Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2013

Παράδοση και μοντερνισμός στην ελληνική ποίηση

   Ο  αρχικός σκοπός αυτής της ανάρτησης ήταν να συγκεντρώσω κάπου  όλους μαζί τους συνδέσμους προς αναρτήσεις του ιστολογίου οι οποίες σχετίζονται με λογοτεχνικά ρεύματα, Έλληνες ποιητές, λογοτεχνικές σχολές και άλλα χρειαζούμενα για την ενότητα "Ποίηση: Παράδοση και μοντερνισμός" της Λογοτεχνίας της Α' Λυκείου, επειδή στις εν λόγω αναρτήσεις  δεν υπήρχε χώρος, ώστε να προσθέσω την σχετική ετικέτα, και η παρόμοιας θεματολογίας σελίδα του ιστολογίου έχει ευρύτερο περιεχόμενο  ... Στην πορεία σκέφτηκα να γράψω κι ένα κειμενάκι (Ναι, καλά! Την Άρτα και τα Γιάννενα έγραψα πάλι... ) για να μην είναι "ορφανοί"...
  Αν υπήρξε ένα όφελος από την Τουρκοκρατία στην Ελλάδα  αυτό ήταν πως η έλλειψη παιδείας δεν δημιούργησε ένα συγκεκριμένο λόγιο λογοτεχνικό κανόνα στην ελληνική λογοτεχνία, στην αρχή τουλάχιστον. Έτσι ο λαός είχε τη δυνατότητα να συνεχίσει απερίσπαστος  να αναπτύσσει το δικό του  συγκεκριμένο λογοτεχνικό σύμπαν, το οποίο προερχόταν από τις παραδόσεις του, τα ήθη και τα έθιμα του, τη ζωή του εν γένει, και προς τη ζωή του σε όλες τις εκφάνσεις της στρεφόταν.
Ιωάννης Αλταμούρας.  "Θαλασσογραφία"
Αναφέρομαι βέβαια στο δημοτικό τραγούδι, τη λαϊκή μούσα που συνόδευσε, ως κοινό κτήμα,  την ελληνική γραμματολογία από τις απαρχές της, τον 10ο  αιώνα, ως τις αρχές του 20ου, όταν εξαφανίστηκε ως απόρροια της "μίας εκτέλεσης" και του "επώνυμου δημιουργού", τα οποία προκάλεσε το "copyright"  εκ της ανακάλυψης της ηχογράφησης, αλλά ακόμα κι έτσι δεν σταμάτησε να επηρεάζει τη ποίηση και τα επόμενα χρόνια. Το δημοτικό τραγούδι ουσιαστικά επιτέλεσε στην ελληνική λογοτεχνία, αυτό που αιτούταν το μανιφέστο του Σλέγκελ και τον συντρόφων του της ομάδας "Θύελλα και ορμή" και πυροδότησε την έκρηξη του Ρομαντισμού. Την επιστροφή στις ρίζες, κατά κάποιο τρόπο...
   Στο μεταξύ, είχε ήδη δημιουργηθεί στην Ελλάδα η πρώτη λογοτεχνική σχολή, η "Κρητική", από μια πλειάδα ποιητών με προεξάρχοντες τον Χορτάτζη και τον Κορνάρο. Η συγκεκριμένη σχολή, εκτός από πρώτη σχολή της νεοελληνικής γραμματείας, υπήρξε ταυτόχρονα και η πρώτη η οποία έστρεψε το βλέμμα στα λογοτεχνικά δρώμενα της Δύσης. Δεν παρέλειψε ωστόσο να κρατήσει εύηκοον ους στα διδάγματα, τα κελεύσματα και τους εκφραστικούς τρόπους του δημοτικού τραγουδιού...
Κων/ος Παρθένης. "Τοπίο (Καισαριανή)"
Κώστας Μαλέας "Ταΰγετος"
  Με την παράδοση της Κρήτης στους Τούρκους, αρκετοί από τους Κρήτες λόγιους πέρασαν στα υπό χαλαρή (σε σχέση με την αντίστοιχη τουρκική της υπόλοιπης Ελλάδας) ενετική κατοχή Επτάνησα και ουσιαστικά έβαλαν τις βάσεις για τη δημιουργία της επόμενης λογοτεχνικής σχολής, της "Επτανησιακής", ασχέτως αν χρειάστηκαν 150  χρόνια για να βρεθούν ποιητές εφάμιλλοι του Κορνάρου, ο Κάλβος και ο Σολωμός δηλαδή, οι δυο πρώτοι  μεγάλοι ποιητές που "δεν  ήξεραν ελληνικά, όπως λέει ο Σεφέρης. Οι ποιητές της συγκεκριμένης εποχή, επηρεάζονται από το δημοτικό τραγούδι, καλλιεργούν την ελληνική γλώσσα και  στρέφουν τα μάτια στη Δύση κινούμενοι, για την επιτευξη των εθνικών στόχων της χώρας και των αισθητικών στόχων των ίδιων, περισσσότερο ή λιγότερο, μεταξύ Νεοκλασικισμού (ο ρομαντικής ιδιοσυγκρασίας Ανδρέας Κάλβος, με αποτέλεσμα η ποίηση του να έχει μια σχεδόν υπερρεαλιστική γοητεία) και Ρομαντισμού (ο επηρεασθείς και από το δημοτικό τραγούδι Βαλαωρίτης) με τον Διονύσιο Σολωμό να προσπαθεί (και εν πολλοίς να το επιτυγχάνει) να τα συγκεράσει, συνθέτοντας ένα ποιητικό σύμπαν που  συνδυάζει τον στοχασμό (ίδιον του Νεοκλασικισμού) και το συναίσθημα (ίδιον του Ρομαντισμού).
  Την ίδια εποχή, στην "Παλιά Αθηναϊκή Σχολή" το ποιητικό χαρμάνι δεν πετυχαίνει (για αυτό και δεν θα ασχοληθούμε μ 'αυτούς, μην κλαις, Παναγιώτη Σούτσε ) κι ως εκ τούτου η "Νέα Αθηναϊκή Σχολή" παίρνει τη σκυτάλη από τους Επτανήσιους ποιητές. Οι ποιητές της εποχής, συσπειρωμένοι γύρω από την εμβληματική μορφή του Παλαμά, επιβάλλουν τη δημοτική ως λογοτεχνική γλώσσα και επηρεάζονται, άλλος λιγότερο κι άλλος περισσότερο,  και από τα δυο κυρίαρχα προερχόμενα από τη Δύση λογοτεχνικά ρεύματα (τον Παρνασσισμό,  ο  οποίος στράφηκε ενάντια στην αισθηματολογία και το βερμπαλισμό του Ρομαντισμού, και τον Συμβολισμό, ο οποίος στράφηκε εναντίον και του Ρομαντισμού και του Παρνασσισμού κι άνοιξε τον δρόμο για την μοντέρνα ποίηση εισάγοντας τον ελεύθερο στίχο και την έννοια της πρωτοπορίας), προσαρμοσμένα όμως στα αιτήματα και στις συνθήκες της εποχής και του χρόνου τους.
   Παράλληλα εμφανίζονται οι δυο πρώτοι ποιητές που υπονομεύουν την ποιητική τάξη της παραδοσιακής ποίησης (και  η ιδιότυπη περίπτωση του Περικλή Γιαννόπουλου). Ο ένας είναι ο λίγο νεώτερος του Παλαμά Άγγελος Σικελιανός με το ιδιαίτερο λυρικό του σύμπαν. Κι ο άλλος είναι ο αλεξανδρινός  Κωνσταντίνος Καβάφης, ο τρίτος μεγάλος ποιητής "που δεν ήξερε ελληνικά", ο οποίος σε ηλικία τριανταπέντε περίπου χρόνων, αφού απαλλάχτηκε από τις παρνασσιστικές και συμβολιστικές απαρχές του, χάραξε και περπάτησε ένα δικό του ποιητικό δρόμο με μια σειρά ποιημάτων γραμμένων σε μια ιδιότυπη γλώσσα  και με μια ιδιαίτερη τεχνική, στα οποία ο μύθος και η Ιστορία χρησιμοποιούνται ως μέσο σχολιασμού του παρόντος (κι όπως αποδεικνύεται του μέλλοντος), γεγονός που τον καθιστά πρόδρομο της "μυθικής μεθόδου", την οποία εφάρμοζαν  οι ποιητές του Μοντερνισμού.
Κ. Βολονάκης "Το λιμάνι του Βόλου με φεγγαρόφωτο"
    Σ' αυτούς θα μπορούσε να προστεθεί και ο Κώστας Βάρναλης, μόνο που ποιητική μεταστροφή του είναι ταυτόχρονη με την αριστερή στροφή στην ιδεολογία  του, η οποία συνέβη  μετά το 1920. Την εποχή που ανδρώνεται (κι ίσως πρόκειται για μια άστοχη επιλογή ρήματος εφόσον για πρώτη
Βάλιας Σεμερτζίδης "Τοπίο με βουνό και θάλασσα"
φορά στην νεοελληνική λογοτεχνία υπάρχει πυκνή γυναικεία εκπροσώπηση) μια νέα λογοτεχνική γενιά η λεγόμενη "Γενιά του '20". Το ένα τμήμα της δημιουργεί και πορεύεται κάτω από την προστατευτική φτερούγα του Παλαμά και δικαίως βρίσκει την λήθη που της αξίζει. Το άλλο τμήμα στρέφεται πάλι στον Συμβολισμό και στον Ρομαντισμό για να εκφράσει την δυσθυμία που νοιώθει είτε λόγω ιδιοσυγκρασίας, είτε εξαιτίας του αισθήματος κενού που έχει προκαλέσει στη χώρα η κατάρρευση της Μεγάλης Ιδέας και η στρατιά των προσφύγων. Προεξάρχων αυτών ο Κώστας Καρυωτάκης που καρφώνει το τελευταίο καρφί στο φέρετρο της παραδοσιακής ποίησης. Κατακερματίζει το στίχο για να εκφράσει τον ψυχικό του κατακερματισμό. Εισάγει στοιχεία από το λεξιλόγιο της καθημερινής γλώσσας. Σαρκάζει. Και αυτοκτονεί πυροδοτώντας άθελα του μια σειρά μιμητών του. Αδέξιοι ή μη, οι συγκεκριμένοι δεν έμελλε να επηρεάσουν την πορεία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, η οποία θα εξελισσόταν ερήμην τους...    Γιατί στο μεταξύ στην Ευρώπη, μια σειρά λογοτεχνικών ρευμάτων προκαλεί την εμφάνιση και την επικράτηση της μοντέρνας ποίησης.  Στις αρχές του 20 αιώνα εμφανίζεται, ως αποτέλεσμα  του ηδονισμού της Μπελ Επόκ και της αισιοδοξίας από την αλματώδη άνοδο των επιστημών,  ο
Φουτουρισμός του Μαρινέττι και της ομάδας του, λάμπει σαν διάττοντας αστέρας κι εκτελείται με την ίδια σφαίρα που σκότωσε τον διάδοχο του αυστριακού θρόνου και προκάλεσε την φρικαλεότητα του Α' Παγκοσμίου Πολέμου. Το παράλογο είναι το αντίδοτο στο παράλογο του πολέμου και κάπως έτσι εμφανίζεται ο Ντανταϊσμός, ο οποίος όμως είναι μόνο κίνημα αποδόμησης. Ο Υπερρεαλισμός, που εμφανίζεται αμέσως μετά είναι, ένα γενικότερο αισθητικό κίνημα, σκοπός τους οποίου είναι η δημιουργία ενός κόσμου που υπερβαίνει το πραγματικό, ένα κόσμο που θα κυριαρχεί το όνειρο, το παράλογο και το υποσυνείδητο, και θα απουσιάζει η λογική...
  Την ίδια εποχή, στον αγγλοσαξονικό κόσμο εμφανίζεται ο Μοντερνισμός, εμποτισμένος με την απαισιόδοξη βεβαιότητα ότι ο δυτικός πολιτισμός επίκειται να καταρρεύσει. Οι μοντερνιστές αναμειγνύουν ποιητικές και καθημερινές λέξεις, γράφουν σε ελεύθερο στίχο και εφαρμόζουν την "μυθική μέθοδο", πετυχαίνοντας  οι  αρχαίοι μύθοι να  εκφράζουν σύγχρονες καταστάσεις...
  Το λογοτεχνικό κλίμα της Δύσης παρακολουθεί άγρυπνα μια σειρά ποιητών που όλοι πρωτοεμφανίστηκαν  τη δεκαετία του '30. Η "Γενιά του '30" , όπως ονομάστηκε, είναι η  χρυσή γενιά της ελληνικής λογοτεχνίας, καθώς μεταξύ των ποιητών που την απαρτίζουν συγκαταλέγονται πολλοί από τους καλύτερους Έλληνες ποιητές. Αρχής γενομένης από τον Σεφέρη, ο οποίος εκκινώντας  εμπνεόμενος από την "Καθαρή ποίηση" (εξέλιξη του Συμβολισμού) του Βάλερυ επηρεάζεται κατόπιν , διατηρώντας και τις συμβολιστικές καταβολές του, από τον Μοντερνισμό του Τόμας Έλλιοτ, ώστε να εκφράσει τις υπαρξιακές του αναζητήσεις  και την αγωνία  του για το μέλλον του ελληνισμού. Από την άλλη, στον Υπερρεαλισμό μένουν συνεπείς σε όλην την ποιητική ζωή τους ο Εγγονόπουλος και ο Εμπειρίκος, ο τελευταίος μάλιστα επαναφέρει σε κάποια ποιήματα του την καθαρεύουσα, ως εκφραστική επιλογή όμως πια. Τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά με τους άλλους δυο  μεγάλους ποιητές Ο Γιάννης Ρίτσος ξεκινάει από το ποιητικό κλίμα του Καρυωτάκη και περνάει στον Υπερρεαλισμό, τον οποίο αργότερα εμπλουτίζει με στοιχεία από το δημοτικό τραγούδι, χρησιμοποιώντας ενίοτε και την "μυθική μέθοδο". Ο Ελύτης ξεκινάει κι αυτός από τον Υπερρεαλισμό, για να δημιουργήσει έπειτα ένα λυρικό σύμπαν γεμάτο ελληνικά τοπία λουσμένα στο φως και σφριγηλές εφηβικές μορφές.
Οδυσσέας Ελύτης "Κολάζ"
   Οι ποιητές της "Μεταπολεμικής Ποίησης" δεν είχαν μόνο να αντιμετωπίσουν την σύγκριση με τη γενιά του '30 αλλά και το θάνατο και την καταστροφή που έζησαν στα δύσκολα χρόνια της Κατοχής, του Εμφυλίου κι αργότερα της Δικτατορίας. Κοινό χαρακτηριστικό τους είναι ότι ...δεν έχουν  κοινό χαρακτηριστικό! Πέρα, ίσως,  από το ότι προσπαθούν να συγκεράσουν στοιχεία από διάφορα λογοτεχνικά ρεύματα και  περιόδους της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Στην "1η  μεταπολεμική γενιά" υπάρχουν οι "νεοϋπερρεαλιστές", οι μόνοι που ακολουθούν συγκεκριμένο ρεύμα, οι "κοινωνικοί/αντιστασιακοί" που εκφράζουν  πρώτα το αντιστασιακό πνεύμα κι αργότερα, μετά τον Εμφύλιο, προσπαθούν να βρουν τις αιτίες της ήττας, και τέλος οι "μεταφυσικοί/υπαρξιακοί" που στοχάζονται πάνω στο νόημα της ζωής. Η "2η μεταπολεμική γενιά" επανακαλύπτει [sic] τον Καρυωτάκη και την απαισιοδοξία του επιλέγει τη φυγή από την πραγματικότητα. Τέλος, οργισμένη "Γενιά του '70" καταφεύγει στην αμφισβήτηση, στον σαρκασμό και στον εριστικό τόνο,  κι επηρεάζεται από την αμερικανική κουλτούρα  των μπήτνικς, των χίππις  και του ροκ ...
   Οι  ποιητές των επόμενων χρόνων είναι ακόμα στην ακμή τους και θα ήταν άτοπο να κατηγοριοποιηθούν τελεσίδικα... Και τώρα που μιλάμε ίσως να γράφει το πρώτο του στίχο ο επόμενος μεγάλος ποιητής του μέλλοντος. Οπότε το ταξίδι συνεχίζεται...
Νίκος Εγγονόπουλος. "Μεσογειακή Μούσα"
  Ένα από τα βασικά θέματα της νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι φύση. Κι αξεδιάλυτοι από τη φύση, και στη ζωή και στην ποίηση, είναι οι άνθρωποι. Κι έτσι είπαμε να ασχοληθούμε με τη φύση - ως τόπο, τοπίο, πατρίδα κ.τ.λ. - και τους ανθρώπους ... Σε ακαθόριστα διαστήματα τους επόμενους μήνες θα ανεβαίνουν στον ιστολόγιο αναρτήσεις που θα σχολιάζουν - περισσότερο ή λιγότερο, καθώς το μάθημα γίνεται στην τάξη - ποιήματα με θέμα την φύση και τον άνθρωπο. Όχι κατ' ανάγκη όσα κάνουμε στην τάξη, αλλά, περισσότερο, όσα  τυχόν τραβήξει η όρεξη του γράφοντος...
   Τέλος ας μου επιτραπεί να αφιερώσω αυτή την ανάρτηση- αν όχι ό,τι έχω γράψει ή πει για την ποίηση- σε δυο ξεχωριστούς μου δασκάλους. Την διδάσκουσα τότε στο Λύκειο Καρδαμύλης, καθηγήτρια μου στη Λογοτεχνία 'Β Λυκείου -μεταξύ άλλων- και νυν συνάδελφο Θάλεια Νικολαΐδου και τον καθηγητή μου στο Πανεπιστήμιο Βαγγέλη Αθανασόπουλο, που δυστυχώς μας άφησε το Νοέμβρη του '11.

Το βιντεάκι το έφτιαξα για άλλους λόγους... Αλλά "Πώς να σωπάσω μέσα μου την ομορφιά του κόσμου";

Δεν υπάρχουν σχόλια: