Για το "μπαρ"

Όποιος μπήκε γιατί νομίζει ότι είναι υποχρεωτικό...
Να την "κάνει"!
ΤΩΡΑ!!!!!!!!!!!!!!!

(Εκτός από όταν δεν έχουμε βιβλία... Τότε είναι υποχρεωτικό... Για γκελ μπουρντά, καμάρια μου!)

Κυριακή 13 Μαΐου 2012

Από το "Γιοφύρι της Άρτας" στα μανιάτικα γιοφύρια μέσω των μαθητών του τέως Γ4 του Γυμνασίου Αρχαγγέλου.

   Αινιγματικός και  δαιδαλώδης ο τίτλος; Ειδικότης μου!
  Σοβαρά τώρα, πρόκειται για τις ιστορίες που έγραψαν οι μαθητές μου στο παλιό, προ σύμπτυξης των τμημάτων Γ4, με αφορμή την διδασκαλία του δημοτικού τραγουδιού "Του γιοφυριού της
Τσέρια. Ένα από τα γιοφύρια, στα Λινά
Άρτας" αλλάζοντας το τέλος της παραλογής.  Δοθέντος ότι βαριέμαι λίγο να χρησιμοποιώ διδακτικά ευρήματα που έχω ξαναχρησιμοποιήσει στο παρελθόν, έστω και σε διαφορετικούς μαθητές, και εξαιτίας της αναστάτωσης που προκάλεσε η σύμπτυξη των παλιών και η δημιουργία των νέων τμημάτων, ήταν το Γ4 (που αργότερα έγινε μέρος του Γ3) ήταν το μόνο τμήμα στο οποίο δόθηκε αυτή η εργασία.   Σκέφτηκα να τα ανεβάσω εδώ για να κλείσω τον κύκλο, καθώς με τα αντίστοιχα κείμενα των μαθητών μου της χρονιάς 2009-2010 ξεκίνησα φέτος τις δημοσιεύσεις του ιστολογίου, κι είπα να διανθίσω την ανάρτηση μου τούτη τη φορά με φωτογραφίες της γενέτειρας Μάνης, ως απότιση ενός ιδιότυπου  φόρου τιμής... Μπορεί τα μανιάτικα γιοφύρια, μονοκάμαρα στην πλειονότητα τους,  να μην είναι τόσο εντυπωσιακά όσο τα ηπειρώτικα, εφόσον πρόκειται για μια σχετικά φτωχότερη περιοχή που χρησιμοποιούσε, επιπροσθέτως, την ιδιομορφία του εδάφους της ως οχυρό, ωστόσο δεν υπολείπονται καθόλου σε χάρη, σε περηφάνια ή αντοχή, παρά την έλλειψη φροντίδας στα περισσότερα από αυτά, κι ας λέει και το τραγούδι πως "τα γιοφύρια χορταριάζουν" Σε πολλές περιοχές δε, είναι τα γιοφύρια πια αυτά που θυσιάζονται, καθώς τα θάβουν οι καινούριοι αμαξωτοί δρόμοι που ακολουθούν την πανάρχαια χάραξη μονοπατιών. Τουλάχιστον κάποια από αυτά διακρίνονται ακόμα κάτω από τις προσχώσεις. Το "γιοφύρι του Βυρού" (ο Βυρός είναι το μεγαλύτερο φαράγγι του Ταυγέτου) που ένωνε τα Τσέρια με το Εξωχώρι, παρασύρθηκε το 1946 από ένα εξαιρετικά μεγάλο χείμαρρο...

Μαρίνα Σ.
το "γιοφύρι του Πραστίου" (Φαράγγι της Νούπαντης ή "του Φονέα το Λαγκάδι")
   Αυτό το πουλάκι, που «δεν εκελάδη σαν πουλί, μήδε σα χελιδόνι» αλλά μιλούσε σαν άνθρωπος,  βλέποντας το θάρρος της Λυγερής και αναγνωρίζοντας τη μεγάλη αγάπη της  για το σύζυγό της , ακριβώς τη στιγμή που η Λυγερή ήταν ήδη μέσα στα θεμέλια του γιοφυριού, πήρε τη μορφή ενός μεγαλόσωμου και δυνατού άνδρα, ο οποίος έριξε ένα γερό σχοινί και φώναξε δυνατά  στη λυγερή: «Κρατήσου, καλή μου, από το σχοινί και προσπάθησε ν’ ανέβεις. Η μεγαλοψυχία σου και η γενναία καρδιά σου που θυσιάστηκες για το καλό όλων αψηφώντας το θάνατο, έγινε το σωτήριο χέρι που σου κρατάει αυτό το σχοινί». Έτσι, η λυγερή κατόρθωσε κι αναρριχήθηκε. Ο πρωτομάστορας με δάκρυα χαράς την έσφιξε στην αγκαλιά του και η Λυγερή συγκινημένη ευχήθηκε:
«Στέρεα  τ’ άγρια βουνά, στέριο και το γιοφύρι.
Γερά τα άγρια πουλιά, γεροί και οι διαβάτες,»
Κι αν έρθει ο ξένος μου αδερφός, εδώ ’ν΄ η  αγκαλιά μου»

Αντωνία
«Τ’ ακουσε ο πρωτομάστορας… της Άρτας το γιοφύρι»
     Η λυγερή τότε, γεμάτη χαρά που θα συναντούσε τον άντρα της, ετοιμάζεται και παίρνει το δρόμο για το γιοφύρι. Καθώς όμως προχωρούσε, ενστικτωδώς αλλάζει κατεύθυνση και απομακρύνεται προς την  αντίθετη κατεύθυνση.  Κάτι μέσα της την προειδοποιούσε για τον κίνδυνο που διατρέχει και πως δεν πρέπει να πάει στον Πρωτομάστορα.  Κάθισε, λοιπόν, κάτω από ένα δέντρο και σκεφτόταν τι τε/λικά θα έπρεπε να κάνει.  Να πάει στο γεφύρι ή να δράσει σύμφωνα με το ένστικτό της;
Το "γιοφύρι του Ξεπαπαδάκου". Διρός
/"      Πέρασε πολλή ώρα, νύχτωσε και η Λυγερή δεν είχε εμφανιστεί.  Η υπομονή των εργατών είχε εξαντληθεί και άρχισαν να πιστεύουν ότι ο Πρωτομάστορας είχε ενημερώσει τη Λυγερή για τη θυσία της και γι’ αυτό δεν ήρθε.  Οργισμένοι, λοιπόν, άρχισαν να κυνηγούν τον Πρωτομάστορα για να σκοτώσουν αυτόν στη θέση της γυναίκας του.  Ο πρωτομάστορας, καθώς έτρεχε να γλυτώσει από τους εργάτες, συνάντησε τη Λυγερή η οποία ήταν ακόμα καθισμένη  κάτω από το δέντρο.  Δεν πρόλαβε όμως να της μιλήσει, καθώς οι εργάτες πλησίαζαν.  Την άρπαξε, λοιπόν, από το χέρι και μαζί άρχισαν να τρέχουν προς το κοντινό δάσος. Μέσα στο δάσος βρήκαν μια σπηλιά και κρύφτηκαν. Εκεί ο  Πρωτομάστορας διηγήθηκε στη Λυγερή όσα είχαν γίνει κατά τη διάρκεια της απουσίας της. Της μίλησε ακόμα και για την θυσία της την οποία απαιτούσε η προφητεία του πουλιού για να στεριώσει το γιοφύρι.  Μόλις της τα είπε όλα, έπεσαν για ύπνο.
     Η λυγερή όμως δεν μπορούσε να κοιμηθεί.  Η εμπιστοσύνη στον άντρα της είχε κλονιστεί.  Έπιασε μια μεγάλη πέτρα από το έδαφος και την πέταξε στο κεφάλι του συζύγου της.  Αμέσως, αίμα άρχισε να τρέχει από το μέτωπο του Πρωτομάστορα στο οποίο είχε σχηματιστεί μια μεγάλη π και βαθιά πληγή.   Η Λυγερή, μη μπορώντας να πιστέψει αυτό που μόλις είχε κάνει, άρχισε να κλαίει γεμάτη τύψεις, βγήκε από τη σπηλιά και διέσχισε το δάσος και κατευθύνθηκε προς το σπίτι της περπατώντας αργά. Η Λυγερή μπήκε στο εσωτερικό του σπιτιού.  Η πόρτα πίσω της έκλεισε με δύναμη και την ησυχία διέκοψε ο ήχος της πόρτας που κλείδωνε.  Αλλά η Λυγερή δεν της έδωσε καμιά σημασία. Κάθισε στο τραπέζι και συνέχισε να κλαίει με λυγμούς.  Τότε  ένιωσε ένα άγγιγμα στον ώμο της. Σήκωσε το βλέμμα της και αντίκρισε τον πρωτομάστορα, Η Λυγερή τρόμαξε τόσο πολύ όταν είδε το φάντασμα του συζύγου της που πέθανε από το φόβο της.
      Την επόμενη μέρα  οι εργάτες, που είχαν μάθει για το θάνατο του Πρωτομάστορα και της γυναίκας του, συγκεντρώθηκαν και ξαναξεκίνησαν το χτίσιμο του γιοφυριού θεωρώντας ότι τώρα πια δεν θα ξαναγκρεμιζόταν , εφόσον η η Λυγερή είχε πεθάνει.  Προς μεγάλη τους απογοήτευση όμως, το βράδυ το γιοφύρι γκρεμίστηκε ξανά. Τότε εμφανίστηκε το πουλάκι και τους είπε πως έπρεπε να πεθάνει μόνο η Λυγερή  κι όχι κι Πρωτομάστορας για να στεριώσει τα γιοφύρι. Οργισμένοι τότε οι
Το "γιοφύρι του Περδικαρίου" στον Καραβά
εργάτες έπιασαν το αηδόνι και το θυσίασαν στα θεμέλια του γιοφυριού που από τότε δεν ξαναγρεμίστηκε.


Εύα
    Η παραλογή μας λέει ότι θυσίασαν την λυγερή κι εκείνη στην αρχή έδωσε μια κατάρα την οποία στη συνέχεια μετέτρεψε σε ευχή. Θα μπορούσε όμως να πει ο Πρωτομάστορας στο πουλί ότι θα θυσιαζόταν εκείνος. για το καλό του γιοφυριού και της γυναίκας του.  Όμως την τελευταία στιγμή να έφτανε η Λυγερή, όπως έκανε κάθε πρωί,  και να τον σταματούσε.  Ο πρωτομάστορας θα της εξηγούσε γιατί πρόκειται να κάνει κάτι τέτοιο και ίσως να αποφάσιζαν να θυσιαστούν και οι δύο...  Η Λυγερή για να στεριώσει το γιοφύρι και ο Πρωτομάστορας γιατί δεν μπορεί να ζει χωρίς την αγαπημένη του…
  Καθώς όμως ΄βαζουν σε εφαρμογή τις αποφάσεις τους, ένας σεισμός του σταματάει κι αμέσως εμφανίζεται το πουλί ΄που τους λέει πως τελικά  ίσως δεν έπρεπε να θυσιαστεί κανένας γιατί η ζωή και η αγάπη τους ήταν πιο σημαντική από την θεμελίωση μιας γέφυρας...
Κώστας
    «Αν δε στοιχειώσετε άνθρωπο γιοφύρι δεν στεριώνει. Και μη θυσιάσετε ορφανό, μη ξένο, μη διαβάτη, παρά του πρωτομάστορα της λυγερή γυναίκα που ‘ρχεται αργά τ’ αποταχύ και πάρωρα το
Το διπλοκάμαρο "Πηγαδιώτικο Γιοφύρι"(Φαράγγι του Ριντόμου)

γιόμα.» Τ’  άκουσε ο πρωτομάστορας ραγίζεται η καρδιά του και πρότεινε στο πουλί να το διαπραγματευτούν. Το πουλί όμως δεν άλλαζε γνώμη . Έτσι, πάνω στο θυμό του και στα νεύρα του,  έπιασε μια πέτρα και την πέταξε πάνω στο πουλί. Αυτό την απέφυγε και , για να το ανταποδώσει, διέταξε να στοιχειώσουν τον πρωτομάστορα αντί για τη γυναίκα του.  Τότε, όλοι άρχισαν να τον κυνηγούν μανιασμένα, ενώ  αυτός έτρεξε προς το δάσος για να τους ξεφύγει.  Ένας όμως από τους εργάτες πρόλαβε και κάρφωσε τη σκιά πρωτομάστορα που, παρόλα αυτά, συνέχισε να τρέχει και ξέφυγε, αφού οι εργάτες θεώρησαν ότι η θυσία είχε ήδη γίνει.
   Το γεγονός ότι τον κυνήγησαν με τέτοια μανία  θύμωσε τον πρωτομάστορα και αποφάσισε να τους εκδικηθεί.  Ύστερα, λοιπόν, από δυο μέρες, μια κρύα νύχτα, ενώ οι εργάτες είχαν σχεδόν ολοκληρώσει το έργο τους ο πρωτομάστορας θέλησε να τους τρομάζει. Και μάλιστα τα κατάφερε, αφού φώναζε πως ήταν το φάντασμα του εαυτού τους και θα τους σκότωνε όλους. Κι εκείνοι τον πίστεψαν και δεν ξαναπροσπάθησαν να χτίσουν   το γιοφύρι. Ο πρωτομάστορας, από την πλευρά του, συνέχισε να ζει για πολλά χρόνια ακόμα μαζί με τη γυναίκα του αγνοώντας την τύχη του γιοφυριού κι αδιαφορώντας. 
Της "Στάρας το γιοφύρι. Μπαρδουνοχώρια

Μαρίνα Χ.
  Αφού το πουλί ενημέρωσε  τον πρωτομάστορα, αυτός προσπάθησε να κάνε τα πάντα για να σώσει τη γυναίκα του. Μετά από δυο ώρες ένας μάγος του εμφανίστηκε. Του είπε πως υπάρχει ένας τρόπος να σωθεί η Λυγερή. Στην αρχή ο Πρωτομάστορας δεν τον πίστεψε, αλλά τελικά αποφάσισε να το ρισκάρει, γιατί ήταν η τελευταία του ελπίδα.  Του εξήγησε πως θα μπορούσε να στείλει το είδωλο της , όπως είχε κάνει και παλιότερα με την Ελένη στη Τροία.  Αν και δίστασε για λίγο, τελικά ο πρωτομάστορας δέχτηκε την πρόταση του. Έτσι, ο μάγος έστειλε το είδωλο της λυγερής και έχτισαν αυτό. Ο πρωτομάστορας πήρε τη γυναίκα του κι έφυγαν σε ένα μακρινό μέρος. Έτσι κατάφεραν να σωθούν.


Στέλλα
  Όταν η γυναίκα του πρωτομάστορα έμαθε ότι την φώναζε ο άνδρας της στην εργοτάξιο του γιοφυριού, έτρεξε να συναντήσει το σύζυγό της. Μόλις έφτασε, τον κοίταξε στα μάτια και του έδωσε το φαΐ που τους είχε φέρει. . Στην συνέχεια, έπειτα από αυτήν την ευγενική κίνηση, ο πρωτομάστορας δεν ήθελε πια να τη θάψει στο γιοφύρι  κι, από την υπερβολική αγάπη που της είχε, έπεσε να θάψουν τον ίδιο.

Σταματία Ψ.
Το "γιοφύρι του Κούκου" στο Διρό
Όταν η λυγερή έμαθε απ’ το πουλί τα νέα, να πάει δηλαδή στον άντρα της, δεν δέχθηκε γιατί κάτι είχε υποψιαστεί για την παγίδα. Μετά από μια λογομαχία, το πουλί κατάφερε να την πείσει να πάει. Στο δρόμο της παρουσιάστηκε κάτι σα λάμψη και της είπε να μην πάει. Η Λυγερή δεν την πίστεψε και  συνέχισε το δρόμο της για το γιοφύρι.  Η λάμψη όμως, πριν εξαφανισθεί, της είχε πει ότι, αν την χρειαστεί και καταλάβει πως είχε δίκιο ,να την καλέσει. Αφού λοιπόν, αυτή έφτασε στο προορισμό της, έγινε αυτό που έπρεπε να γίνει. την ξεγέλασαν και την πέταξαν στο νερό.  Τότε η Λυγερή θυμήθηκε τη λάμψη που έμοιαζε με θεά και την  κάλεσε για να την βοηθήσει. Έτσι, εμφανίστηκε ξαφνικά μπροστά σε όλους κι έμειναν με ανοιχτό το σώμα. Η Λυγερή σώθηκε και το γιοφύρι δεν χτίστηκε ποτέ! Κι έζησαν αυτοί καλά κι εμείς καλύτερα. 

Μαρία Τ.
         Το πουλί πήγε στη Λυγερή και της είπε πως ο άντρας της, ο Πρωτομάστορας, ήθελε να τη
Το "γιοφύρι της Κοσκάραγας" (Φαράγγι Ριντόμου)
συναντήσει στο γιοφύρι. Εκείνη ετοιμάστηκε κι πήγε ως εκεί με την συνοδεία του αηδονιού. Μόλις έφτασε η Λυγερή, ο Πρωτομάστορας δάκρυσε και έτρεξε να κλάψει μονάχος του. Η Λυγερή τον ακολούθησε και τον ρώτησε τι έχει. Εκείνος της αποκρίθηκε πως για όλα όσα πρόκειται να συμβούν υπαίτιος είναι ο ίδιος.  Εκείνη ζήτησε διευκρινήσεις. Και τότε ο Πρωτομάστορας της διηγήθηκε τα πάντα για το πουλί και τη θυσία της , ώστε να ολοκληρωθεί το έργο.  Εκείνη τότε δέχτηκε αμέσως μετά χαρά να θυσιαστεί για χάρη του αντρός της. Εκείνος τότε την αγκάλιασε και τη φίλησε.  Της είπε ότι δεν είναι ανάγκη να θυσιαστεί. Αυτή επέμενε και ο Πρωτομάστορας δέχτηκε να γίνει το θέλημα της .
     Τότε εκείνη πήγε στο πουλί και του είπε ότι δέχεται να θυσιαστεί για χάρη του γιοφυριού. Το  πουλί συγκινήθηκε και την έστειλε να ετοιμαστεί για την θυσία.  Εκείνη ντύθηκε στα μαύρα και φόρεσε στεφάνι στα μαλλιά. Ήταν έτοιμη για τη θυσία.  Ένα σακί πέτρες έπεσε τότε πάνω της και την σκέπασε εντελώς.  Το πουλί τότε φώναξε «η προφητεία ολοκληρώθηκε». Ένα σύννεφο φωτός ανάγκασε τον Πρωτομάστορα να σηκώσει το δακρυσμένο του πρόσωπο. Το σύννεφο άρχισε να διαλύεται και από μέσα του ξεπρόβαλε η Λυγερή, αυτή τη φορά με λευκά ρούχα και το στεφάνι στα μαλλιά φτιαγμένο από ανοιξιάτικα λουλούδια.  Ο Πρωτομάστορας έτρεξε τότε και την αγκάλιασε. Δεν τον ένοιαξε τι είχε συμβεί, το μόνο που τον ένοιαζε ήταν ότι η Λυγερή ήταν ξανά κοντά του. Οι υπόλοιποι, δηλαδή οι μάστορες και οι μαθητάδες,  ρώτησαν το αηδόνι τι είχε συμβεί. Εκείνο τους απάντησε πως το μόνο που χρειαζόταν για να ολοκληρωθεί το γιοφύρι ήταν η προθυμία μιας νέας και όμορφης γυναίκας με ευγενική καταγωγή να θυσιαστεί με αυτοθυσία.
      Την επόμενη μέρα που πήγαν ξανά οι μάστορες κι οι μαθητάδες για να συνεχίσουν το γιοφύρι, έμειναν έκπληκτοι από το γεγονός ότι ήταν ήδη χτισμένος και  περνούσαν κιόλας και διαβάτες πάνω από αυτό. Ανάμεσα τους ήταν και ο αδερφός της Λυγερής που επέστρεφε από την ξενιτιά.  

Σταυρούλα
    Μια φορά κι ένα καιρό ήταν κάποιοι μαθητές και κάποιοι μαστόροι που προσπαθούσαν να χτίσουν το γιοφύρι της Άρτας που έγινε ξακουστό. Το πρόβλημα τους ήταν ότι το γιοφύρι το έχτιζαν το πρωί και το βράδυ γκρεμιζόταν. Κι έτσι οι απελπισμένοι μάστορες ζητούσαν απεγνωσμένα τη λύση του προβλήματος.
Το " γιοφύρι της Γιάτρισσας". Μηλιά
     Μια μέρα ένα πουλί εμφανίστηκε κι έδωσε λύση στο πρόβλημά  τους . Όμως για να επιτευχθεί  το έργο χρειαζόταν  να θυσιαστεί μια ανθρώπινη ζωή κι όχι μια οποιαδήποτε, αλλά αυτή της γυναίκας  του Πρωτομάστορα. Αρχικά ο Πρωτομάστορας φάνηκε διστακτικός.  Όμως ήταν αγανακτισμένος και σκεφτόταν και το κοινό συμφέρον.  Κι έτσι, με ένα ψέμα παραπλάνησε τη Λυγερή να έρθει στην οικοδομή και να ψάξει τάχα το δακτυλίδι που είχε χαθεί στα θεμέλια. Η Λυγερή εμφανίστηκε και, δείχνοντας πόσο καλή σύζυγος είναι, άρχισε να ψάχνει στα θεμέλια να βρει το δακτυλίδι. Τότε οι μάστορες βρήκαν την ευκαιρία και άρχισαν να την χτίζουν στα θεμέλια του έργου.  
Το "γιοφύρι της Ρασίνας". Ξηροκάμπι. Χτισμένο στους ελληνιστικούς χρόνους
 Ο θεός Άρης όμως που ήξερε από την αρχή τι πρόκειται να συμβεί, προστάτεψε τη Λυγερή, αντικαθιστώντας την με ένα ομοίωμα της. Έτσι κι έγινε και το έργο επιτεύχθηκε, χωρίς να θυσιαστεί η Λυγερή όμως. Η Λυγερή έφυγε από το χωριό και πήγε να  μείνει με τον Άρη που την είχε ερωτευτεί τρελά. Και ζήσανε όλοι καλά κι η Λυγερή καλύτερα…

  Χριστίνα   
   Όταν το πουλί αποκάλυψε στον Πρωτομάστορα τι έπρεπε να γίνει και πως η γυναίκα του θα κατέληγε να θυσιαστεί, σάστισε. Αμέσως αρνήθηκε και διάλεξε να θυσιαστεί εκείνος κι όχι η γυναίκα τους, καθώς της είχε μεγάλη αγάπη.
 Μόλις ο πρωτομάστορας αποκάλυψε στη λυγερή τι θα γινόταν και πως αποφάσισε να θυσιαστεί ο ίδιος στην θέση της, δεν το δέχτηκε και αντιμίλησε στον άντρα της για πρώτη φορά κάτι που ποτέ ως τότε δεν είχε τολμήσει. Τσακώθηκαν και αποφάσισαν να χωρίσουν, αλλά ήταν τόση η αγάπη που είχε ο ένας για τον άλλο που τους έκανε να σκεφτούν καλύτερα και να αντιμετωπίσουν το θέμα, ώστε και να μη χωρίσουν και κανένας από τους δυο να μην θυσιαστεί.  Τελικά, μετά από μεγάλο τσακωμό και μεγάλη ένταση που υπήρχε μεταξύ τους, βρήκαν τη λύση.
    Αλλά τι θα γινόταν με το γιοφύρι; Και τι θα γινόταν με το καθήκον του πρωτομάστορα; Όλα αυτά τους είχαν προβληματίσει και τους δυο, καθώς δεν ήξεραν τι θα συνέβαινε μετά αν θα είχε επιπλοκές η απόφαση που θα λάμβαναν.  Αποφάσισαν πως το γιοφύρι δεν θα χτιζόταν ή, τουλάχιστον, δεν θα το έχτιζε ο πρωτομάστορας.
    Καθώς άκουγε τις αποφάσεις τους το πουλί, συγκινήθηκε από την αγάπη τους και αποφάσιζε πως το γιοφύρι θα χτιζόταν από τον πρωτομάστορα, όμως δεν θα θυσιαζόταν κανείς και πως το ζευγάρι δεν θα χώριζε.
Και ζήσαμε εμείς καλά κι εσείς καλύτερα. 
          
Y. Γ.
 (Πάντως, όπως λέει και το παρακάτω δημοτικό τραγούδι, όπου δεν υπάρχει γιοφύρι... )
    

3 σχόλια:

Unknown είπε...

Ναι...Υπέροχες διασκευές από τους μαθητές της Γ γυμνασίου του Αρχαγγέλου.! ! ! ΚΑΙ ΝΑΙΙΙΙ...! ΕΜΕΙΣ ΕΙΜΑΣΤΕ ΑΥΤΟΙ ! ! ! Είναι πολύ συγκινητικό να βλέπεις τους κόπους σου να ανταμείβονται....Και διαβάζοντας αυτές τις εργασίες να αναπολείς τα χρόνια που πέρασαν...γιατίίί...όπως και να το κάνουμε..ο νέος είναι ωραίος..αλλάά..ο παλιός είναι αλλιώς ! ! ! Με πολύύύύ αγάπη και εκτίμηση, η Μαρία Τ. ΑΥΤΟΠΡΟΣΩΠΩΣ ! ! ! ( Γ4 ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΞΕΧΝΙΟΜΑΤΣΕ ! ! ! )--ΕΙΔΑΤΕ.? ΑΝ ΚΑΙ ΕΙΜΑΣΤΕ ΠΛΕΟΝ ΛΥΚΕΙΟ, ΤΟ afterschoolbar ΕΧΕΙ ΓΙΝΕΙ ΣΤΕΚΙ ΜΑΣ! ! ! --

Kakos Lykos είπε...

Έλα, βρε Μαρία, δεν σε πήραν και τα χρόνια... Να είσαι και να είστε καλά και ωρεβουάρ... Το bar εδώ θα είναι...

Unknown είπε...

Nαι..όντως..δεν μας πήραν τα χρόνια...Έχετε χαιρετισμούς από όλο το τμήμα! ! ! Αντιός ! ! !