση. Πώς σε λένε;
Χρήστος: Χρήστο!
Άγγελος: Χάρηκα! Άγγελος
(Δίνουν τα χέρια και αποχαιρετιούνται. Ο Χρήστος βγαίνει από το μαγαζί. Μπαίνει στη σκηνή ο παντοπώλης ερχόμενος από την αποθήκη.)
Παντοπώλης: Άθελα μου άκουσα αυτά που λέγατε και θα σε συμβούλευα να μην πας. Δεν έχω ακούσει  και τα καλύτερα λόγια γι’ αυτό το παιδί.
Χρήστος: Ευχαριστώ για τη συμβουλή. Αλλά δεν θα πάρω. (Δείχνει τα ψώνια) Πόσο κάνουν;
Παντοπώλης : (σηκώνει τους ώμους) 22.30 euro
(Ο Χρήστος παίρνει τα ψώνια και φεύγει από το παντοπωλείο για το σπίτι του)

Σκηνή 2η
Σπίτι Χρήστου. Ο Χρήστος μπαίνει στην κουζίνα. Εκεί κάθεται ο πατέρας του με τον Αντωνάκη και η μάνα σερβίρει το φαγητό.
Άγγελος: Μάνα, γύρισα.
Μάνα: Καλώς τον!
Αντωνάκης: Γεια σου, Άγγελε.
Άγγελος: Γεια σου, μικρέ!
Πατέρας: Πού ήσουν τόσες ώρες, ρε χαϊβάνι;
Άγγελος: Για ψώνια, ρε μπαμπά!
Πατέρας: Και γιατί άργησες τόσο πολύ; Το παντοπωλείο εδώ στη γωνία είναι…
Άγγελος: Είδα ένα γνωστό μου και τα είπαμε λίγο.
Πατέρας: Εγώ, ρε, δεν σου είπα να μην αργήσεις;
Άγγελος: Μα… Ρε μπαμπά… ; ;;;
Πάτερας: Ρέξι και ξερός! (Τον χαστουκίζει.  Φωνάζει) Αμαλία! Κόκκαλα έχει το φαΐ και κάνεις τόσην ώρα;
Αντωνάκης: (φοβισμένα) Κάνε λίγο υπομονή, ρε μπαμπά. Έρχεται…
Πατέρας: Σκάσε εσύ, ρε σκατό. Ακόμα δεν βγήκες απ’ τα’ αυγό σου, αντιμιλάς κιόλας.
Αντωνάκης: (ζαρώνει) Συγγνώμη μπαμπά
Μάνα: (ειρωνικά) Ορίστε το φαγητό του πασά μου. (Αφήνει με δύναμη το πιάτο στο τραπέζι για να δείξει ότι είναι νευριασμένη).
Πατέρας: (Με άγρια φωνή κι αδιαφορώντας που είναι τα παιδιά μπροστά) Ποια νομίζεις πώς είσαι, μωρή, (την χαστουκίζει) και μου μίλησες μ’ αυτόν τον τρόπο (την ξαναχαστουκίζει). Εγώ φέρνω τα λεφτά, ρε, (Την χτυπάει όπου βρει) και μην ξεχνάτε εγώ είμαι η κεφαλή του σπιτιού!
Άγγελός: (κόκκινος από θυμό) Από πού κι ως πού φέρνεις τα λεφτά εδώ μέσα εσύ που δεν είσαι ικανός να κρατήσεις δουλειά για πάνω από μια βδομάδα!
Πατέρας: Σκάσε, μαλακισμένο (Τον χτυπάει. Η μάνα μπαίνει στη μέση. Ο Άγγελος οπισθοχωρεί και κλειδώνεται στο δωμάτιο του)
Σκηνή 3η
(Δωμάτιο του Άγγελου. Ο Άγγελος τηλεφωνεί, το βάζει σε ανοιχτή ακρόαση και ξαπλώνει στο κρεββάτι του)
Άγγελος: Έλα, ρε Μήτσο, Τι κάνεις, κολλητάρι, πού είσαι;
Μήτσος: Να, εδώ αράζω. Εσύ;
Άγγελος: Κι εγώ μια από τα ίδια. Να σου πω… Ψήνεσαι το Σάββατο να βγούμε μ’ ένα παιδί που γνώρισα σήμερα;
Μήτσος: Δεν νομίζω… Δεν παίζει δεκάρα τσακιστή αυτή τη βδομάδα στο σπίτι…
Άγγελος: Οκ, δεν πειράζει. Μέχρι το Σαββάτο μιλάμε… Άντε γεια. Τα λέμε αύριο στο σχολείο.
(Κλείνει το τηλέφωνο)



Σκηνή 4η
(Σάββατο βράδυ, φτάνει στο Κλαμπ 22 ο  Άγγελος που έχει φύγει κρυφά από το σπίτι του. Βλέπει στην είσοδο το Χρήστο με δυο φίλους του και τον πλησιάζει)
Άγγελος: Επ… Τι γίνεται; Είδες; Ήρθα!
Χρήστος: Έλα, ρε συ. Μπράβο! Πάμε μέσα; Κάτσε πρώτα να σου συστήσω τα παιδιά. Από δω ο Μαικ και ο Σόνυ (δείχνει τους φίλους του που κουνάνε τα κεφάλια τους)
Άγγελος: Χάρηκα, παιδιά Άγγελος
Χρήστος: Άντε, μάγκες! Μπουκάρουμε!

Σκηνή 5η:
(Αρκετή ώρα μετά. Ο Χρήστος ποτίζει συνεχώς αλκοόλ τον Άγγελο και του μιλάει ύπουλα και γαλίφικά προσπαθώντας να τον πείσει να πάρει ναρκωτικά)
Χρήστος: Έλα ρε. Δοκίμασε! Θα νοιώσεις καλύτερα…
Άγγελος: Δεν θέλω ρε, δεν είμαι σίγουρος…
Χρήστος: Εσύ χάνεις … Να ξέρεις πάντως πως μ’ αυτό θα νοιώσεις σαν να πετάς!
Άγγελος (λιγότερο σίγουρος) Άσε… Άσε καλύτερα.
Χρήστος: Δοκίμασε, ρε, απλά δοκίμασε… Μόνο λίγο
Άγγελος: (Το σκέφτεται λίγο) Καλά, εντάξει. Αλλά μόνο λίγο…
Χρήστος: Αυτός είσαι! Ορίστε (του δίνει κάτι)!
Άγγελος: (Παίρνει τα ναρκωτκά. Μετά από λίγο φαίνεται να νοιώθει λίγο περίεργα. Οι κινήσεις του γίνονται πιο έντονες). Ρε μαλάκα, αυτό εδώ είναι ωραίο. Δίκιο είχες, πετάω!
Χρήστος: Είδες! Στο ‘πα εγώ!



Σκηνή 6η
Α’
(Δευτέρα πρωί,  σχολείο, στο προαύλιο. Το μεγάλο, δεύτερο διάλειμμα. Ο Άγγελος- που δεν θυμάται τίποτα από το Σάββατο - είναι αφηρημένος. Έχει μια έκφραση σαν κάτι να του λείπει. Τον πλησιάζει ο Μήτσος.)
Μήτσος: Πώς πέρασες το Σάββατο;
Άγγελος: Δεν θυμάμαι τίποτα.
Μήτσος: Περίεργο. Ήπιες κάτι και σε πείραξε;
Άγγελος: Δεν ξέρω, δηλαδή δεν θυμάμαι τίποτα.
(Τους πλησιάζει μια κοπέλα)
Αρετή: Γεια σας, παιδιά!
Μήτσος και Άγγελος (ταυτόχρονα): Γεια σου, Αρετή!
(Ο Άγγελος της χαμογελάει. Χτυπάει το κουδούνι. Τα παιδιά κατευθύνονται στις τάξεις.)
Μήτσος:  Άντε, πάμε. Έχουμε Μαθηματικά.
Άγγελος: Μπα! Βαριέμαι…
Μήτσος: Έλα μου; Αφού εσένα σου αρέσουν τα Μαθηματικά…
Άγγελος: Ναι… αλλά τώρα βαριέμαι.
Μήτσος: Εσύ δεν μου ‘λεγες ότι δεν γουστάρεις να κάνεις κοπάνα στην ώρα των Μαθηματικών;
Άγγελος: Είπα-ξείπα!
Μήτσος: Καλά! Ό,τι πεις, τα λέμε την επόμενη ώρα.
Άγγελος! Ούτε την επόμενη ώρα θα μπω. Δεν θέλω.
Μήτσος: Ορίστε;!!
Άγγελος: Τι είναι;
Μήτσος: Άσε, τίποτα (μπαίνει στην τάξη)
Β’
(Στην τάξη, αμέσως μετά)
Αρετή:  (στο Μήτσο)Πού είναι  ο Άγγελος;
Βασίλης: Κι εσένα τι σε νοιάζει;
Αρετή: Σου μίλησε εσένα κανείς, Βασίλη;
Βασίλης: Όχι.
Αρετή: Ωραία, σκάσε τότε και κοίτα τη δουλειά σου! Ρε Μήτσο, πού είναι ο Άγγελος;
Μήτσος: Δεν θα έρθει, Βαριέται λέει.
Αρετή: Κρίμα!!!
Μήτσος: Ούτε την επόμενη ώρα θα ‘ρθει.
Αρετή: (έκπληκτη) Ο Άγγελος; Από πού κι ως πού;
Μήτσος: (Ανασηκώνει τους ώμους του)

Σκηνή 6η
(Έχουν περάσει πολλές μέρες. Ο Μήτσος έχει παρατηρήσει την περίεργη συμπεριφορά του Μήτσου και πηγαίνει στο γραφείο της  κοινωνιολόγου του σχολείου για συμβουλή και ενημέρωση)
Μήτσος: Κυρία, θα ήθελα να σας μιλήσω για ένα φίλο μου.
Κοινωνιολόγος: Έλα, πες μου!
Μήτσος: Τώρα τελευταία δεν μπαίνει καθόλου στην τάξη κι είναι λίγο κομμένος.
Κοινωνιολόγος: Παίρνει ναρκωτικά;
Μήτσος: Δεν ξέρω, αλλά αυτό υποπτεύομαι.
Κοινωνιολόγος: Μίλα του εσύ που είσαι φίλος του κι αν δεν καταφέρεις τίποτα, πες το μου.
Μήτσος: Μάλιστα


[Ιντερμέδιο ]
(την επόμενη μέρα ο Μήτσος προσπάθησε να μιλήσει στο φίλο του αλλά μάταια! Ο Άγγελος μιλούσε διπλωματικά και δεν ξεκαθάριζε την θέση του. Ο Μήτσος ενημερώνει την κοινωνιολόγο, εκείνη την υπεύθυνη καθηγήτρια της τάξης. Συγκαλείται συμβούλιο διδασκόντων, ώστε να ληφθούν δραστικά μέτρα, και ενημερώνονται οι γονείς του παιδιού. Είναι όμως το μόνο που προλαβαίνουν να κάνουν. Ήταν ήδη αργά…)

Σκηνή 7η
(Ταυτόχρονα με τα παραπάνω γεγονότα: Ο Άγγελος μετά τη συζήτηση με τον Μήτσο πηγαίνει στο παρκάκι που έχει κλείσει ραντεβού με την Αρετή. Η Αρετή αργεί. Ο Άγγελος φοβάται ότι δεν θα έρθει για ακόμα μια φορά. Στην απόγνωση του ο Άγγελος πήρε μεγάλη δόση κοκαΐνης κι έπεσε αναίσθητος)

Μια ώρα μετά: Η Αρετή μπαίνει στο πάρκο για να συναντήσει κάποιες φίλες της. Μπαίνει στο πάρκο μόνη της, βλέπει τον Άγγελο πεσμένο κάτω. Αισθάνεται σύγχυση)
Αρετή: Παναγία μου! (Τρέχει κοντά του και σκύβει πάνω του)Άγγελε!! (Τον σκουντάει). Είσαι καλά ; (Του φωνάζει)Άγγελε, απάντησε μου! (Παίρνει τηλέφωνο τον Μήτσο) Έλα. Μήτσο είμαι στο πάρκο κοντά στο σπίτι σου. Είναι εδώ κι ο Άγγελος (Παύση, ακούει) Τι ωραία, ρε Μήτσο; Είναι αναίσθητος (Παύση, ακούει). ΟΚ, δεν φεύγω. Σε περιμένω. Πάρε κι ένα ασθενοφόρο και την Αστυνομία (Κλείνει το τηλέφωνο ξανασκουντάει τον Άγγελο) Άγγελε; (Αρχίζει και κλαίει)Άγγελε,  μίλησε μου (Του κάνει τεχνητή αναπνοή αλλά άδικα καθώς ο Άγγελος έχει πια πεθάνει. Όταν το καταλαβαίνει ξαπλώνει πάνω του κλαίγοντας και τον αγκαλιάζει. Προλαβαίνει να ξεστομίσει μια φράση μόνο πριν έρθει ο Μήτσος και το ασθενοφόρο ) Αχ, Αγγελέ μου! (Ψιθυριστά) Σ’ αγαπώ…

[Επίλογος ]
(Την επόμενη μέρα συμβαίνει ένα άγριος τσακωμός ανάμεσα στον Μήτσο και την Αρετή από τη μια και στον Βασίλη από την άλλη, που κατηγορούσε τον Άγγελο. Έπειτα ο Μήτσος εξηγεί στην Αρετή πως αισθανόταν για αυτή ο Άγγελος και εκείνη απαντά πως αισθανόταν το ίδιο για εκείνον. Από τότε και για κάθε μέρα η Αρετή με τον Μήτσο πήγαιναν  και καθόταν για μια ώρα στο σημείο που ο Άγγελος είχε πεθάνει. )



[Σκιαγράφηση του πλαισίου δράσης των ηρώων του έργου]
  Το παραπάνω [στην πραγματικότητα το κείμενο αυτό αποτελούσε ένα είδος εισαγωγής προτασσόταν του θεατρικού έργου των παιδιών. Εγώ το μετέφερα στο τέλος για να μην χαλάσω το σασπένς...] έργο αναφέρεται σ΄ έναν έφηβο, τον Άγγελο, ο οποίος κακοποιείται από τον πατέρα του, τον Βαγγέλη. Ο Βαγγέλης είναι αλκοολικός, άνεργος και κοινωνικά μη αποδεκτός με αποτέλεσμα να σπάει στην οικογένεια του, και κυρίως στον μεγαλύτερο γιό του, τον Άγγελο. Η Αμαλία, η αδύναμη μητέρα του, γίνεται άθελα της συνεργός στα εγκλήματα του άντρα της.
   Ο Άγγελος αντιμετωπίζοντας την αρνητική συμπεριφορά του πατέρα του, βιώνει για πρώτη συμπεριφορά τον έρωτα για μια συμμαθήτρια του (έστω κι αν δεν της τον εκφράζει) αλλά και το φθόνο και την ζήλια ενός συμμαθητή του, γεγονός το οποίο τον κάνει να αισθάνεται απογοήτευση. Φορτισμένος με αρνητικά αισθήματα αυτού που ο ίδιος αισθάνεται ως απόρριψη, ψάχνει τρόπο για να ξεφύγει από την κατάσταση αυτή.
  Ένα βράδυ, πηγαίνοντας για τα ψώνια του σπιτιού στο παντοπωλείο, γνωρίζει ένα άλλο έφηβο, τον   Βλέποντας για πρώτη φορά τον Άγγελο  παρατηρεί την συμπεριφορά του και καταλαβαίνει τη συναισθηματική του κατάσταση. Εκμεταλλεύεται αυτό το γεγονός και προσπαθεί μέσω αυτού να κερδίσει περισσότερα χρήματα. Τον συμβουλεύει να συνεχίσει τη ζωή του και να κάνει μια νέα αρχή. Μ’ αυτό το επιχείρημα τον προσκαλεί να βγούνε μαζί το Σάββατο σε ένα κλαμπ όπου συχνάζει ο Χρήστος. Ο Άγγελος δέχεται την πρόταση αυτή. Ο παντοπώλης, βλέποντας τη σκηνή αυτή και γνωρίζοντας τον Χρήστο, τον συμβουλεύει να αρνηθεί, αλλά ο Χρήστος τον αγνοεί.  Στην έξοδο τους ο Χρήστος με κάτι φίλους του πείθουν τον Άγγελο να δοκιμάσει μια ουσία λέγοντάς του ότι αυτό θα τον κάνει να ξεχάσει τα προβλήματά του. 
Χρήστο. Ο Χρήστος είναι μπλεγμένος με τα ναρκωτικά και τον υπόκοσμο.
   Όλο αυτό καταλήγει με τον Άγγελο να γίνει χρήστης ναρκωτικών ουσιών και σιγά σιγά να αρχίσει να εξαρτάται από αυτές. Παράλληλα, ο Βασίλης λέει στον Άγγελο ότι έχει μιλήσει  στην Αρετή και ότι εκείνη θα τον περιμένει στις 7:οο στο πάρκο. Στην πραγματικότητα όμως ο Βασίλης δεν έχει κανονίσει τίποτα και θέλει να απογοητεύσει και να βγάλει από την μέση τον Άγγελο, επειδή τρέφει κι εκείνος συναισθήματα για την Αρετή. Ο Άγγελος πηγαίνει στο πάρκο και προφανώς η Αρετή δεν εμφανίζεται, Στεναχωρημένος, κλέβει το ταμείο του παντοπωλείου,  μη έχοντας λεφτά πάνω του, και κανονίζει συνάντηση με τον Χρήστο. Εκεί αγοράζει μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών και πηγαίνει σπίτι του.
    Την επόμενη μέρα ο Μήτσος, ο κολλητό του, καταλαβαίνει την αλλαγή στην συμπεριφορά του και προσπαθεί να του μιλήσει.  Ο Άγγελος τον αγνοεί και ο Μήτσος ξαναστρέφεται στην κοινωνιολόγο του σχολείου, η οποία με τη σειρά της προκαλεί την διενέργεια ενός συμβουλίου στο οποίο παρίστανται ακόμη δυο καθηγητές και ο διευθυντής, με σκοπό να συζητηθεί το θέμα του μαθητή του σχολείου.
   Το απόγευμα ο Άγγελος ξαναπάει στο πάρκο την ίδια ώρα μήπως συναντήσει την Αρετή,  με την ελπίδα ότι είχε καταλάβει λάθος μέρα. Εκείνη βέβαια ακόμα μια φορά δεν εμφανίζεται. Θλιμμένος αποφασίζει μετά από δυο ώρες να πάρει μεγάλη ποσότητα ναρκωτικών και πεθαίνει. Τον βρίσκει τυχαία αργότερα η Αρετή. `



Δεν υπάρχουν σχόλια: